Κείμενο: Γιάννης Σολδάτος
Τα τελευταία χρόνια ο ψηφιακός μετασχηματισμός του δημόσιου τομέα και των επιχειρήσεων έχει μπει για τα καλά στον κοινωνικό και πολιτικό διάλογο. Φράσεις όπως η “τέταρτη βιομηχανική επανάσταση”, η “τεχνητή νοημοσύνη”, η “διαλειτουργικότητα συστημάτων”, χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο στην καθημερινή αρθρογραφία, ακούγονται στα συνέδρια, αποτελούν μέρος πολιτικών εξαγγελιών. Αυτό είναι ιδιαίτερα θετικό, ακόμα και αν κάποιες φορές γίνεται απλά για λόγους πολιτικού ή επιχειρηματικού “μάρκετινγκ”, καθώς ευαισθητοποιεί την κοινωνία και ανεβάζει τον ψηφιακό μετασχηματισμό στην ατζέντα των θεμάτων επιχειρηματικής και πολιτικής στρατηγικής.
Πέρα από το κομμάτι της επικοινωνίας, αποτελεί επιτακτική ανάγκη για το κράτος αλλά και τις επιχειρήσεις να αναπτύξουν δράσεις που θα τους επιτρέψουν να προσφέρουν ανταγωνιστικές και υψηλής ποιότητας υπηρεσίες σε μια εποχή τεχνολογικής επιτάχυνσης και παγκόσμιου ανταγωνισμού. Οι επόμενες δεκαετίες θα χαρακτηριστούν από ψηφιακό “δαρβινισμό” καθώς κράτη και εταιρίες που δε θα μπορέσουν επιτύχουν υψηλά επίπεδα ψηφιακού μετασχηματισμού και να αξιοποιήσουν αποτελεσματικά ψηφιακά εργαλεία όπως η τεχνητή νοημοσύνη και τα μεγάλα δεδομένα, θα οδηγηθούν μοιραία στο περιθώριο. Η πρόκληση είναι πολύ μεγάλη καθώς οι ψηφιακές τεχνολογίες και τα σχετικά μοντέλα δημιουργίας προϊόντων και υπηρεσιών, εξελίσσονται με ταχύτητες που υπερβαίνουν κατά πολύ τις δυνατότητες προσαρμογής των κρατών αλλά και του μέσου όρου των πολιτών και των επιχειρήσεων.
Η αναβάθμιση του στρατηγικού ρόλου του υπουργείου Ψηφιακής πολιτικής, που πλέον συγκεντρώνει όλες τις κρίσιμες δομές πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών και έχει μια ξεκάθαρη στόχευση προς τη μείωση της γραφειοκρατίας και την παροχή υψηλής ποιότητας ηλεκτρονικών υπηρεσιών προς τους πολίτες και τις επιχειρήσεις και, παράλληλα, πολλές επιχειρηματικές πρωτοβουλίες σε κλαδικό επίπεδο, βρίσκονται στη σωστή κατεύθυνση. Στο περιβάλλον αυτό, ακολουθούν πέντε προτάσεις που μπορούν να οριοθετήσουν συγκεκριμένες δράσεις για το κράτος, τους πολίτες και τις επιχειρήσεις.
1. Δημιουργία Μεγάλων και Καλά Οργανωμένων Βάσεων Δεδομένων
Στην ψηφιακή εποχή, τα δεδομένα που διαθέτει ένας οργανισμός αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα περιουσιακά του στοιχεία. Αποτελούν τη βάση για τη λειτουργία προηγμένων ψηφιακών εργαλείων όπως η τεχνητή νοημοσύνη, ενώ η αξία τους μεγαλώνει ανάλογα με το πλήθος των δεδομένων αλλά και την οργάνωσή τους, που διευκολύνει την επεξεργασία τους. Δεν είναι τυχαίο ότι οι “ηγέτες” της τεχνητής νοημοσύνης παγκοσμίως (π.χ. Google, Apple, Facebook) είναι οργανισμοί που διαθέτουν τα περισσότερα και καλύτερα οργανωμένα δεδομένα.
Είναι λοιπόν επιτακτική ανάγκη οι ελληνικές επιχειρήσεις και οι κρατικοί οργανισμοί να δημιουργήσουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς δημιουργίας, συγκέντρωσης και συνεχούς εμπλουτισμού μεγάλων βάσεων δεδομένων. Πρωτοβουλίες μπορούν να ληφθούν σε επίπεδο κεντρικής κυβέρνησης (π.χ. μεγάλες βάσεις δεδομένων για την υγεία, την εκπαίδευση, την ανάπτυξη, τη δημόσια ασφάλεια), από την τοπική αυτοδιοίκηση (π.χ. πύλες δεδομένων για μεγάλους δήμους), αλλά και από τις επιχειρήσεις (π.χ. επιχειρησιακές βάσεις γνώσης).
Η ανάπτυξη μεγάλων και καλά οργανωμένων βάσεων δεδομένων θα δώσει αξία σε άλλες υποδομές που αναπτύσσονται παράλληλα στη χώρα όπως δικτυακές (5G) και υπολογιστικές υποδομές (cloud/edge). H δημιουργία βάσεων δεδομένων στη χώρα θα πρέπει να αποκτήσει τα επόμενα χρόνια ίδια βαρύτητα με αυτή της ανάπτυξη φυσικών υποδομών σε κρίσιμους τομείς όπως οι μεταφορές, η ενέργεια και οι τηλεπικοινωνίες. Ή και μεγαλύτερη.
2. Δημιουργία και Προσέλκυση Ταλέντων στις Ψηφιακές Τεχνολογίες
Μεταξύ των πρωτοπόρων της ψηφιακής εποχής θα είναι οι χώρες που θα έχουν τα περισσότερα και καλύτερα ταλέντα στις ψηφιακές τεχνολογίες. Το ανθρώπινο κεφάλαιο θα αποτελέσει καθοριστικό παράγοντα για την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα του ψηφιακού μετασχηματισμού κρατών και επιχειρήσεων. Για παράδειγμα, πολύ σύντομα τα κράτη θα επιζητούν ψηφιακά ταλέντα για τη θωράκιση της ασφάλειάς τους, καθώς οι κυβερνο-επιθέσεις εναντίον κρίσιμων υποδομών θα μπορούν να έχουν αντίστοιχα ή και πολλαπλάσια αρνητικά αποτελέσματα σε σχέση με παραδοσιακές πολεμικές συρράξεις. Αντίστοιχα, οι ψηφιακές δεξιότητες του προσωπικού μιας εταιρίας θα αποτελούν βασικά συστατικό της αποτελεσματικότητας των διαδικασιών προώθησης ή πωλήσεων προϊόντων.
Η Ελλάδα οφείλει να αναπτύξει μια στρατηγική δημιουργίας αλλά και προσέλκυσης ατόμων με εξαιρετικές ψηφιακές δεξιότητες. Η δημιουργία ταλέντων απαιτεί επεμβάσεις σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης ώστε τα μαθηματικά, η στατιστική, η πληροφορική και κυρίως ο συνδυασμός τους να οδηγεί σε παραγωγή μεγάλων αριθμών ψηφιακά ταλαντούχων επαγγελματιών και στελεχών. Τα άτομα αυτά θα στηρίξουν την ανάπτυξη της Ελλάδας τις επόμενες δεκαετίες.
Σε σχέση με την προσέλκυση ταλέντων θα πρέπει να δοθούν κίνητρα (π.χ. φορολογικά ή και άλλα ωφελήματα) σε Έλληνες που έχουν εγκαταλείψει τη χώρα ή και ξένους υπηκόους για να προσφέρουν τις υπηρεσίες και τις γνώσεις τους. Στόχος δεν πρέπει να είναι μόνο η ανάσχεση του “brain drain”, αλλά η προσέλκυση δυνατών μυαλών από όλο τον κόσμο που θα δώσουν στη χώρα αναπτυξιακή δυναμική και προϋποθέσεις πρωτοπορίας στην ψηφιακή εποχή.
3. Προγράμματα Δια Βίου Μάθησης με Έμφαση στις Ψηφιακές Δεξιότητες
Πέρα από τα ταλέντα, είναι ιδιαίτερα σημαντικό όλοι οι πολίτες της χώρας να αισθάνονται και να είναι συμμέτοχοι στον ψηφιακό μετασχηματισμό, αντί να αντιμετωπίζουν με φόβο το μέλλον και να αισθάνονται τον κίνδυνο του ψηφιακού αποκλεισμού. Προς την κατεύθυνση αυτή το κράτος αλλά και οι επιχειρήσεις οφείλουν να επενδύσουν σε προγράμματα ανάπτυξης ψηφιακών δεξιοτήτων. Η ανάπτυξη τέτοιων προγραμμάτων είναι ευκολότερη από ποτέ, εξαιτίας της πληθώρας περιεχομένου και μαθημάτων που είναι πλέον διαθέσιμα και προσβάσιμα από το διαδίκτυο. To περιεχόμενο και τα μαθήματα αυτά μπορούν να ενισχυθούν με προγράμματα παραδοσιακής μάθησης, ανάλογα με τις ανάγκες των εκπαιδευομένων και των επιχειρήσεων. Συνολικά, οι επιχειρήσεις και το κράτος θα πρέπει να αναπτύξουν στρατηγικές δια βίου μάθησης, που να έχουν σε πρώτη προτεραιότητα την ανάπτυξη αλλά και τη διαρκή αναβάθμιση των ψηφιακών δεξιοτήτων των εργαζομένων. Παράλληλα θα πρέπει να εμπλουτιστούν και να ενισχυθούν τα προγράμματα που απευθύνονται στον γενικό πληθυσμό και τους ανέργους.
4. Ανάπτυξη Κέντρων Ψηφιακής Καινοτομίας με Ενεργή Συμμετοχή Επιχειρήσεων
Οι νικητές της ψηφιακής εποχής θα είναι όχι όσοι θα δημιουργήσουν ψηφιακές υποδομές, αλλά κυρίως όσοι μπορέσουν να τις αξιοποιήσουν για να δημιουργήσουν καινοτόμα προϊόντα και υπηρεσίες. Η καινοτομία στην ψηφιακή εποχή παρουσιάζει όμως ιδιαιτερότητες και σε πολλές περιπτώσεις απαιτεί συνεργασίες και συνέργειες μεταξύ οργανισμών με διαφορετική κουλτούρα και δεξιότητες. Για παράδειγμα, ο καινοτόμος ψηφιακός μετασχηματισμός της βιομηχανίας επιβάλει τη στενή συνεργασία επιχειρήσεων με ερευνητικούς οργανισμούς, ενώ η ψηφιακή καινοτομία στον χρηματοπιστωτικό τομέα περνάει πολλές φορές από τη συνεργασία τραπεζών με εταιρίες χρηματοπιστωτικής τεχνολογίας (FinTech). Παράλληλα, οι μικρότερες και μεσαίες εταιρίες χρειάζονται υποστήριξη στην ανάπτυξη ψηφιακών δεξιοτήτων αλλά και σε τεχνολογικά, νομικά, κανονιστικά και επιχειρηματικά θέματα.
Για την αντιμετώπιση των παραπάνω προκλήσεων υπάρχει στην Ευρώπη μια τάση ανάπτυξης κέντρων ψηφιακής καινοτομίας (Digital Innovation Hubs) που προάγουν τις απαιτούμενες συνεργασίες και διευκολύνουν τις επιχειρήσεις στην πρόσβασή τους σε απαραίτητους πόρους για την ανάπτυξη καινοτομικών προϊόντων, υπηρεσιών και διαδικασιών. Τέτοια κέντρα έχουν δημιουργηθεί και στην Ελλάδα, κυρίως από πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα.
Τα επόμενα χρόνια θα πρέπει αυτές οι πρωτοβουλίες να ενισχυθούν, με έμφαση στην ενεργή συμμετοχή των επιχειρήσεων, την ανάπτυξη των απαιτούμενων συνεργιών αλλά και της κατάλληλης θεματικής στόχευσης. Θα ήταν χρήσιμο τέτοια κέντρα να δημιουργηθούν ως συμπράξεις ιδιωτικού και δημοσίου τομέα, και να αξιολογούνται όχι μόνο με ακαδημαϊκά κριτήρια, αλλά με δείκτες παραγωγής καινοτομίας και επιχειρηματικών αποτελεσμάτων.
5. Δημιουργία Εθνικής Στρατηγικής για την Τεχνητή Νοημοσύνη
Τα τρία τελευταία χρόνια δεκάδες χώρες έχουν αρχίσει την ανάπτυξη εθνικών στρατηγικών για την τεχνητή νοημοσύνη. Οι στρατηγικές αυτές διατυπώνουν το όραμα κάθε χώρας για την τεχνητή νοημοσύνη, αναδεικνύουν τις στοχεύσεις της χώρας σε σχέση με τον παγκόσμιο ανταγωνισμό και οριοθετούν συγκεκριμένες δράσεις για την αντιμετώπιση τεχνολογικών, ηθικών, νομικών, εργασιακών και κοινωνικών ζητημάτων. Τα ζητήματα αυτά είναι ζωτικής σημασίας για το μέλλον των κοινωνιών, καθώς επηρεάζουν άμεσα την εργασία, την οικονομία και τα φορολογικά έσοδα, τις κοινωνικές πολιτικές και αλλά και τις στρατηγικές εκπαίδευσης και τεχνολογικής ανάπτυξης.
Είναι κατάλληλη στιγμή και η Ελλάδα να αναπτύξει μια εθνική στρατηγική για την τεχνητή νοημοσύνη, που θα αναγνωρίσει τους τρόπους με τους οποίους θα επηρεαστεί μεγάλος αριθμός εθνικών πολιτικών. Η πρόταση για δημιουργία μιας τέτοιας εθνικής στρατηγικής έχει διατυπωθεί ήδη και από τον υφυπουργό Παιδείας & Θρησκευμάτων. Είναι καιρός να ξεκινήσει η διαμόρφωσή της.
Οι παραπάνω προτάσεις έρχονται να συμπληρώσουν ή και να ενισχύσουν ένα μεγάλο αριθμό άλλων δράσεων ψηφιακής ανάπτυξης και στρατηγικής του κράτους και των επιχειρήσεων. Η χώρα μας είναι αρκετά πίσω στην 4η βιομηχανική επανάσταση και την τεχνητή νοημοσύνη, αλλά το παιχνίδι δεν έχει χαθεί. Η 4η βιομηχανική επανάσταση βρίσκεται στα αρχικά της στάδια και η πλήρη ανάπτυξή της έχει ορίζοντα πενήντα ή περισσότερων ετών. Πρόκειται για ένα μαραθώνιο και όχι για μια κούρσα ταχύτητας και αυτό που χρειάζεται είναι να ενεργήσουμε άμεσα και να δοθούν όραμα και απτοί στόχοι σε κράτος, πολίτες και επιχειρήσεις.
*Ο Γιάννης Σολδάτος είναι Καθηγητής του Athens Information Technology και μέλος του Advisory Board της διαΝΕΟσις.