Δεν είναι η πρώτη φορά που η κριτική για την σοσιαλμιντιακή καθεστηκυία τάξη της εποχής μας, ανοιχτή και δημόσια, διατυπωμένη με ευθύτητα λόγου δίχως μισόλογα και υπονοούμενα, προκαλεί αίσθηση. Το ότι αυτή η κριτική διατυπώνεται σήμερα από έναν απ’ τους συνιδρυτές της πλέον δημοφιλούς πλατφόρμας κοινωνικής δικτύωσης παγκοσμίως, του Facebook, πέρα από λογική έκπληξη προκαλεί και εύλογο ενδιαφέρον. Όσα της καταμαρτυρεί, φωτογραφίζουν σαφώς όσους την διαχειρίζονται ως επιχείρηση, περιεχόμενο και μέσο.
Ο Κρις Χιούζ δεν μασάει τα λόγια του όταν ζητά τη «διάλυση» (!) του FB επικαλούμενος την απειλή της ανεξέλεγκτης εξουσίας του αλλά κι εκείνη του αφεντικού του, του Μαρκ Ζούκερμπεργκ.
Σε άρθρο γνώμης που υπέγραψε και δημοσιεύτηκε πριν λίγες ημέρες στους «New York Times», ο 35χρονος τεχνολόγος, ένας από τους πέντε ανθρώπους της αρχικής ομάδας που συνέλαβαν και υλοποίησαν την ιδέα του Facebook ορμώμενοι απ’ τους κοιτώνες της φοιτητικής εστίας του Χάρβαρντ, ένωσε τη φωνή του μ’ όσους απαιτούν απ’ την αμερικανική κυβέρνηση να βάλει χαλινάρι στη δημοφιλή πλατφόρμα. Παρά τα σκάνδαλα, τις κατηγορίες ότι χρησιμοποιείται για προπαγάνδα, παραπληροφόρηση, διάδοση εξτρεμιστικών ιδεών, τις πάμπολλες «διαρροές» προσωπικών δεδομένων εκατομμυρίων χρηστών σε εταιρείες και σκιώδεις οργανισμούς, η «εμβέλεια» του FB συνεχίζει να αυξάνεται, παραδέχεται ο Χιούζ.
Πολλαπλασιάζοντας τα «κλικ»
«Για πολύ καιρό οι νομοθέτες εκθείαζαν την εκρηκτική ανάπτυξη του Facebook και παρέβλεπαν την ευθύνη τους να εξασφαλίσουν την προστασία των Αμερικανών και την ανταγωνιστικότητα των αγορών. Είναι η ώρα να διαλύσουμε το Facebook», επιμένει ο αρθρογράφος.
Σκιαγραφεί ένα εξόφθαλμα ενοχλητικό πορτρέτο της αδιαμφισβήτητης κυριαρχίας της πλατφόρμας. Η διαχειρίστρια εταιρεία αξίζει πια μισό τρισεκατομμύριο δολάρια και οι υπηρεσίες του FB χρησιμοποιούνται καθημερινά από εκατομμύρια ανθρώπους. Κατά τις εκτιμήσεις του Χιούζ, η πλατφόρμα καρπώνεται σήμερα πάνω απ’ το 80% των εσόδων που παράγει η κοινωνική δικτύωση σε παγκόσμια κλίμακα. Καμία άλλη σημαντική ανάλογη πλατφόρμα δεν έχει δημιουργηθεί από το 2011 και, παρά τα «κινήματα» του τύπου #deleteFacebook, είναι σήμερα σχεδόν αδύνατον να αποφύγει κανείς τις σελίδες της.
Κι όσοι την εγκαταλείπουν για χάρη του Instagram ή του WhatsApp, απλά δεν αντιλαμβάνονται ότι «μετακομίζουν» στις θυγατρικές της. Η χιονοστιβάδα των σκανδάλων και η κριτική που δέχεται η πλατφόρμα δεν έπληξαν ούτε κατ’ ελάχιστον τα οικονομικά της εταιρείας – κολοσσού που τη διαχειρίζεται. Τα κέρδη ανά μετοχή αυξήθηκαν κατά 40% πέρυσι παρά την πλημμυρίδα αρνητικής δημοσιότητας. Δεν είναι παράξενο αυτό; Ποια άλλη εταιρεία θα δεχόταν τόσο έντονη κριτική για τα «ελαττωματικά προϊόντα» της και δεν θα αντιμετώπιζε τις συνέπειες; Πώς εξηγείται αυτό;
«Επειδή το Facebook κυριαρχεί σε τόσο μεγάλο βαθμό στην κοινωνική δικτύωση, δεν αντιμετωπίζει καμία υποχρέωση λογοδοσίας στη βάση της λειτουργία της αγοράς. Αυτό σημαίνει ότι, κάθε φορά που τα κάνει χάλια, επαναλαμβάνεται το γνωστό τετριμμένο μοτίβο: πρώτα η οργή, μετά η απογοήτευση και τέλος η παραίτηση», υπογραμμίζει ο Αμερικανός τεχνολόγος.
Δεν διστάζει να τα βάλει ευθέως και με τον Ζούκερμπεργκ. «Καμία πτυχή του Facebook δεν είναι πιο ανησυχητική», λέει, «απ’ ό,τι η ολοκληρωτική εξουσία του». Χαρακτηρίζει τον έλεγχό του επί της εταιρίας «πρωτοφανή και αντιαμερικανικό». «Ο Ζούκερμπεργκ ελέγχει το 60% των μετοχών με δικαίωμα ψήφου και διατηρεί την απόλυτη εποπτεία επί των αλγορίθμων, των ρυθμίσεων απορρήτου και της διαμόρφωσης των οδηγιών κοινότητας. Διαθέτει πλέον τα χρήματα και τη δύναμη για να αντιγράψει, να εξαγοράσει ή να εξαφανίσει τους ανταγωνιστές του».
Jumo Founder Chris Hughes from Knight Foundation on Vimeo.
Ο Ζούκερμπεργκ είναι ένα «καλό και ευγενικό άτομο» λέει ο Χιούζ, τον κατατάσσει όμως στην κατηγορία των ανθρώπων που είναι αποφασισμένοι να επιβληθούν μ’ οποιοδήποτε κόστος. «Είμαι εξοργισμένος απ’ το γεγονός ότι η εστίασή του στην ανάπτυξη της εταιρείας τον οδήγησε να θυσιάσει την ασφάλεια και την ευγένεια για χάρη των κλικ», γράφει χαρακτηριστικά.
«Είμαι απογοητευμένος από τον εαυτό μου και απ’ την αρχική ομάδα του Facebook για το ότι δεν σκεφτήκαμε περισσότερο το πώς ο αλγόριθμος εμφάνισης των ειδήσεων στο χρονολόγιο των χρηστών θα μπορούσε ν’ αλλάξει την κουλτούρα μας, να επηρεάσει τις εκλογές και να ενισχύσει τους εθνικιστές ηγέτες. Και ανησυχώ διότι ο Μαρκ περιβάλλεται από μια ομάδα που υποστηρίζει τις πεποιθήσεις του αντί να τις αμφισβητεί».
Κατά τον τεχνολόγο, το μονοπώλιο του Facebook καταπνίγει την καινοτομία και την οικονομική ανάπτυξη και καλεί την αμερικανική κυβέρνηση να παρέμβει, φέρνοντας ως παραδείγματα αποτελεσματικής ρύθμισης την κατάτμηση επιχειρήσεων – κολοσσών του παρελθόντος όπως η Standard Oil και η AT&T. Η κυβερνητική μετατόπιση προς πολιτικές φιλικές προς τις επιχειρήσεις έχει διαβρώσει την εφαρμογή της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας εις βάρος της γενικότερης επιχειρηματικότητας, της παραγωγικότητας και της υγείας των καταναλωτών, σημειώνει ο τεχνολόγος.
«Αυτή η μετατόπιση, σε συνδυασμό με την ευνοϊκή για τις επιχειρήσεις φορολογική και ρυθμιστική πολιτική, οδήγησε σε μια περίοδο συγχωνεύσεων και εξαγορών και στη δημιουργία των σημερινών ομίλων-κολοσσών. Τα τελευταία είκοσι χρόνια πάνω απ’ το 75% των αμερικανικών βιομηχανιών, απ’ τις αεροπορικές εταιρείες μέχρι τις φαρμακευτικές, εμφανίζουν έναν αυξανόμενο συγκεντρωτισμό, ενώ το μέσο μέγεθος των εισηγμένων εταιρειών έχει τριπλασιαστεί. Το αποτέλεσμα είναι η μείωση της επιχειρηματικότητας, η καθήλωση της παραγωγικότητας, οι υψηλότερες τιμές και οι λιγότερες επιλογές για τους καταναλωτές».
Ο Χιούζ καλεί την κυβέρνηση να διορθώσει το «μεγαλύτερο» -όπως το χαρακτηρίζει- «λάθος» της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Εμπορίου αναγκάζοντας το Instagram και το WhatsApp να διαχωριστούν από το Facebook και να ξαναγίνουν ανταγωνιστικές πλατφόρμες. Τάσσεται επίσης υπέρ της σύστασης κυβερνητικής υπηρεσίας που θα παρακολουθεί τις εταιρείες τεχνολογίας και θα διασφαλίζει την επιβολή ενός ρυθμιστικού πλαισίου υγιούς ανταγωνισμού. Ο ίδιος ο Ζούκερμπεργκ είχε καλωσορίσει δημοσίως την επιβολή ρυθμιστικών κανόνων για τους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης, αλλά κατά τον Χιούζ, ενδιαφέρεται μόνο για μια ρύθμιση που θα είναι φιλική για τα συμφέροντα του Facebook.
“Είναι πολλοί εκείνοι που δύσκολα μπορούν να φανταστούν τη σημερινή κυβέρνηση να κάνει κάτι σωστό, πόσο μάλλον να διαλύσει μια εταιρεία όπως το Facebook. Αλλά αυτό δεν είναι τυχαίο. Απ’ τη δεκαετία του 1970, μια μικρή πλην αφοσιωμένη ομάδα οικονομολόγων, δικηγόρων και πολιτικών αποφάσισε να σπείρει τους σπόρους του κυνισμού μεταξύ μας. Τα επόμενα 40 χρόνια χρηματοδότησαν ένα δίκτυο δεξαμενών σκέψης, εντύπων, κοινωνικών συλλόγων, ακαδημαϊκών κέντρων και μέσων ενημέρωσης προκειμένου να διδάξουν τη νέα γενιά πως τα ιδιωτικά συμφέροντα πρέπει να υπερισχύουν των δημόσιων.
Το ευαγγέλιό τους ήταν απλό: Οι ‘ελεύθερες’ αγορές είναι δυναμικές και παραγωγικές ενώ η κυβέρνηση είναι γραφειοκρατική και αναποτελεσματική. Έως τα μέσα τις δεκαετίας του 1980 είχαν καταφέρει σε μεγάλο βαθμό να υποβιβάσουν την ενεργητική επιβολή της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας σε υποσημείωση των βιβλίων Ιστορίας”.
«Ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ είναι ένα καλό παιδί, όμως η εταιρεία που τον βοήθησα να δημιουργήσει είναι σήμερα μια απειλή για την οικονομία και τη δημοκρατία μας» καταλήγει ο Κρις Χιούζ.