Του Γιάννη Ιωάννου

Οι πρόσφατες δηλώσεις του Τούρκου Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αρχής γενομένης από την ευθεία αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάννης μέχρι τις εκφάνσεις αλυτρωτισμού με ολίγον από… Θεσσαλονίκη, Βάρνα και Ρωσία μέσα, αποκρυσταλλώνουν μια πολύ συγκεκριμένη πραγματικότητα: τις κοσμοϊστορικές αλλαγές που λαμβάνουν χώρα στο μαλακό υπογάστριο της Τουρκίας, στη Συρία και το Ιράκ. Ταυτόχρονα, λίγους μήνες μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου, η πολιτική ρευστότητα στο εσωτερικό της Τουρκίας αλλά και η συνεπής προσήλωση του ίδιου του Ερντογάν ως προς την κατεύθυνση της ολοκλήρωσης της συνταγματικής μεταρρύθμισης στην Τουρκία (που θα τον καταστήσει «υπερπρόεδρο αλά τουρκικά») υπαγορεύουν στον Τούρκο ηγέτη να αυξήσει τους εθνικιστικούς κι αναθεωρητικούς τόνους. Ως εκ τούτου, υπάρχουν πρόθυμα αφτιά για να τον ακούσουν. Είναι αυτά των Κεμαλιστών του MHP. Οι οποίοι, ειρήσθω εν παρόδω, είναι και απολύτως χρήσιμοι για τον Ερντογάν προκειμένου να ολοκληρώσει αυτό που επιθυμεί. Στην Κύπρο ίσως δεν αποκρυπτογραφούμε ορθά τα όσα έχει στο πίσω μέρος του κεφαλιού του ο Τούρκος Πρόεδρος. Και ο λόγος είναι απλός. Η ψυχολογική (αίσθημα φόβου) ή η πολιτική (στείρος απορριπτισμός προς οποιαδήποτε λύση στο Κυπριακό) κριτική προς τον Ερντογάν έχει ως αφετηρία και κατάληξη το ερώτημα «πώς θα λύσουμε το Κυπριακό με αυτόν απέναντι;». Η αποκρυπτογράφηση των δηλώσεων του Ερντογάν έχει σαφώς μια κυπροκεντρική, μια διεθνή/περιφερειακή διάσταση και φυσικά αυτή της εσωτερικής σε σχέση με το ρευστό πολιτικό σκηνικό στην Τουρκία.

Η Μοσούλη

Μερικά σημεία κλειδιά για τη μάχη της Μοσούλης εναντίον του ISIS: α) Mε πάνω από 60.000 άντρες δύναμη πρόκειται για τη μεγαλύτερη κινητοποίηση ιρακινών στρατευμάτων από το 2003 και την αμερικανική επέμβαση. β) Η στρατηγική είναι μια κλασική περίπτωση περικύκλωσης σε τέσσερις άξονες: Tel Afar και Νινευή στο κύριο μέτωπο, Qayyara και περίχωρα το δεύτερο. γ) Η μάχη θα κρίνει αντικειμενικά σε τι κατάσταση βρίσκεται επιχειρησιακά το Ισλαμικό Κράτος. δ) Τικρίτ, Ραμάντι και Φαλούτζα μας δίνουν ξεκάθαρα τον τρόπο που πολεμάει το ISIS «υποχωρώντας μαζικά» σε μια κλασική υιοθέτηση αντάρτικου πόλεων. Έξι γειτονιές γύρω από το Ραμάντι αντιστέκονταν κανονικά τον περασμένο Απρίλιο ενώ η πόλη «είχε απελευθερωθεί» από τον Δεκέμβριο. Και στη Μοσούλη θα περάσουν (πιθανόν) μήνες. ε) Κλειδί για τη μάχη είναι οι ισορροπίες μεταξύ Βαγδάτης – Τεχεράνης – Ερμπίλ – Άγκυρας – Ουάσιγκτον. Ο Ερντογάν θα επιμείνει (με τη σύμφωνη γνώμη του Μπαρζάνι) να μην χρησιμοποιηθούν ιρανικά militias (Al-Hashd Al-Shaabi) στις κύριες επιχειρήσεις, προκειμένου να μην υπάρξουν σεκταριστικά αντίποινα στους τοπικούς σουνιτικούς πληθυσμούς. Στα χωριά πέριξ της Μοσούλης υπάρχουν και τουρκμενικά στοιχεία. Επιπλέον, ο Ερντογάν δεν θέλει στρατηγική εξάπλωση του PKK/YPG σε σημεία-κλειδιά στα σύνορα Συρίας – Ιράκ μετά την εκδίωξη του ISIS από το Ιράκ. Και θα αντιδράσει δυναμικά αν συμβεί το αντίθετο. Και τέλος στ) Ανεξαρτήτως timing απελευθέρωσης και χρόνου διεξαγωγής της μάχης/ολοκλήρωσής της, οι ισορροπίες στο Ιράκ παραμένουν λεπτές. Μια κλιμάκωση του πολέμου θα έχει τις γνωστές σεκταριστικές συνέπειες (shia vs sunnis). Πρέπει, πέραν της αντίληψης για το τι συμβαίνει στο έδαφος του Ιράκ, να αντιληφθούμε ότι ο Ερντογάν (δες σημείο ε) δεν είναι μόνο τακτικιστής – όπως σχεδόν στα όρια του ευσεβοποθισμού συχνά παραθέτουμε στην κυπριακή δημόσια σφαίρα. Θα αποπειραθεί να διασφαλίσει τα συμφέροντα της χώρας του σε Ιράκ και Συρία, όχι μόνο σε σχέση με το κουρδικό μέτωπο, αλλά και αναφορικά με την αντιδυτική ρητορική που «εργαλειακά» υψώνει στο εσωτερικό. Σαφώς, οι εξελίξεις σε Συρία και Ιράκ θα κρίνουν και το αποτέλεσμα των επιδιώξεών του. Η Τουρκία πάντως άλλαξε παράδειγμα σε σχέση με την προσέγγιση παλιότερων ετών – όπως αυτή διαμορφώθηκε από το «δόγμα Νταβούτογλου».

Εσωτερικές δυναμικές

Αυτό που καθίσταται σαφές είναι πως οι υψηλοί ρητορικοί τόνοι του Ερντογάν δημιουργούν συσπείρωση στο εσωτερικό της Τουρκίας σε μια εποχή που η πολιτική ρευστότητα όχι μόνο είναι απότοκο της μεταπραξικοπηματικής περιόδου, αλλά σχετίζεται και με τον ιστορικό ανταγωνισμό Ισλαμισμού – Κεμαλισμού σε ένα μεταμοντέρνο, πλέον, επίπεδο. Αμφισβητώντας τη Λωζάννη, ο Ερντογάν απομονώνει περισσότερο τον υπό υποχώρηση Κεμαλισμό, ενώ ταυτόχρονα στέλνει ένα διεθνές μήνυμα πως δεν εγκαταλείπει τις γεωπολιτικές σφαίρες επιρροής. Ιδίως σε Ιράκ και Συρία. Αν η Λωζάννη υπήρξε η προσπάθεια του Κεμάλ να σταθεροποιήσει το υπό ανάδυση νέο τουρκικό κράτος, οι υψηλοί τόνοι του Ερντογάν εγκαινιάζουν την ιστορική υποχώρηση αυτής της κεμαλικής πρακτικής. Δεν πρέπει να θεωρούμε ότι ο μόνος τρόπος για να το πράξει αυτό η Τουρκία θα είναι η χρήση ισχύος. Η διπλωματική Ιστορία μάς «ξεθάβει» και το παράδειγμα της συνθήκης του Μοντρέ – το οποίο ακόμη επικαθορίζει τον ιστορικό άξονα των σχέσεων Μόσχας – Άγκυρας. Η συμμετοχή της Τουρκίας στην επιχείρηση της Μοσούλης ή στην κατάληψη της Ράκα (αργότερα) είναι απλά τα δέντρα. Το δάσος θα είναι μια «τουρκική σφραγίδα» στο νέο, αναδυόμενο status ισορροπιών στη Μέση Ανατολή. Όταν τα πράγματα μπούνε, πέραν των επιχειρήσεων, και σε διπλωματικές ράγες.

Η κυπριακή διάσταση

Από τη Θράκη στη Θεσσαλονίκη κι από τη Βάρνα στη Κριμαία μέσω… Μοσούλης. Οι αλυτρωτικές διαστάσεις των δηλώσεων Ερντογάν δεν συμπεριέλαβαν πουθενά την Κύπρο. Η «ηχηρή» αυτή απουσία πρέπει να προσληφθεί με έναν διττό τρόπο: Αφενός, κι αυτό δεν πρέπει να υποτιμηθεί καθόλου από την κυπριακή μας σκοπιά, ο Ερντογάν δείχνει να μην θεωρεί την Κύπρο πεδίο αλυτρωτισμού. Και πώς θα μπορούσε άλλωστε; Επί 42 χρόνια η Τουρκία ενυπάρχει στην Κύπρο κρατώντας παράνομα το 37% της επικράτειάς της. Αφετέρου, η κληρονομιά του ίδιου του Ερντογάν, από το 2004, ίσως να μην επιτρέπει στο νέο εθνικιστικό του αφήγημα να απεμπολήσει τις προσπάθειες για επίλυση του Κυπριακού. Όπως ακριβώς δηλαδή ο τουρκικός εθνικισμός, που ιστορικά διαρθρώθηκε από τον Κεμαλισμό, δεν απελευθέρωσε πλήρως τις αλυτρωτικές του δυνάμεις. Ο Ερντογάν ξέρει Ιστορία. Και θυμάται ότι μετά τη Λωζάννη ακολούθησε και η σύναψη του Συμφώνου Ελληνοτουρκικής Φιλίας το 1930, του Βαλκανικού Συμφώνου το 1934 κ.ο.κ.

Επικίνδυνοι ερασιτεχνισμοί και μια αφετηρία

Οι δημοσιογράφοι κάνουμε λάθη και συχνά τα πληρώνουμε. Ουδείς αλάνθαστος. Ωστόσο, η όλη ιστορία με το ΑΠΕ και το ελληνικό ΥΠΕΞ καταδεικνύει πως σε μια κρίσιμη περίοδο για το Κυπριακό -ιδίως μετά τη Γενεύη και το «make or brake» που αυτή εύλογα δημιουργεί για τη συνέχεια της διαδικασίας- δεν χωρούν ερασιτεχνισμοί. Συνομιλητές του «Π» αποδίδουν τον όλο χειρισμό του ελληνικού ΥΠΕΞ, μετά το λάθος στο τηλεγράφημα του Αθηναϊκού Πρακτορείου, στην τάση του Έλληνα ΥΠΕΞ Κοτζιά να διατηρεί πλήρη έλεγχο επί οποιουδήποτε ζητήματος αφορά το υπουργείο του. Ο εκάστοτε υπουργός -κι αυτή είναι μια αρχή που εδράζεται σε οποιοδήποτε δημοκρατικό κράτος ανεξαρτήτως της θεσμικής απεικόνισης του τρόπου με τον οποίο δημιουργεί και εφαρμόζει εξωτερική πολιτική- ακόμη κι αν είναι πρώην διπλωμάτης, οφείλει να αντιλαμβάνεται τον ρόλο του ως πολιτικός προϊστάμενος. Δεν είναι πληρεξούσιος υπουργός που υπηρετεί σε κάποια πρεσβεία. Αυτό πρέπει να το αντιληφθούμε και στην Κύπρο. Όχι μόνο στον άξονα Λευκωσίας – Αθήνας, αλλά και στην κρίσιμη διαπραγμάτευση -αν αυτή έρθει- για τις εγγυήσεις. Απέναντί μας έχουμε μια νέα Τουρκία. Στις κόκκινες γραμμές της οποίας πρέπει να προσέλθουμε με ιδιαίτερη προσοχή. Η προσοχή αυτή οφείλει να εδράζεται στην πλήρη κατανόηση των καταιγιστικών αλλαγών που επισυμβαίνουν στην Τουρκία και οι οποίες, διά στόματος Ερντογάν, οφείλουν να αποκρυπτογραφηθούν και όχι απλώς να ερμηνευθούν.

Πηγή:http://politis.com.cy/article/apokriptografontas-ton-tagip-erntogan

πηγή κεντρικής φωτό