Η εκλογή του Τραμπ είναι απλώς η σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι. Μέσα σε ένα χρόνο αναμένεται μια σειρά εκλογικών αναμετρήσεων στην Ευρώπη, με ισχυρές τις πιθανότητες να δούμε λαϊκιστκά κόμματα να κυριαρχούν στο χάρτη. Σήμερα, από τα 28 κράτη μέλη, στα 26 υπάρχει τουλάχιστον ένα λαϊκιστικό κόμμα εντός βουλής και σε 9 χώρες, αυτά τα κόμματα είτε κυβερνούν μόνα τους είτε συμμετέχουν σε κυβερνήσεις συνεργασίας. Η εποχή που ακραία, λαϊκιστικά κόμματα παρέμεναν στην αντιπολίτευση ή και εκτός Βουλής και «φώναζαν» από τα μετόπισθεν έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί.
Από τα 4 λαϊκιστικά κόμματα που κέρδιζαν τις εκλογές τα τελευταία χρόνια, τα δύο κυβερνούν έχοντας την απόλυτη πλειοψηφία: στην Ουγγαρία το κόμμα Ουγγρική Ένωση Πολιτών (Fidesz) και στην Πολωνία το κόμμα Nόμος και Δικαιοσύνη. Στην Ελλάδα και τη Βουλγαρία τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και το GERB (Πολίτες για την Ευρωπαϊκή Ανάπτυξη της Βουλγαρίας) αντιστοίχως, έχουν χρειαστεί τη συνεργασία με μικρότερα, εξίσου ή περισσότερο (κατά κανόνα) λαϊκιστικά κόμματα, προκειμένου να μπορέσουν να σχηματίσουν βιώσιμη κυβέρνηση. Στην Ελλάδα επελέγη το ακροδεξιό κόμμα των Ανεξάρτητων Ελλήνων, ενώ στη Βουλγαρία το Πατριωτικό Μέτωπο.
Και οι τέσσερις περιπτώσεις παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όχι μόνο γιατί αποτελούν τα δημοφιλέστερα «λαϊκιστικά» κόμματα αλλά και γιατί το ελληνικό παράδειγμα ρίχνει φως στον εξ αριστερών λαϊκισμό και έτσι όπως εφαρμόζεται σήμερα.
Ας πάρουμε τα πράγματα όμως, με τη σειρά.
ΟΥΓΓΑΡΙΑ – FIDESZ
Δείτε το Γράφημα του Λαϊκισμού (Populism Graph). Oπώς βλέπετε, ο μεγάλος «νικητής» στις χώρες μέλη της ΕΕ, σε ό,τι αφορά την επιρροή των λαϊκιστικών κομμάτων είναι η Ουγγαρία. Η Ουγγαρία ηγείται σε αυτόν τον τομέα τα δύο τελευταία χρόνια, με ένα συγκλονιστικό ποσοστό των πολιτών να προτιμούν τέτοια κόμματα: 72% το 2015 και 68% το 2016! Ο αδιαμφισβήτητος νικητής είναι το κυβερνών κόμμα Fidesz, του συντηρητικού, εθνικιστή (άλλοτε ατίθασο νιάτο και γραμματέας της νεολαίας του Κομμουνιστικού Κόμματος και λίγο μετά, εναντίον του κομμουνιστικού καθεστώτος και των Σοβιετικών, στο παρά 5 της μεταπολίτευσης) Βίκτορ Ορμπάν.
Η διακυβέρνηση της Ουγγαρίας από το Fidesz οδηγεί τη χώρα σε νέους δρόμους… πολύ στενούς όμως. Τόσο η ρητορική όσο και τα μέτρα που λαμβάνει η συντηρητική κυβέρνηση χαρακτηρίζονται από μια ολοένα και αυξανόμενη σκληρότητα. Επί των ημερών του η φτώχεια έχει αυξηθεί. Το 2013 το ΑΕΠ της Ουγγαρίας βρέθηκε στα επίπεδα του 2004, όπως είχε συμβεί και το 2009, όταν αποχώρησε η κυβέρνηση της Κεντροαριστεράς. Γενικότερα η απόδοση της ουγγρικής Οικονομίας είναι πάρα πολύ χαμηλή. Ο Όρμπαν κέρδισε χρόνο λόγω της ρήξης του με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το οποίο και αποχώρησε από τη Βουδαπέστη. Ωστόσο ο Όρμπαν ακολούθησε σε μεγάλο βαθμό ένα σκληρό οικονομικό πρόγραμμα, αντίστοιχο με αυτό που πρότειναν οι πιστωτές. Ταυτόχρονα, επένδυε τα μέτρα αυτά με μια ρητορική που λέει: αυτά τα μέτρα είναι δικά μας, δεν είναι των κακών πιστωτών. Η βασική αρχή που προβάλλει ο Ορμπάν, όπως κάθε λαϊκιστής που σέβεται τον εαυτό του είναι απλή: για όλα φταίνε οι άλλοι, όχι εμείς. Μια επικοινωνιακή στρατηγική που κινείται στις παρυφές της πραγματικότητας. Στην πρώτη τετραετία του, ο Ορμπάν φρόντισε να φέρει ένα καινούριο νόμο για τα media, που είχε προκαλέσει, μάλιστα, διεθνείς αντιδράσεις αλλά και αντιρρήσεις από την Κομισιόν. Συγκεκριμένα, στα τέλη του 2010 η κυβέρνηση του Όρμπαν, με σχετικό νόμο, ίδρυσε την Κρατική Αρχή Μέσων Ενημέρωσης, μια αρχή που ελέγχεται πλήρως από το Φιντέζ και με τη σειρά της ελέγχει όλα τα μέσα ενημέρωσης. Ραδιόφωνα, τηλεοράσεις, blogs, sites. Mε πιο πρόσφατη νομοθεσία απαγορεύτηκαν οι πολιτικές διαφημίσεις στα ιδιωτικά κανάλια. Με αυτόν τον τρόπο η αντιπολίτευση είχε πολύ μικρή πρόσβαση στα ΜΜΕ. Πρόσφατα η λεγόμενη δημόσια τηλεόραση μετατράπηκε σε απλό μέσο κυβερνητικής προπαγάνδας, καθώς και τα τρία κανάλια της ελέγχονται πλήρως από τον Ορμπάν. Τα μεγάλα ιδιωτικά κανάλια δεν έπαιζαν καθοριστικό πολιτικό ρόλο στην Ουγγαρία καθώς ελέγχονταν από ξένους επιχειρηματίες. Πρόσφατα μια ομάδα επιχειρηματιών, θολής προέλευσης, αγόρασαν το μεγαλύτερο ιδιωτικό κανάλι και λέγεται πως πρόκειται για επιχειρηματίες που πρόσκεινται στον Ορμπάν. Ελάχιστες εφημερίδες και πολύ μικρά κανάλια εκφράζουν πλέον έναν αντιπολιτευτικό λόγο.
Το καθεστώς Ορμπάν δεν φρόντισε να περιβάλλει με την προπαγανδιστική στοργή του μόνο τα ΜΜΕ της χώρας. Εχει κάνει ως ουκ έστιν αριθμός συνταγματικές αναθεωρήσεις. Σε μια από τις πολλές του 2013 θέσπισε μια σειρά αλλαγών που έβγαλαν λιγοστούς Ούγγρους στους δρόμους. Μεταξύ άλλων περιορίστηκαν οι αρμοδιότητες του Aνωτάτου Δικαστηρίου, οι φοιτητές έχασαν το επίδομα φοίτησης αν δεν εργαστούν μετά τις σπουδές τους στη Ουγγαρία κι οι άστεγοι θα πληρώνουν πρόστιμο ή θα μπαίνουν φυλακή αν κοιμούνται στο δρόμο.
Το πιο πρόσφατο πολεμικό μέτωπο του Ορμπάν είναι το προσφυγικό. Το κόμμα του χρησιμοποίησε από την αρχή μια ακραία δεξιά ρητορική μίσους με στόχο να κερδίσει από αυτή την κρίση, σχεδόν πριν καλά καλά ξεκινήσει αυτή. Η κυβέρνηση άνοιξε Εθνική Διαβούλευση για τη μετανάστευση και ταυτόχρονα έτρεξε μια διαφημιστική εκστρατεία. Σε όλες τις περιπτώσεις ήθελε να καταστήσει απολύτως και προκαταβολικά σαφές τι πιστεύει η Ουγγαρία: απορρίπτει τη μετανάστευση. Το σύμβολο αυτής της λογικής είναι ο φράχτης με τα ξυράφια στα ανατολικά σύνορα της χώρας. Η ακραία ξενοφοβική ρητορική, όμως, της κυβέρνησης, είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθεί η επιρροή του νεοναζιστικού κόμματος Jobbik, όπως συμβαίνει συνήθως όταν ένα κόμμα προσχωρεί στην ακραία ατζέντα του «αντιπάλου».
Αυτή η παρενέργεια των πράξεων του Ορμπάν, δεν είναι η μόνη που μπορεί να του χαλάσει τα σχέδια. Θυμίζουμε το πρόσφατο δημοψήφισμα για την μετεγκατάσταση των προσφύγων, όπου, ουσιαστικά ο Ορμπάν ηττήθηκε πολιτικά, καθώς οι Ούγγροι αποφάσισαν για πρώτη φορά να αντιδράσουν κάπως πιο συντεταγμένα, μη συμμετέχοντας στη διαδικασία, γεγονός που οδήγησε το δημοψήφισμα σε ακύρωση. Εννοείται ότι τα 3 εκατομμύρια, ωστόσο, που συμμετείχαν, υπερψήφισαν τη δική του άποψη, εναντίον του σχεδίου της ΕΕ. Ο Ορμπάν φυσικά θεώρησε ότι κέρδισε. Προ δύο ημερών, επιχείρησε να περάσει νομοσχέδιο για την αναθεώρηση του Συντάγματος που προέβλεπε την απαγόρευση της μετεγκατάστασης μεταναστών και προσφύγων στη χώρα. Το ουγγρικό κοινοβούλιο όμως απέρριψε την πολλοστή προσπάθεια του Ορμπάν να φέρει το σύνταγμα στα μέτρα του. Ετσι ο Ορμπάν απέτυχε, προσωρινά, να εγγράψει στο Σύνταγμα την εχθρική προς τους μετανάστες πολιτική του, αλλά η ρητορική του ευνοεί το ακροδεξιό κόμμα Jobbik του Γκαμπόρ Βόνα που φιλοδοξεί να εκθρονίσει το Fidesz στις βουλευτικές του 2018.
Η ρητορική Ορμπάν
Η βάση της ρητορικής του Ορμπάν είναι απλή: οι Ούγγροι πρέπει να προστατευτούν από τους εσωτερικούς και τους εξωτερικούς εχθρούς. Οι εσωτερικοί κίνδυνοι περιλαμβάνουν τόσο τα αριστερά όσο και τα φιλελεύθερα κόμματα, τους διανοούμενους, τις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις και τον συνήθη ύποπτο, όχι μόνο στην Ουγγαρία, τον Τζορτζ Σόρος (ο οποίος έχει ουγγρική καταγωγή, έχει επενδύσει εκατομμύρια δολάρια στην Ουγγαρία, έχει ιδρύσει το Central European University και με δική του υποτροφία βρέθηκε ο Ορμπάν στην Οξφόρδη την περίοδο 1989-90). Oι εξωτερικοί εχθροί είναι οι Πολυεθνικές Εταιρίες, οι τράπεζες (για τις οποίες επιφύλαξε και ένα νέο νόμο) ενώ ο μεγαλύτερος εχθρός δεν είναι άλλος από τις Βρυξέλλες. Και φυσικά, η κυβέρνηση προσπαθεί να φέρει εις πέρας έναν πραγματικό πόλεμο εναντίον της ΕΕ, με στόχο την ελευθερία και την ανεξαρτησία των Ούγγρων. Όπως θα δείτε και στη συνέχεια οι πρακτικές των δημαγωγών και λαϊκιστών δεν διαφέρουν πολύ.
«Η αντιευρωπαϊκή ρητορική είναι εμφανώς ένα στοιχείο του λαϊκισμού του Fidesz πέρα από τους υπαινιγμούς για μία γενική συνωμοσία του χρηματοπιστωτικού κόσμου ενάντια στην Ουγγαρία» λέει ο Αντράς Σβάιτζερ, πολιτικός επιστήμονας, δημοσιογράφος στην ουγγρική εφημερίδα «HVG» και ερευνητής στη δεξαμενή σκέψης «Ινστιτούτο 1956» στη Βουδαπέστη.
ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ – GERB
Στο ίδιο Γράφημα του Λαϊκισμού (Populism Graph) το… ασημένιο μετάλλιο κατακτά η Βουλγαρία. Η πλειοψηφία των πολιτών στηρίζουν με την ψήφο τους το GERB (Πολίτες για την Ευρωπαϊκή Ανάπτυξη της Βουλγαρίας). Το GERB μάλιστα ήταν το πιο δημοφιλές λαϊκιστικό κόμμα το 2015, με το 52% των Βούλγαρων να το προτιμούν. Το ποσοστό αυτό έχει πέσει στο 38% το 2016. Το Πατριωτικό Μέτωπο, είναι ένα ακροδεξιό κόμμα που απέσπασε στις εκλογές το 7% των ψήφων και με ένα σύνολο περίπου 45% τα δύο κόμματα συνεργάστηκαν. Το κόμμα του Μπορίσοφ, το GERB, χρησιμοποιεί μια καθαρή λαϊκιστική ρητορική, κάνει τον κλασικό διαχωρισμό «εμείς και οι άλλοι» και, όπως και στην Ουγγαρία, πρέπει να προστατέψει τους πολίτες από τον εχθρό. Εδώ ο εχθρός είναι το «παλιό», τα «παλιά συστημικά κόμματα», «το διεφθαρμένο παρελθόν». Το Μάιο ο πρωθυπουργός της Βουλγαρίας Μπόικο Μπορίσοφ απώλεσε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία που απολάμβανε, μετά την παραίτηση ενός αντιπροέδρου της κυβέρνησης, μέλους του μικρού κόμματος ABV που αποφάσισε να μην στηρίζει πλέον άνευ όρων την κυβέρνηση. Ο Μπορίσοφ στηριζόταν μέχρι σήμερα στο ABV και στο εθνικιστικό Πατριωτικό Μέτωπο (18 βουλευτές). Η αποχώρηση του ABV από την κυβέρνηση ενισχύει το Πατριωτικό Μέτωπο και τις εθνικιστικές θέσεις του. Πρόσφατα το κόμμα αυτό είχε προτείνει ένα νομοσχέδιο που απαγορεύει στις γυναίκες να φορούν το νικάμπ, το ισλαμικό ένδυμα που αφήνει ακάλυπτα μόνο τα μάτια, ως απάντηση στα τρομοκρατικά χτυπήματα που έγιναν με ευρωπαϊκούς στόχους, αλλά και τη διογκούμενη μετανάστευση, θέματα, φυσικά, που το Πατριωτικό Μέτωπο, θεωρεί απολύτως συνδεδεμένα. Ο πραγματικός στόχος όμως δεν είναι οι πρόσφυγες, δεδομένου ότι η Βουλγαρία έχει κλειστά σύνορα και δεν αντιμετωπίζει σοβαρό προσφυγικό πρόβλημα. Ο πραγματικός στόχος είναι οι μουσουλμάνοι πολίτες της Βουλγαρίας, που ανέρχονται σε ένα 10% των πολιτών. Οι θέσεις του Πατριωτικού Μετώπου για τους βούλγαρους μουσουλμάνους είναι γνωστές: απαγόρευση χρήσης της τουρκικής γλώσσας ως επίσημης γλώσσας της τουρκικής μειονότητας της Βουλγαρίας, καταναγκαστική εργασία (!) για τους γονείς των παιδιών που δεν μιλούν Βουλγαρικά όταν φτάνουν στην ηλικία που πρέπει να πάνε σχολείο, στάθμευση συστοιχιών πυραύλων στα βουλγαρο-τουρκικά σύνορα και εν γένει μέτρα αναγκαστικού εκβουλγαρισμού της τουρκικής μειονότητας της Βουλγαρίας.
Σήμερα, Κυριακή, 13 Νοεμβρίου, περίπου 6,8 εκατομμύρια ψηφοφόροι καλούνται να επιλέξουν στο δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών μεταξύ της προέδρου του κοινοβουλίου Τσέτσκα Τσάτσεβα από το συντηρητικό κυβερνών κόμμα GERB και του Ρούμεν Ράντεφ, ο οποίος μέχρι το καλοκαίρι ήταν διοικητής των αεροπορικών δυνάμεων πριν δεχτεί το χρίσμα των σοσιαλιστών. Φαβορί είναι ο πρώην αρχηγός της Πολεμικής Αεροπορίας, ο οποίος θεωρείται προσκείμενος της Μόσχας αφού τάσσεται υπέρ της άρσης των ευρωπαϊκών κυρώσεων κατά της Ρωσίας. Η ψηφοφορία μπορεί να οδηγήσει στην πτώση του συντηρητικού πρωθυπουργού Μπόικο Μπορίσοφ, ο οποίος έχει δεσμευτεί ότι θα παραιτηθεί «από απόψε» σε περίπτωση ήττας της Τσάτσεβα.
ΠΟΛΩΝΙΑ – PiS
Στην Πολωνία, το «συντηρητικό», ευρωσκεπτικιστικό Κόμμα Δικαίου και Δικαιοσύνης (PiS) επέστρεψε στην εξουσία στο 2015. Eίναι το τρίτο πιο δημοφιλές λαϊκιστικό κόμμα της ΕΕ. Kέρδισε τις εκλογές το 2015 με ποσοστό 38% και σχημάτισε κυβέρνηση πλειοψηφίας. Ο ηγέτης του Γιαροσλάβ Κατσίνσκι ανέλαβε την εξουσία πέρσι, πήρε αμέσως τον έλεγχο πολωνικών βασικών θεσμικών οργάνων, συμπεριλαμβανομένου του Συνταγματικού Δικαστηρίου, του γραφείου του δημόσιου κατήγορου, τα δημόσια Μέσα και τις δημόσιες επιχειρήσεις, ακόμα και τους κρατικούς στάβλους αλόγων. Ο Κατσίνσκι εισήγαγε στις αρχές του 2016 τον αμφιλεγόμενο νόμο για τα δημόσια μέσα ενημέρωσης, που έχει επικριθεί από την αντιπολίτευση και έχει προκαλέσει την ανησυχία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο νόμος θέτει ουσιαστικά τη δημόσια τηλεόραση και τη δημόσια ραδιοφωνία υπό τον έλεγχο της συντηρητικής κυβέρνησης. Στο εξής ο υπουργός Οικονομικών έχει την αρμοδιότητα να διορίζει και να ανακαλεί τους νέους διευθυντές των δημόσιων μέσων ενημέρωσης, οι οποίοι επιλέγονταν μέχρι σήμερα με διαγωνισμό του Εθνικού Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου (KRRiT).
Λίγο νωρίτερα νομοθετήθηκε η ενισχυμένη πλειοψηφία των δύο τρίτων για τις αποφάσεις του Δικαστηρίου, στο οποίο θα πρέπει στο εξής να παρίστανται, προκειμένου να εγκρίνουν υποθέσεις μεγάλης σημασίας, 13 από τους 15 δικαστές του, αντί εννέα προηγουμένως. Το κυβερνών κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη (PiS) είχε ήδη διορίσει πέντε δικαστές της επιλογής του στο δικαστήριο, έπειτα από μία αμφιλεγόμενη διαδικασία, κάτι που αναμένεται να του επιτρέψει να μπλοκάρει εύκολα τις μη ευνοϊκές αποφάσεις του Δικαστηρίου. Το Μάιο Ο συντηρητικός πρόεδρος της Πολωνίας Αντρέι Ντούντα υπέγραψε χθες έναν νόμο που απαγορεύει κάθε αναφορά σε δρόμους, δημόσια κτίρια και χώρους που διαδίδει τον κομμουνισμό ή οποιοδήποτε άλλο ολοκληρωτικό καθεστώς. Σύμφωνα με την ερμηνευτική εγκύκλιο του νόμου, οι ονομασίες σε κτίρια, δρόμους, οδούς, πλατείες, γέφυρες “δεν μπορούν να τιμούν ανθρώπους, οργανώσεις, γεγονότα και ημερομηνίες που συμβολίζουν τον κομμουνισμό ή οποιαδήποτε άλλο ολοκληρωτικό καθεστώς, είτε προάγουν το καθεστώς με άλλους τρόπους”. Παρόμοιοι νόμοι που απαγορεύουν την προπαγάνδα υπέρ του κομμουνισμού έχουν ψηφισθεί και σε άλλες χώρες, όπως την Ουγγαρία, την Μολδαβία και την Ουκρανία.
Και δεν είναι μόνο αυτά: νέοι φόροι στις τράπεζες και τις ασφαλιστικές εταιρίες αλλά και ένας νέος νόμος που απαγορεύει σε ξένους να αγοράσουν γη και μια μεταρρύθμιση στη δικαιοσύνη, η οποία θυμίζει τις παρεμβάσεις Ορμπάν στην Ουγγαρία. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις η διεθνής κοινότητα έχει αντιδράσει. Για τον Γιαροσλάβ Κατσίνσκι όλοι αυτοί οι οργανισμοί που θέτουν ζητήματα Δημοκρατίας είναι οι «εχθροί». Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση δείχνει να έχει αποκαταστήσει στενότατες σχέσεις με την Καθολική Εκκλησία, ακολουθώντας πολιτική αποκλεισμού σε ό,τι αφορά τις σχέσεις και την ισότητα των Φύλων, ενώ πριν από λίγες ημέρες ο Κατσίνκσι υποχρεώθηκε σε οπισθοχώρηση σε νομοσχέδιο που απαγόρευε τελείως τις αμβλώσεις, μετά τις ηχηρές διαμαρτυρίες εκατομμυρίων γυναικών που αντέδρασαν στην… κυοφορούμενη νομοθεσία. Ο Κατσίνκσι μάλιστα ανακοίνωσε στις 13 Οκτωβρίου: «Θα αγωνιστούμε για να διασφαλίσουμε ότι ακόμα και όταν οι εγκυμοσύνες είναι πολύ δύσκολες, όταν το παιδί είναι καταδικασμένο σε θάνατο ή είναι σοβαρά παραμορφωμένο, θα έρθουν σε πέρας έτσι ώστε το παιδί να μπορεί να βαφτιστεί, να ταφεί και να του δοθεί ένα όνομα».
Πεδίον δόξης λαμπρόν βέβαια είναι το προσφυγικό. Ο Κατσίνσκι απείλησε «τα παράσιτα», τους πρόσφυγες, έχει εξηγήσει στους Πολωνούς ότι οι πρόσφυγες θα τους κολλήσουν αρρώστιες και φυσικά έχει διαμηνύσει ότι δεν υπάρχει θέση εργασίας για πρόσφυγες στην Πολωνία. Οι πρόσφυγες είναι δυνάμει τρομοκράτες, λέει η Πολωνία και η χώρα αρνείται να υποδεχθεί τους 7.000 ανθρώπους που της αναλογούν σε αυτή τη φοβερή ανθρωπιστική κρίση.
ΕΛΛΑΔΑ- ΣΥΡΙΖΑ
Σύμφωνα με οργανισμούς Policy Solutions και τον Foundation for European Progressive Studies, που εκπονούν σταθερή έρευνα για τον Λαϊκισμό, στην Ελλάδα περίπου οι μισοί πολίτες ακολουθούν κάποιο λαϊκιστικό κόμμα. Το μεγαλύτερο μέρος της πίτας ανήκει στον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος συγκυβερνά με ένα καθαρόαιμο δεξιό, συντηρητικό, μικρό κόμμα, τους Ανεξάρτητους Έλληνες. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το κατεξοχήν παράδειγμα, για επιστήμονες, θεωρητικούς, μελετητές, ερευνητές αλλά και βέβαια πολιτικούς και πολίτες, εφαρμογής ενός αριστερόστροφου λαϊκισμού.
Σε τι διαφέρει από τον δεξιό λαϊκισμό; Το αριστερό κόμμα δεν κάνει αποκλεισμούς σε κατηγορίες πολιτών, για παράδειγμα εξαιτίας της εθνικότητας ή του σεξουαλικού προσανατολισμού. H σημερινή ελληνική κυβέρνηση αναγνωρίζει τα δικαιώματα των προσφύγων, προσφέρει την ιδιότητα του πολίτη στα παιδιά των μεταναστών, νομοθετεί υπέρ του Συμφώνου Συμβίωσης και για τα ομόφυλα ζευγάρια, χωρίς, φυσικά, να προχωράει στο ζήτημα του γάμου ή της τεκνοθεσίας. Παραμένει σε ένα συντηρητικό πλαίσιο σε σχέση με τη Βόρεια Ευρώπη, κάνοντας μικρά προοδευτικά βήματα σε σχέση με το παρελθόν της ίδιας της Ελλάδας.
Αυτός ο λαϊκισμός «χωρίς αποκλεισμούς» έχει περιγραφεί πολύ εύγλωττα από τους Cas Mudde και Cristobal Rovira Kaltwasser, στην εργασία τους «Exclusionary vs. Inclusionary Populism: Comparing the Contemporary Europe and Latin America” Government & Opposition Vol. 48 Iss. 2 (2013)», όπου γίνεται σύγκριση ανάμεσα στον Λαϊκισμό της Ευρώπης και το Λαϊκισμό της Λατινικής Αμερικής. Ο ΣΥΡΙΖΑ κινείται στα χνάρια του δεύτερου είδους.
Eκεί που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θυμίζει σε τίποτα «αριστερής προέλευσης λαϊκιστικό κόμμα» είναι ο «κοσμικός χαρακτήρας του κράτους» και οι «αμυντικές δαπάνες». Τόσο η Εκκλησία, όσο και ο Στρατός δείχνουν να επιβάλλονται με άνεση στις «αριστερές καταβολές» της κυβέρνησης Τσίπρα. Στην έρευνα μάλιστα των διεθνών οργανισμών δεν έχει συμπεριληφθεί και ο πρόσφατος ανασχηματισμός που ήταν σάλπισμα πλήρους οπισθοχώρησης της κυβέρνησης απέναντι στο ιερατείο και τον δεξιό κυβερνητικό εταίρο.
Εκεί που ο ΣΥΡΙΖΑ ακολουθεί κατά γράμμα τη θεωρία αλλά και την πράξη του λαϊκισμού είναι στη ρητορική: χωρίζουμε την κοινωνία στα δύο. Ο λαός είναι ο αδύναμος, ο αδικημένος. Οι άλλοι είναι οι καταπιεστές του, η εξουσία. Όσο ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν αντιπολίτευση τα πράγματα ήταν απλά: εχθρός ήταν η τότε κυβέρνηση και φυσικά η τρόικα. Τώρα που είναι κυβέρνηση πρέπει να βρεθεί ο εχθρός, ο καταπιεστής, ο εξουσιαστής, που φταίει για όλα. Έτσι λοιπόν, παρά την προσπάθεια που έγινε στην αρχή της αριστερής κυβέρνησης να εξαϋλωθεί η τρόικα και να αναβαπτιστεί σε «θεσμούς», πλέον έχουμε την παλινόρθωση της τρόικας και μάλιστα εις διπλούν: είναι η «τρόικα εξωτερικού» η γνωστή αγαπημένη των διεθνών θεσμών και η «τρόικα εσωτερικού», που αποτελείται από όσους τολμήσουν να επισημάνουν την ανάγκη για μεταρρυθμίσεις στην ελληνική οικονομία ή λένε κάτι που μπορεί να ταυτίζεται με τις απαιτήσεις των θεσμών. Οι κυριότεροι εκπρόσωποι της “τρόικας εσωτερικού” είναι όσοι κυβέρνησαν ως χθες, δηλαδή “όλοι οι άλλοι”.
Ο βασικότερος λόγος που ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί παράδειγμα λαϊκιστικού κόμματος είναι η απόλυτη αναντιστοιχία ανάμεσα στα λόγια και τις πράξεις του. Από τις προεκλογικές του υποσχέσεις έχει σπάσει κάθε ρεκόρ μη υλοποίησής τους, ενώ το κερασάκι στην τούρτα ήταν η ιστορία του δημοψηφίσματος, όπου ο πρωθυπουργός της χώρας κάλεσε τους πολίτες να ψηφίζουν ΟΧΙ, το οποίο και μετέτρεψε σε ΝΑΙ, σε πλήρη αντίθεση με τη λαϊκή ετυμηγορία. Σύμφωνα μάλιστα με τους αναλυτές, η κυβέρνηση υποχρεώθηκε να αποδεχτεί αυτό που απέρριψαν οι πολίτες και μάλιστα με πολύ δυσμενέστερους όρους. Ακολούθως νίκησε σε μια γρήγορη εκλογική διαδικασία, σχημάτισε κυβέρνηση με τον «συνήθη ύποπτο» ακροδεξιό εταίρο και άρχισε να εφαρμόζει μέτρα λιτότητας στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση από τις προεκλογικές υποσχέσεις του. Οι αναλυτές βλέπουν τώρα, μια διογκούμενη δυσαρέσκεια προς τον ΣΥΡΙΖΑ, την αύξηση της δημοφιλίας της ΝΔ αλλά και τα αντικυβερνητικά κινήματα διαμαρτυρίας των πολιτών.
Συγκριτικά, η ουγγρική και πολωνική κυβέρνηση θεωρούνται από τους αναλυτές εξαιρετικά επικίνδυνες, που προλειαίνουν το δρόμο για μια «ανελεύθερη δημοκρατία». Η περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ θεωρείται πιο… «ελαφριά» καθώς, αφενός η κυβέρνηση ενδίδει στις διεθνείς πιέσεις, αφετέρου η ελληνική κοινή γνώμη δείχνει πολύ πιο εναργής από τους «φοβισμένους» Ούγγρους και Πολωνούς που φαίνονται πιο «ανεκτικοί» στην «ανελεύθερη δημοκρατία» που επιχειρείται να εγκαθιδρυθεί στις χώρες τους.
Δυσοίωνο το μέλλον
Στην Αυστρία, το ακροδεξιό Κόμμα των Ελευθέρων απέτυχε στις προεδρικές εκλογές του Μαΐου να εκλέξει τον πρώτο ακροδεξιό πρόεδρο σε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αλλά, έπειτα από την ακύρωση της ψηφοφορίας, θα έχει μία δεύτερη ευκαιρία στις 4 Δεκεμβρίου…
Στη Γερμανία, το κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία έχει εξασφαλίσει σειρά εκλογικών νικών σε τοπικές εκλογές . Επενδύοντας στους φόβους που δημιούργησε στον γερμανικό πληθυσμό η είσοδος 1,1 εκατομμυρίου προσφύγων το 2015, φθάνει σε εθνικό επίπεδο στο 12% της πρόθεσης ψήφου. Τον επόμενο χρόνο είναι πιθανόν να εξασφαλίσει είσοδο στο ομοσπονδιακό κοινοβούλιο, για πρώτη φορά μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο στη Γερμανία.
Στη Γαλλία, η επικεφαλής του ακροδεξιού Εθνικού Μετώπου Μαρίν Λεπέν θα είναι, κατά πάσα πιθανότητα, παρούσα στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών. Εσπευσε και αυτή, όμως μετά τον Νάιτζελ Φάρατζ, να συγχαρεί τον Τραμπ, πριν από την επιβεβαίωση της νίκης του. Η πρόεδρος του Εθνικού Μετώπου χαρακτηρίζει «εισβολή» την μεταναστευτική, προσφυγική ροή και θέλει να γίνει δημοψήφισμα για την έξοδο της Γαλλίας από την ΕΕ.
Βασισμένο σε στοιχεία από το progressivepost.eu
Kεντρική φωτό: David Parkins