Ο πόλεμος κατά των ανεξάρτητων δημοσιογράφων στην Ρωσία έχει αλλάξει «πίστα» εδώ και καιρό. Μέχρι πριν λίγο, οι δημοσιογράφοι γίνονταν στόχοι δολοφονικών επιθέσεων, ξυλοδαρμών, διαπόμπευσης, δικαστικών περιπετειών για ψύλλου πήδημα. Στις επιθέσεις αυτές πρωταγωνιστούσαν μισθωμένοι φονιάδες από τις «δημοκρατίες» του Καυκάσου, «γνωστοί – άγνωστοι», ακτιβιστές υπέρ του κλέους της αυτοκρατορίας και της καθαρότητας της πίστης, εισαγγελείς, δικαστές, μυστικές υπηρεσίες.
Το τελευταίο διάστημα όμως, φαίνεται πως η αιχμή του δόρατος και το βαρύ πυροβολικό είναι οι «δημοσιογράφοι» και κυρίως εκείνοι που διαθέτουν δικές τους εκπομπές σχολιασμού στα κρατικά τηλεοπτικά κανάλια.
Χοροστατεί σε αυτές τις επιθέσεις ο Βλαντίμιρ Σολοβιόφ, διδάκτωρ οικονομικών επιστημών, δημοσιογράφος, παρουσιαστής της τηλεοπτικής εκπομπής, συγγραφέας, ηθοποιός, τραγουδιστής και πολιτικός, σκηνοθέτης των ντοκιμαντέρ «Μουσολίνι», «Πρόεδρος» και «Παγκόσμια Τάξη».
Σε συνέντευξη του στην εφημερίδα «Κομσομόλσκαγια Πράντα» την Παρασκευή που μας πέρασε, ξεπέρασε κάθε όριο ζητώντας από την Ανακριτική Υπηρεσία της Ρωσίας να διερευνήσει τις «δραστηριότητες και τις εκπομπές» των δημοσιογράφων του ραδιοσταθμού «Ηχώ» της Μόσχας, εξαιτίας του γεγονότος ότι συνεχίζουν να ασκούν κριτική στη ρωσική κυβέρνηση, αλλά και στον πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν. Προχώρησε μάλιστα ένα βήμα παραπέρα, λέγοντας πως οι δημοσιογράφοι του ραδιοφωνικού σταθμού θα «πρέπει να ανακριθούν».
Η αιτία αυτής της άνευ προηγουμένου επίθεσης θα πρέπει να αναζητηθεί στην έντονη κριτική που ασκεί η δημοσιογραφική ομάδα του ραδιοσταθμού «Ηχώ» στις προπαγανδιστικού περιεχομένου εκπομπές του δημοσιογράφου της κρατικής ρωσικής τηλεόρασης και βασικού opinion maker του ρωσικού δημόσιου χώρου.
Είχε προηγηθεί η επίθεση στην αναπληρώτρια διευθύντρια σύνταξης του ραδιοσταθμού Ξένια Λαρινά κατά την διάρκεια της τηλεοπτικής του εκπομπής. Η δημόσια στοχοποίηση της μη αρεστής δημοσιογράφου έγινε σε μία περίοδο όπου αυξάνεται δραματικά ο αριθμός των επιθέσεων διαφόρων «ακτιβιστών» εναντίον ανθρώπων, καλλιτεχνών, συγγραφέων, ποιητών που δεν συμφωνούν με το επίσημο «αφήγημα» της κυβερνητικής προπαγάνδας.
«Ακτιβιστές» κατά των δικαιωμάτων των μειονοτήτων επιτέθηκαν στη συγγραφέα Λιουντμίλα Ουλίτσκαγια, «ακτιβιστές» υπέρ της προστασίας της μνήμης του αγιοποιημένου τελευταίου τσάρου της Ρωσίας προσπάθησαν να κάψουν κινηματογράφους, προκειμένου να μην προβληθεί η ταινία «Ματίλδη», οργάνωσαν αποκλεισμούς κτιρίων, έκαψαν το αυτοκίνητο του δικηγόρου του σκηνοθέτη, ενώ άλλοι «ακτιβιστές» υπέρ της καθαρότητας της πίστης ματαίωσαν φωτογραφικές εκθέσεις.
Στο σημείο αυτό να διευκρινίσουμε ότι πριν από λίγες ημέρες, άγνωστος (;) επιτέθηκε με μαχαίρι, τραυματίζοντάς την σοβαρά, στη δημοσιογράφο του ραδιοφωνικού σταθμού «Ηχώ» της Μόσχας Τατιάνα Φελγκενγκάουερ.Λίγους μήνες νωρίτερα, η δημοσιογράφος της εφημερίδας «Νόβαγια Γκαζέτα», Γιούλια Λίτινινα, μετά από επιθέσεις που δέχτηκε είτε με δηλητηριώδη ουσία, είτε με πυρπόληση του αυτοκινήτου της, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη Ρωσία, μαζί με την οικογένειά της. Η εφημερίδα «Νόβαγια Γκαζέτα» μετράει ήδη οκτώ (8) νεκρούς δημοσιογράφους μεταξύ των οποίων ήταν η Άννα Πολιτκόφσκαγια, η Νατάλια Εστεμίροβα και ο Γιούρι Στσεκοτσίχιν.
Όλα τα παραπάνω ανάγκασαν τον διευθυντή του ραδιοσταθμού «Ηχώ» της Μόσχας Αλεξέι Βενεντίκτοφ, να δηλώσει πως έδωσε εντολή για την «απομάκρυνση» της Ξένια Λαρινά, δηλαδή, την μετάβασή της στο εξωτερικό, για τουλάχιστον έξι μήνες, προκειμένου να προστατεύσει τη ζωή της ίδιας και της οικογένειάς της Παράλληλα, η διεύθυνση του σταθμού έκανε ομαδική αίτηση για την προμήθεια νόμιμων πυροβόλων όπλων και την έκδοση των σχετικών αδειών οπλοφορίας των συντακτών της, ενώ κατέφυγε και στις υπηρεσίες ειδικών σχολών αυτοάμυνας.
Η ένταση των πιέσεων, η εξαγορά και διάλυση μεγάλων ομίλων ΜΜΕ που δεν ήταν πειθήνια όργανα ενός αόρατου «επικοινωνιακού κέντρου» (όπως του RBK), οι επιθέσεις κατά δημοσιογράφων, τα διαρκώς αυξανόμενα κρούσματα λογοκρισίας με πρόσχημα την «διάδοση τρομοκρατικών ιδεών», η «αόρατη» αυτολογοκρισία των ίδιων των δημοσιογράφων και η «αφόρητη ομοιομορφία» των κειμένων, των εκπομπών και των ειδήσεων, αλλά και η δαμόκλειος σπάθη του νόμου περί «ξένων πρακτόρων», είναι το τοπίο, μέσα στο οποίο ελάχιστοι έντιμοι δημοσιογράφοι προσπαθούν να κάνουν τη δουλειά τους στη σημερινή Ρωσία.