Ο Ντέιβιντ Χιουμ, που έζησε στο δεύτερο μισό του δέκατου όγδοου αιώνα, ήταν Σκωτσέζος φιλόσοφος. Είναι… ο φιλόσοφος του φιλοσόφου. Πριν από μερικά χρόνια, χιλιάδες φιλόσοφοι τον επέλεξαν ως εκείνον με τον οποίο ταυτίζονταν περισσότερο, μπροστά από τον Πλάτωνα, τον Σπινόζα και τον Βιτγκενστάιν. Η δημοτικότητά του βασίζεται πιθανότατα στον, μεγάλης επιρροής, φιλοσοφικό εμπειρισμό και σκεπτικισμό του. Απέναντι στον Πλάτωνα, ο Χιουμ υποστήριξε την αντίθεση στην ύπαρξη έμφυτων ιδεών, υποστηρίζοντας ότι η ανθρώπινη γνώση προέρχεται μόνο από την εμπειρία. Αυτό υπογράμμισε τη σημασία της ψυχολογικής βάσης της ανθρώπινης φύσης, την οποία ο Χιουμ μελέτησε εκτενώς. Οι διακινητές της παραπληροφόρησης επωφελήθηκαν από τις γνώσεις του, αλλά το ίδιο μπορούμε να κάνουμε και εμείς.
Κλασικές ιδέες που συντρίβονται από την επιστήμη
Ο Χιουμ παραμέρισε τον Αριστοτέλη και κυρίως τον Πλάτωνα. Δεν είναι ότι ο Χιουμ αντιπαθούσε την αρχαιότητα, αλλά είχε συμβεί κάτι σημαντικό που έπρεπε να ενσωματωθεί στη φιλοσοφική εξίσωση. Η επιστήμη.
Πρώτον, ο Πολωνός αστρονόμος Κοπέρνικος διατύπωσε ένα μοντέλο του σύμπαντος που τοποθετούσε τον ήλιο και όχι τη Γη στο κέντρο του. Δεύτερον, ο Γαλιλαίος ανακάλυψε στοιχεία που υποστήριζαν την ηλιοκεντρική θεωρία του Κοπέρνικου, καθώς παρατήρησε τέσσερα φεγγάρια σε τροχιά γύρω από τον Δία. Τρίτον, ο Ισαάκ Νεύτων συνέβαλε σε αυτή την αλλαγή παραδείγματος, καθώς ανακάλυψε τους νόμους της βαρύτητας και της κίνησης και εφηύρε τον μαθηματικό υπολογισμό.
Καθώς οι ιδέες αυτές έρχονταν σε αντίθεση με μεγάλο μέρος της σκέψης του Αριστοτέλη και του Πλάτωνα, η φιλοσοφία χρειαζόταν ένα νέο ξεκίνημα. Οι στοχαστές από τον Χομπς έως τον Ντεκάρτ είχαν ως στόχο να ενσωματώσουν τις νέες ιδέες των φυσικών επιστημών στη φιλοσοφία. Αυτό πυροδότησε τον Διαφωτισμό, ένα κίνημα με επίκεντρο την ιδέα ότι η λογική είναι η πρωταρχική πηγή εξουσίας και νομιμότητας. Αναδύθηκαν νέα ιδανικά όπως η ελευθερία, η πρόοδος, η ανεκτικότητα, η συνταγματική κυβέρνηση και ο διαχωρισμός κράτους και εκκλησίας.
Τρεις σκεπτικιστικές απόψεις
Ο Ντέιβιντ Χιουμ ήταν ένας από τους κορυφαίους φιλοσόφους του Διαφωτισμού. Καθώς ο Νεύτωνας ήταν η έμπνευση του Χιουμ, ακολούθησε το Νευτώνειο αξίωμα “Hypotheses non fingo”, χονδροειδώς, “Δεν κάνω υποθέσεις”. Πίστευε ότι οποιοσδήποτε επιστημονικός νόμος πρέπει να τεκμηριώνεται με παρατήρηση και πείραμα, δεν υπάρχει χώρος για την παραδοσιακή a priori μεταφυσική.
Αυτή η προσέγγιση οδήγησε σε τρεις σκεπτικιστικές απόψεις που είναι ευρέως γνωστές, μεταξύ των φιλοσόφων τουλάχιστον.
Πρώτον, η εμπιστοσύνη μας στην αιτία και το αποτέλεσμα, πάνω στην οποία στηρίζεται κάθε σκέψη σχετικά με τα πραγματικά ζητήματα, δεν δικαιολογείται ούτε από την παρατήρηση ούτε από τη λογική συναγωγή. Στην πραγματικότητα, βλέπουμε πάντα μόνο ένα πράγμα να ακολουθεί ένα άλλο: ποτέ δεν αντιλαμβανόμαστε κάποια δύναμη που κάνει ένα πράγμα να καθιστά αναγκαίο ένα αποτέλεσμα.
Δεύτερον, ο Χιουμ είναι γνωστός για τα επιχειρήματά του κατά των δογματικών πτυχών της θρησκείας, αν και ποτέ δεν προώθησε τον αθεϊσμό.
Σκλάβος των παθών
Η τρίτη άποψη είναι αυτή που κάνει τον Χιουμ να ξεχωρίζει πραγματικά. Παρόλο που έζησε στην “Εποχή της Λογικής”, διακήρυξε περίφημα ότι “η λογική είναι, και θα έπρεπε να είναι μόνο, ο σκλάβος των παθών”.
Ο Χιουμ δεν λέει, όπως κάποιοι τον ερμηνεύουν, ότι ο ορθολογισμός διαστρεβλώνεται κατά κάποιον τρόπο από τα πάθη. Αντίθετα, επισημαίνει το κενό του ορθολογισμού.
Ο ορθολογισμός δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα εργαλείο για τη βελτιστοποίηση ενός συγκεκριμένου συνόλου προτιμήσεων, οι οποίες τελικά βασίζονται στα συναισθήματα.
Εξηγεί περίφημα αυτό το κενό με τη φράση: “Δεν είναι αντίθετο με τη λογική να προτιμώ την καταστροφή όλου του κόσμου αντί για το ξύσιμο του δακτύλου μου”.
Σύμφωνα με τον Χιουμ, η λογική από μόνη της δεν παρέχει κανένα κίνητρο για δράση, πόσο μάλλον αρχές που είναι σε θέση να φέρουν την ηθική. Κατά συνέπεια, το να αποκαλέσουμε κάποιον “καλό” σημαίνει ότι έχουμε ένα βασικό συναίσθημα, που μας οδηγεί σε μια συμπονετική αντίδραση στον πόνο του ή σε μια ευχαρίστηση στη σκέψη της επιτυχίας του. Συναντάτε κάποιον με διαφορετικές απόψεις; Δεν είναι παράλογος, αλλά άκαρδος.
Ως ο Νεύτωνας της ηθικής, ο Χιουμ προσπάθησε να εξηγήσει πώς οι αντιλήψεις του νου έρχονται και φεύγουν και συγχωνεύονται σε σύνθετες αντιλήψεις που οδηγούν στην ανθρώπινη σκέψη, πίστη, συναίσθημα και δράση. Τελικά, αυτή η άποψη ενέπνευσε πολλούς ψυχολόγους, συμπεριλαμβανομένου του Φρόιντ.
Παραπληροφόρηση που εκμεταλλεύεται τα πάθη
Ο Χιουμ βίωσε την παραπληροφόρηση. Στη δική του εποχή, τα ψεύδη συγκεντρώνονταν κυρίως γύρω από την κληρονομική διαδοχή. Ένα μεγάλο ψέμα που απασχόλησε τον Χιουμ, αφορούσε μια (φανταστική) συνωμοσία Ιησουιτών για τη δολοφονία του Βρετανού βασιλιά Καρόλου Β’. Αυτό αποτελούσε μέρος μιας εκστρατείας του πολιτικού κόμματος των Ουίγων για τον αποκλεισμό του καθολικού αδελφού του Καρόλου από τη διαδοχή στο θρόνο.
Στις μέρες μας, είναι αρκετά σαφές ότι η παραπληροφόρηση είναι επίσης δούλος των παθών. Μια μελέτη του ΜΙΤ διαπίστωσε ότι οι ψευδείς δηλώσεις διαδίδονται πολύ πιο γρήγορα και ευρέως από τις αληθείς, πιθανώς επειδή είναι πιο διασκεδαστικές, καθώς στοχεύουν στα συναισθήματα των χρηστών. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Χιουμ, στο βιβλίο του A Treatise of Human Nature (1739) έγραψε για αυτό που σήμερα αποκαλούμε “συναισθηματική μετάδοση”, περιγράφοντας πώς τα συναισθήματα περνούν από τον έναν στον άλλο.
Όσον αφορά τη διάνοιά μας, ο Χιουμ απέδειξε ότι αυτό που αποκαλούμε “ορθολογικό” είναι συχνά ύβρις. Όπως γράψαμε νωρίτερα, τον 20ό αιώνα, οι ψυχολόγοι Daniel Kahneman και Amos Tversky έδειξαν ότι οι άνθρωποι είναι προγραμματισμένοι να βγάζουν (πολύ) γρήγορα συμπεράσματα. Ένα παράδειγμα είναι η προκατάληψη επιβεβαίωσης (confirmation bias): η τάση αναζήτησης, ερμηνείας, προτίμησης και ανάκλησης πληροφοριών με τρόπο που επιβεβαιώνει τις προηγούμενες πεποιθήσεις ή αξίες του ατόμου.
Πώς πρέπει να αντιμετωπίζουμε την παραπληροφόρηση – και τους εαυτούς μας;
Ο Χιουμ προειδοποίησε ότι πρέπει πάντα να είμαστε καχύποπτοι απέναντι στις υποθέσεις που ευνοούνται από τα πάθη μας. Όσο πιο έντονα αισθανόμαστε για κάτι, τόσο πιο πιθανό είναι τα συναισθήματά μας να επηρεάσουν και να προκαθορίσουν τη συλλογιστική μας. Σε προσωπικό επίπεδο, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να κάνουμε περισσότερα από το να εμπλέκουμε μια ποικιλία πηγών, αφού πάντα μπορούμε να βρούμε λόγους για να απορρίψουμε στοιχεία από την “άλλη” πλευρά. Τουλάχιστον, προτού αναδυθεί η κριτική σκέψη, χρειαζόμαστε ενδοσκόπηση και να γνωρίζουμε τις συναισθηματικές μας θέσεις.
Σε μακροσκοπικό επίπεδο, οι δημοκρατίες μας χρειάζονται όχι μόνο την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης, αλλά ίσως ακόμη και το θέατρο, τους κωμικούς, τη μουσική και την πνευματικότητα για να μας βοηθήσουν να γνωρίσουμε και να μιλήσουμε για τα βαθύτερα συναισθήματά μας και τις ηθικές μας παραδοχές, ώστε να μπορέσουμε ελπίζουμε να αποτρέψουμε την παραπληροφόρηση από το να τα εκμεταλλευτεί.
Μετάφραση/Απόδοση: Σίσσυ Αλωνιστιώτου
Φωτογραφίες: Wikimedia commons