Ο Γκυ Φέρχοφσταντ, πρόεδρος της Συμμαχίας Φιλελευθέρων και Δημοκρατών για την Ευρώπη, μιλώντας την επομένη του Brexit στο ευρωπαικό κοινοβούλιο είπε με το πάθος που τον διακρίνει: «Η έξοδος της Μεγάλης Βρετανίας από την Ενωμένη Ευρώπη είναι το αποτέλεσμα της απόφασης του εκλογικού σώματος. Το σεβόμαστε και το δεχόμαστε έστω κι αν είναι δύσκολο επειδή δεν συμφωνούμε και μας στενοχωρεί. Αυτό, όμως, που κάνει ιδιαίτερα σκληρή την αποδοχή εκ μέρους μας δεν είναι τόσο το αποτέλεσμα αλλά ο τρόπος που αυτό επετεύχθη: η απόλυτα αρνητική καμπάνια, οι αφίσες του κυρίου Φάρατζ με τους πρόσφυγες – αντιγραφή της ναζιστικής προπαγάνδας εναντίον των Εβραίων. Δεν μπορούσα ποτέ να φανταστώ ότι ένα μέλος του Ευρωπαικού Κοινοβουλίου θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τέτοιες μεθόδους: Τα ψέματα ως προς το μεταναστευτικό, τα ψέματα ως προς την άμεση (!) είσοδο της Τουρκίας στην ΕΕ, τα ψέματα για τα 380 εκατομμύρια λίρες που θα επέστρεφαν την επομένη της εξόδου στο σύστημα υγείας. Είναι αυτού του είδους η προπαγάνδα που είναι σοκαριστική-όχι η επιλογή των πολιτών».
Στην πραγματικότητα κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από την προπαγάνδα… απ’ όπου κι αν αυτή προέρχεται. Βεβαίως, υποσυνείδητα, υποκύπτουμε ευκολότερα στην προπαγάνδα η οποία χρησιμοποιεί ριζωμένες αντιλήψεις και προκαταλήψεις του καθενός από μας και που με τη σειρά τους έχουν κι αυτές δημιουργηθεί από μια σειρά παραγόντων, ων ουκ έστι αριθμός: καταγωγή, οικογένεια, χώρα, θρησκεία, επίπεδο μόρφωσης, γενική παιδεία, φύλο κ.ο.κ . Εξάλλου κάποιοι από αυτούς, όπως για παράδειγμα η θρησκεία, είναι το αποτέλεσμα μιας εξαιρετικά ισχυρής προπαγάνδας. Σε κάθε περίπτωση, η έστω και στοιχειώδης γνώση των μεθόδων προπαγάνδας πιθανόν να βοηθούσε στη δημιουργία μιάς περισσότερο κριτικής ματιάς, κυρίως όταν οι αποφάσεις μας επηρεάζουν εκατομμύρια άλλους ανθρώπους. Υπό αυτήν την έννοια, το βιβλίο του Edward L. Bernays “ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ» μπορεί να φανεί πολλαπλώς χρήσιμο. Το πόνημα του ανθρώπου που επινόησε τον όρο Δημόσιες Σχέσεις (Public relations) δημιουργώντας ταυτόχρονα ένα νέο επαγγελματικό κλάδο, κυκλοφόρησε στη Νέα Υόρκη το 1928. (πηγή φωτό)
Σκοπός του βιβλίου, όπως σημειώνει ο συγγραφέας, είναι «να εξηγήσει τη δομή και τον μηχανισμό ελέγχου της κοινής γνώμης καθώς και τον τρόπο με τον οποίο αυτή χειραγωγείται από τον προπαγανδιστή που επιδιώκει να εξασφαλίσει τη δημόσια αποδοχή για μια συγκεκριμένη ιδέα ή ένα εμπόρευμα. Θα προσπαθήσει παράλληλα να βρεί την κατάλληλη θέση στη σύγχρονη δημοκρατική πραγματικότητα γι΄αυτήν τη νέου είδους προπαγάνδα και να προτείνει τον συνεχώς εξελισσόμενο κώδικα δεοντολογίας της και τον τρόπο άσκησής της».
Ο Μπερνέζ συμμετείχε στην Επιτροπή Δημόσιας Πληροφόρησης της κυβέρνησης του προέδρου Γουίλσον. Στην επιτροπή, δηλαδή, που συντόνιζε την πολεμική προπαγάνδα των ΗΠΑ στη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου. Γνώριζε καλά τη χρήση των νοητικών κλισέ, των παρορμήσεων και των συναισθημάτων του κοινού που είχε ως στόχο τη δημιουργία μαζικών αντιδράσεων. Η πίστη του όχι μόνο στη δύναμη αλλά στην αναγκαιότητα της προπαγάνδας προκειμένου οι κοινωνίες να συντονίζονται με τις αποφάσεις «πεφωτισμένων ηγετών» του δίνει χαρακτηριστικά «οραματιστή» αποτελώντας ταυτόχρονα το σημείο εκκίνησης για την άσκηση της εξ Αριστερών κριτικής μέχρι σήμερα. Σε όλα τα κεφάλαια του βιβλίου γίνεται φανερή η πεποίθηση του συγγραφέα ως προς την καθοριστική για το αποτέλεσμα αξία της εξέλιξης και της προσαρμογής των προπαγανδιστικών μεθόδων. Καθώς ο πολιτισμός γίνεται συνεχώς πολυπλοκότερος, οι προπαγανδιστές είτε ονομάζονται «σύμβουλοι δημοσίων σχέσεων» είτε «ειδικοί σύμβουλοι επικοινωνίας» θα πρέπει να επαναπροσδιορίζουν τις μεθόδους και τη δυναμική τους παρακολουθώντας…νυχθημερόν και τις εξελίξεις των τεχνικών μέσων «μέσω των οποίων η ατομική άποψη μπορεί να πειθαρχηθεί. Με τον έντυπο λόγο και την εφημερίδα, τον σιδηρόδρομο, το τηλέφωνο, τον τηλέγραφο, το ραδιόφωνο και το αεροπλάνο, οι ιδέες μπορούν να διαδοθούν τάχιστα, ακόμα και αυτοστιγμεί».
ΤΟ ΣΟΚ ΤΟΥ ΦΕΡΧΟΦΣΤΑΝΤ
Η έκπληξη του Φέρχοφσταντ θα μπορούσε να αντανακλά και την απογοήτευση του Μπερνέζ, αν ζούσε σήμερα, τουλάχιστον ως προς την αναγκαιότητα της εξέλιξης των μεθόδων: η καμπάνια υπέρ του Brexit ήταν ένας ορυμαγδός προπαγανδιστικής κοινοτοπίας η οποία όμως απέδωσε τα μάλα και ο σκοπός επετεύχθη. Αντιθέτως, τα συμπεράσματα των συστηματικών μελετητών της ψυχολογίας της μάζας όπως οι Τρότερ και Γκυστάβ Λε Μπον, οι Γκράχαμ Γουάλας και Γουόλτερ Λίπμαν στα οποία και βασίστηκε ο Μπερνέζ επαληθεύονται σε μεγάλο βαθμό. Ολοι αυτοί συμφωνούν στο γεγονός ότι «στη θέση των σκέψεων η μάζα έχει παρορμήσεις, έξεις και συναισθήματα» και ότι «όταν το παράδειγμα ενός ηγέτη δεν είναι διαθέσιμο και η αγέλη πρέπει να σκεφτεί για τον εαυτό της, το κάνει με στερεότυπα, με λέξεις που ταιριάζουν πρόχειρα στην περίσταση, με εικόνες που αναφέρονται σε ομάδες ιδεών και εμπειριών». Ετσι η αφίσα του Φάρατζ που έδειχνε ένα τεράστιο πλήθος εξαθλιωμένων μεταναστών με τουρμπάν και σαρίκια να περιμένουν για να μπούν στη Μεγάλη βρετανία και σήκωσε όρθιες τις τρίχες των ευρωπαιστών…έκανε τη δουλειά της. Οπως την έκανε και η άλλη αφίσα Φάρατζ με το σύνθημα «26 εκατομμύρια άνεργων ευρωπαίων περιμένουν. Ποιανού τη δουλειά νομίζεις ότι θα πάρουν;» αλλά και τα πρωτοσέλιδα της Sun, της Daily Mail και της Daily Mirror με την επίκληση στον πατριωτισμό: «Αν Πιστεύεις στη Βρετανία ψήφισε να βγούμε από την ΕΕ», «ΒeLEAVE in Britain”, «Αφήστε το λιοντάρι ελεύθερο να βρυχάται». Τον ίδιο «πατριωτισμό» και τις ίδιες υποσχέσεις περί θαυματουργής λύσης όλων των προβλημάτων έξω από την ΕΕ που καθόρισαν επίσης το αποτέλεσμα των προηγούμενων εθνικών εκλογών και του δημοψηφίσματος στην Ελλάδα.
Ο Κύρκος Δοξιάδης, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών σε μιά συνέντευξη που δημοσιεύθηκε στις 19 Φεβρουαρίου στην ΕφΣυν μιλώντας για το βιβλίο του «Προπαγάνδα» (εκδ.ΝΗΣΟΣ,2016) σχολίασε τη βασική επικοινωνιακή επιλογή της κυβέρνησης: «Είναι λάθος να λέει η κυβέρνηση της Αριστεράς πως υπάρχει φως στην άκρη του τούνελ-έτσι φαίνεται ίδια με τους προηγούμενους. Ο κόσμος θέλει ελπίδα αλλά δεν πείθεται ότι με αυτά τα μέτρα θα βγούμε από την κρίση. Είναι πιό σωστό να θυμίζει ότι εκβιάστηκε και ότι δεν μπορεί να υποσχεθεί έξοδο από την κρίση με μέτρα με τα οποία δεν συμφωνεί[…]». Σας θυμίζει τίποτα; Αν μη τι άλλο τις τελευταίες αράδες στο βιβλίο του Μπερνέζ: «Η προπαγάνδα ήρθε για να μείνει. Δεν θα πεθάνει ποτέ!».
ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ
Ο Εντουαρντ Λούις Μπερνέζ γεννήθηκε στη Βιέννη το 1891 και πέθανε στο Καίμπριτζ της Μασαχουσέτης το 1995 σε ηλικία 103 ετών. Οι γονείς του, Ελυ και Αννα Μπερνέζ, εβραίοι, ήταν αντιστοίχως αδελφός της συζύγου του Φρόυντ και αδελφή του Φρόυντ.
Εχει μείνει στην ιστορία ως ο άνθρωπος που συνέδεσε τη γυναικεία χειραφέτηση με το κάπνισμα παρουσιάζοντας τα τσιγάρα σαν πυρσούς ελευθερίας, ως ο ιδρυτής της έννοιας και του επαγγελματικού κλάδου των Δημοσίων Σχέσεων, ως ο καινοτόμος προπαγανδιστής που αξιοποίησε τόσο στη διαφήμιση όσο και στην πολιτική τις πρωτοπόρες μελέτες της, τότε νέας, επιστήμης της ψυχολογίας σε ότι αφορά τη συμπεριφορά της μάζας και του κοινού νου. Οπως σημειώνεται στο επίμετρο «μια περίπτωση-όπως τουλάχιστον ισχυρίζεται στην αυτοβιογραφία του, το 1965-που ο Μπερνέζ βρέθηκε σε συγκινησιακή φόρτιση ήταν όταν, το 1933, πληροφορήθηκε ότι ο υπουργός Προπαγάνδας της ναζιστικής Γερμανίας Γιόζεφ Γκαίμπελς, κατείχε το βιβλίο του Crystallizing the Public Opinion, το οποίο προφανώς χρησιμοποίησε προκειμένου να οργανώσει την προπαγάνδα κατά των Εβραίων. Τότε, όπως ισχυρίζεται, αφού συνήλθε από αυτό το δυσάρεστο σάστισμα, συνειδητοποίησε ότι δεν επρόκειτο για μαζική υστερία ή ένα ξέσπασμα μανίας των ναζί αλλά για μιά καλά οργανωμένη καμπάνια».
EDUARD L. BERNAYS,ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ,Μτφ.: Δημήτρης Ταννής, Επίμετρο: Δημήτρης Ταννής, Εκδόσεις Νεφέλη.