Την 1η Φεβρουαρίου, τα Wikileaks έκαναν μια ανακοίνωση γεμάτη υπονοούμενα για αποκαλύψεις που θα έφερναν σε δύσκολη θέση τον Εμανουέλ Μακρόν: Ο 39χρονος πρώην υπουργός Οικονομικών που την άνοιξη κατεβαίνει ως ανεξάρτητος υποψήφιος στις γαλλικές προεδρικές εκλογές, διατηρούσε στο παρελθόν αλληλογραφία με την Χίλαρι Κλίντον. Το περιεχόμενο αυτής της αλληλογραφίας, που ως γνωστόν είναι στη διάθεση του Τζούλιαν Ασάνζ, μπορεί να περιλαμβάνει αποδείξεις για αμφιλεγόμενες σχέσεις του προεδρικού υποψηφίου με το αμερικανικό πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο.
Αυτός ήταν ο ισχυρισμός του Ασάνζ, ο οποίος ωστόσο δεν είχε να αποκαλύψει και κάτι παραπάνω για τη δράση του Μακρόν κατά την περίοδο πριν και μετά την ανάληψη του υπουργείου Οικονομικών της Γαλλίας (26/ 8/ 2014 – 30/ 8/2016), από όσα μπορεί έτσι κι αλλιώς να διαβάσει κανείς στη Wikipedia. Τα σχόλια κάτω από το “αποκαλυπτικό” τουίτ των Wikileaks αρκούν για να διαπιστώσει κανείς πως σε ό,τι αφορά την αξιοπιστία, ο Αυστραλός χάκερ θεωρείται μάλλον καμμένο χαρτί.
Μπορεί το πλήγμα που κατάφερε στην Χίλαρι Κλίντον να ήταν καθοριστικό, ωστόσο συνέβαλε ώστε να καταρρεύσει οριστικά ο μύθος του σταυροφόρου της διαφάνειας και της ανεξαρτησίας που επί χρόνια καλλιεργούσε για τον εαυτό του. Πόσοι μπορούν ακόμη να αμφιβάλλουν για τις σχέσεις του Αυστραλού Τζούλιαν Ασάνζ με τους χάκερς του Κρεμλίνου;
Το τάιμιγκ της αποκάλυψης – άνθρακα συνιστά μια ακόμη ένδειξη αυτής της ειδικής σχέσης που φαίνεται ότι έχει οικοδομήσει ο Ασάνζ με τους μηχανισμούς προπαγάνδας της ρωσικής κυβέρνησης. Τέσσερις ημέρες πριν το τουίτ των Wikileaks για τον Μακρόν, στις 27 Ιανουαρίου, είχε δει το φως της δημοσιότητας μια αποκάλυψη που έφερνε σε εξαιρετικά δύσκολη θέση τον υποψήφιο της συντηρητικής παράταξης για την προεδρία, Φρανσουά Φιγιόν. Το Penelopegate, όπως έγινε γνωστό, αφορούσε την αποκάλυψη ότι ο Φιγιόν είχε στο παρελθόν εξασφαλίσει στην σύζυγο και δύο από τα παιδιά του αργομισθίες που μεταφράζονταν σε περίπου 900.000 ευρώ δημόσιου χρήματος. Από τη μια μέρα στην άλλη, η δημοτικότητα του Φιγιόν κατέρρευσε, με το 70% περίπου των ψηφοφόρων της Δεξιάς να προκρίνει την αντικατάστασή του. Και ενώ, έως τότε, όλα έδειχναν ότι ο Φιγιόν θα ήταν στη δεύτερη θέση μετά την Μαρίν Λε Πεν, κατά τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών, ξαφνικά βρέθηκε να τρώει τη σκόνη του Εμανουέλ Μακρόν.
Έως τις 27 Φεβρουαρίου, το Κρεμλίνο μπορούσε να είναι ήσυχο ότι όποιο από τα δύο φαβορί των εκλογών κέρδιζε την προεδρία της Γαλλίας, αυτό θα λειτουργούσε προς το συμφέρον της Ρωσίας. Οι σχέσεις της Μαρίν Λε Πεν με την Ρωσία είναι γνωστές, ενώ και ο Φιγιόν είναι φιλικός προς τον Πούτιν κι έχει εκφραστεί υπέρ της άρσης των ευρωπαϊκών κυρώσεων κατά της Ρωσίας. Ο Εμανουέλ Μακρόν, από την άλλη, είναι ο μόνος Γάλλος πολιτικός αρχηγός που έχει κάνει δηλώσεις σχετικά με τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τη ρωσική κυβέρνηση. Η άνοδός του, λοιπόν, στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων έγινε δεκτή με νευρικότητα στο Κρεμλίνο. Αυτό τουλάχιστον προκύπτει από τον τρόπο που, σύμφωνα με ξένους ανταποκριτές στη χώρα, περιγράφουν τα ρωσικά μέσα ενημέρωσης την ατμόσφαιρα στην προεκλογική Γαλλία.
Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Ντμίτρι Κισελιόφ, ο παρουσιαστής της γνωστότερης πολιτικής εκπομπής της κρατικής ρωσικής τηλεόρασης Vesti Nedeli [Εβδομαδιαία Νέα] και γνωστός ως ο βασικός προπαγανδιστής του Κρεμλίνου, αναφερόμενος στα σκάνδαλα που συγκλονίζουν -όπως έλεγε- την γαλλική πολιτική σκηνή, ξέχασε να αναφερθεί είτε στο Penelopegate του Φιγιόν, είτε στην περίπτωση της Μαρίν Λε Πεν: η αρχηγός του Εθνικού Μετώπου διέθεσε περίπου 300.000 ευρώ που προορίζονταν για τους μισθούς των κοινοβουλευτικών βοηθών της, για να πληρώνει μισθούς δύο υπαλλήλων του κόμματός της. Όμως ο Κισελιόφ δεν είπε κουβέντα για κανέναν από τους δύο υποψηφίους. Το πρόσωπο που παρουσίασε να βρίσκεται στο επίκεντρο σκανδάλου που τάχα συγκλονίζει τη Γαλλία, ήταν ο Εμανουέλ Μακρόν. Το περιεχόμενο της ρωσικής τηλεοπτικής εκπομπής θα μπορούσε να μην αφορά κανέναν εκτός Ρωσίας – αλλά δεν είναι έτσι, καθώς ο Κισελιόφ επικαλέστηκε πληροφορίες που δημοσιεύτηκαν στις διεθνείς –γαλλόφωνες και αγγλόφωνες- σελίδες του ειδησεογραφικού πρακτορείου Sputnik. Μαζί με το RT, το Sputnik αποτελεί το επίσημο όργανο τηςπροπαγάνδας του Κρεμλίνου.
Στις 4 Φεβρουαρίου, το Sputnik είχε δημοσιεύσει ένα άρθρο γνώμης με τίτλο «Ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας Μακρόν μπορεί να είναι πράκτορας των Αμερικάνων που κάνει λόμπιγκ για τα τραπεζικά συμφέροντα”. Το άρθρο στήριζε τον ισχυρισμό του σε δύο πράγματα: Το ένα ήταν οι αποκαλύψεις του Ασάνζ, για τις οποίες ο ίδιος είχε δώσει συνέντευξη στην ρωσική εφημερίδα Izvstia – η συνέντευξη είχε πραγματοποιηθεί στις 3/2, ενδεχομένως για να βοηθήσει στην διάδοση της αποκάλυψης εφόσον το τουίτ των Wikileaks δεν είχε προκαλέσει τον θόρυβο που αναμενόταν. Και το δεύτερο ήταν μια συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στην γαλλόφωνη σελίδα του Sputnik, ο Γάλλος βουλευτής της συντηρητικής παράταξης Νικολά Ντουίκ. “Ο Μακρόν εργαζόταν στην τράπεζα των Ρότσιλντ. Η επαγγελματική καριέρα του ήταν αποκλειστικά στον χώρο των τραπεζών και σε όλη τη διάρκειά της, εργαζόταν προς το συμφέρον του μεγάλου αμερικανικού τραπεζικού συστήματος….”, έλεγε ο Ντουίκ, προσθέτοντας ότι εάν ανέλυε κανείς τις μεταρρυθμίσεις του κατά την περίοδο που ήταν υπουργός Οικονομικών, θα διαπίστωνε ότι “στόχευαν στην παγκοσμιοποίηση και το άνοιγμα των αγορών. Υποστηρίζει ανοιχτά την ιδέα του ελεύθερου, παγκόσμιου εμπορίου. Άλλωστε, ως υπουργός, διευκόλυνε την πώληση μεγάλων γαλλικών επιχειρήσεων σε αμερικανικές”.
Αξιοποιώντας το βήμα που του παραχωρούσε το επίσημο όργανο της προπαγάνδας του Κρεμλίνου για να πλήξει τον πολιτικό αντίπαλο του Φιγιόν, ο βουλευτής των Συντηρητικών πήγε ακόμη παραπέρα: “Ο Μακρόν είναι ο αγαπημένος των γαλλικών μίντια, τα οποία ανήκουν σε λίγους ανθρώπους, όπως όλοι γνωρίζουμε. Επιπλέον, ένας από τους ανθρώπους που τον στηρίζουν είναι και ο διάσημος επιχειρηματίας Πιερ Μπερζέ -συνέταιρος και επί χρόνια σύντροφος του Υβ Σεν Λοράν- ο οποίος είναι ανοιχτά γκέι και υποστηρίζει την νομιμοποίηση του γάμου μεταξύ ατόμων ίδιου φύλου. Τον υποστηρίζει, λοιπόν, ένα λόμπι πολύ πλούσιων γκέι. Αυτό τα λέει όλα”.
Τα ομοφοβικά και συνωμοσιολογικά σχόλια του Ντουίκ, προκάλεσαν οργισμένα σχόλια στα κοινωνικά μέσα, οδηγώντας τον σε αποτυχημένες απόπειρες να ανασκευάσει. Στο μεταξύ, οι συντονισμένες προσπάθειες του Ασάνζ και των ρωσικών μέσων ενημέρωσης να παρουσιάσουν τον Εμανουέλ Μακρόν σαν όργανο των αμερικανών και της παγκοσμιοποίησης ενάντια στα συμφέροντα των Γάλλων πολιτών, μέχρι στιγμής δεν αναπαράγονται από τα γαλλικά μέσα ενημέρωσης – αυτά που θα ονομάζαμε συστημικά, αυτά που έχουν κάθε λόγο να ανησυχούν για τις προσπάθειες να υπονομευτεί η δημοκρατική γαλλική πολιτική κουλτούρα στο δρόμο για τις πιο κρίσιμες εκλογές στην πρόσφατη ιστορία της χώρας.