Ως ευκαιρία να επεξηγηθεί καλύτερα στους πολίτες ο τρόπος που λειτουργεί η Ευρωπαϊκή Ενωση βλέπει τις επικείμενες Ευρωεκλογές ο Μαργαρίτης Σχοινάς, Εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στη συνέντευξή του.
Ολοι συμφωνούν ότι αυτές οι ευρωεκλογές, στις 26 Μαΐου, θα είναι οι κρισιμότερες ίσως στην ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τι πραγματικά διακυβεύεται;
Απ: Στα περίπου 30 χρόνια που ασχολούμαι με τις ευρωπαϊκές υποθέσεις, αυτή η ιδέα ότι η Ευρώπη βρίσκεται σε σταυροδρόμι, η Ευρώπη είναι σε κρίση, είναι ένα θέμα που έρχεται περιοδικά στην επικαιρότητα, ιδίως πριν τις ευρωεκλογές, αλλά αυτή τη φορά η εκλογική διαδικασία θα είναι όντως μια σημαντική ευκαιρία. Πρώτον, να μιλήσουμε ανοιχτά για την Ευρώπη, χωρίς ταμπού αλλά και χωρίς υπεραπλουστεύσεις. Δεύτερον, να διακρίνουμε ανάμεσα σε δύο ομάδες Ευρωπαίων, πρώτα σ’ αυτούς -ανάμεσα σε αυτούς βάζω και τους γονείς μου- που έχουν γνήσια ερωτήματα και ανησυχίες για την Ευρώπη. Θέλουν να γνωρίζουν τι κάνει η Ευρώπη για την οικονομία, για την απασχόληση, για την ασφάλεια, για τη μετανάστευση. Σε αυτούς τους Ευρωπαίους με την ευκαιρία των ευρωεκλογών, οφείλουμε απαντήσεις, πρέπει να τους θυμίσουμε τι έχουμε κάνει, πρέπει να τους δείξουμε πως η απασχόληση έχει αυξηθεί, πως ξεπεράσαμε την κρίση, πως για πρώτη φορά με το σχέδιο Γιούνκερ υπάρχουν 400 δισ. επενδύσεις και δυναμισμός στην ευρωπαϊκή οικονομία, πως οι μεταναστευτικές ροές μειώθηκαν. Υπάρχει όμως και μία άλλη ομάδα πολιτών, οι οποίοι απλώς θέλουν να καταστρέψουν την Ευρώπη. Αυτοί δεν ενδιαφέρονται για κανένα επιχείρημα, δεν τους ενδιαφέρει καμία συζήτηση, κανένας διάλογος δεν θα τους πείσει, είναι σε διατεταγμένη υπηρεσία να ισοπεδώσουν όσα πετύχαμε. Σχετικά με αυτούς, η παραίνεση μου είναι να τους κερδίσουμε στις κάλπες. Να τους κερδίσουμε όχι με λόγια αλλά να τους κερδίσουμε στην πράξη, στον στίβο της ευρωπαϊκής δημοκρατίας. Ουσιαστικά αυτό θα είναι το μεγάλο διακύβευμα των ευρωεκλογών, το πώς οι δυνάμεις οι φιλοευρωπαϊκές, οι δυνάμεις της σταθερότητας θα μπορέσουν να έχουν πλειοψηφικό λόγο για την επόμενη πενταετία.
Ερ: Το ερώτημα είναι γιατί αυτές οι δυνάμεις θέλουν να καταστρέψουν την Ευρώπη απέκτησαν ξαφνικά δύναμη. Αν είναι ξαφνικά…
Απ: Δεν είναι ξαφνικά, πιστεύω ότι η άνοδος του λαϊκισμού και της ευρωφοβικής αντίληψης ενισχύθηκε για συγκεκριμένους λόγους. Πρώτον, γιατί η οικονομική κρίση – από την οποία τώρα βγαίνουμε – ήταν πρωτοφανής σε ένταση και σε βάθος και αυτό είναι ένα φυσικό λίπασμα στο λαϊκισμό. Δεύτερον, γιατί η πρώτη φάση της πρωτοφανούς μεταναστευτικής πίεσης κλόνισε πολλές από τις ευρωπαϊκές κοινωνικές σταθερές και άλλαξε πολλά στον εσωτερικό πολιτικό διάλογο σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Τρίτον, να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, γιατί υπάρχει και μία συντονισμένη προσπάθεια εξωτερικών δυνάμεων, γνωστών παρακέντρων, οι οποίες, μέσω της τεχνολογίας και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, προσπαθούν να μεγιστοποιήσουν, να μεγεθύνουν αυτές τις δυσκολίες. Αυτές είναι οι ρίζες των λαϊκιστών και των ακραίων. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να τους επιτρέψουμε να κερδίσουν την παρτίδα, γιατί στην Ευρώπη ξέρουμε ότι κάθε φορά, – τις δύο φορές τον περασμένο αιώνα – που αυτές οι δυνάμεις πήραν το πάνω χέρι, ξέρουμε πως τελείωσε αυτή η ταινία, την πρώτη φορά στα στρατιωτικά κοιμητήρια και τη δεύτερη φορά στα κρεματόρια. Άρα έχουμε βιώσει αυτή την τραγική εμπειρία και ξέρουμε τι θα συμβεί αν αυτοί πάρουν πάλι το πάνω χέρι, πρέπει να αντισταθούμε.
Ερ: Το αίτημα που έχουν επίσης πολλοί Ευρωπαίοι – το θέσατε εσείς μάλιστα στην ομιλία σας την περασμένη Πέμπτη, στο Βερολίνο, στη συγκέντρωση των Ευρωπαϊκών Πρακτορείων Ειδήσεων- αφορά την απο-βρυξελλοποίηση της Ευρώπης.
Απ: Εκτιμώ ότι ακριβώς υπό το φως των εξελίξεων αυτών που συζητάμε, η Ευρώπη και η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να εξηγηθεί στους πολίτες ως μια ευρύτερη έννοια και πλέγμα αξιών που δεν είναι αναγκαστικά συνδεδεμένο με τις Βρυξέλλες. Φυσικά και οι Βρυξέλλες είναι η γεωγραφική σύμφυση της Ευρώπης, αλλά αυτό δεν σημαίνει οτι πρέπει αναγκαστικά να βρυξελλοποιούμε την Ευρώπη. Κάτι τέτοιο θα ήταν ένα μεγάλο λάθος. Πρέπει να την πλησιάσουμε στην κοινωνία, να την βγάλουμε έξω από τους θεσμούς, να φέρουμε τις ιστορίες μας και τις επιτυχίες μας κοντά στον κόσμο, να ακούσουμε περισσότερο, να γίνει ένας διάλογος με τις κοινωνικές δυνάμεις – τις ζώσες κοινωνικές δυνάμεις – την πραγματική οικονομία, τους κοινωνικούς εταίρους. Αυτό εννοώ με τον όρο «απο-βρυξελλοποίηση» της Ευρώπης και ξέρω ότι ίσως σοκάρει μερικούς, ειδικά όταν προέρχεται από κάποιον που πέρασε πολλά χρόνια της ζωής του στις Βρυξέλλες, αλλά νομίζω ότι τώρα πια αυτό είναι μεγάλη προτεραιότητα.
Ερ: Στις προηγούμενες ευρωεκλογές υπήρχε μία συμφωνία ανάμεσα στους τότε ηγέτες του Λαϊκού κόμματος και του SPD να υποστηριχθεί ένας κοινός πρόεδρος της Κομισιόν από τα δύο κόμματα. Αυτή η συμφωνία σήμερα δεν υπάρχει. Τι προβλέπεται να γίνει;
Απ: Ναι, όπως λέγεται οι προβλέψεις είναι πάντοτε επικίνδυνες, ειδικά όταν αφορούν το μέλλον. Αλλά νομίζω ότι αυτή τη φορά όντως δεν θα είναι τόσο απλό όσο ήταν την προηγούμενη να προκύψει εύκολα και γρήγορα αυτή η πλειοψηφία που θα αναδείξει τον επόμενο πρόεδρο της Επιτροπής. Ίσως χρειαστούν περισσότεροι από δυο εταίροι. Όπως ξέρουμε και αυτή τη φορά υπάρχει το σύστημα των spitzenkandidaten, δηλαδή των επικεφαλής των μεγάλων πολιτικών ομάδων που επιδιώκουν την Προεδρία της Κομισιόν. Το ζητούμενο αυτή τη φορά είναι μετά τις ευρωεκλογές της 26ης Μαίου και πριν από τη Σύνοδο Κορυφής της 21ης Ιουνίου να υπάρξει μία σαφής κοινοβουλευτική πλειοψηφία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο γύρω από έναν spietzenkandidat, ο οποίος θα μπορέσει μετά να πετύχει και την εμπιστοσύνη των ηγετών της ΕΕ. Θα είναι πιο δύσκολο πιστεύω αυτή τη φορά από ότι ήταν το 2014, αλλά όχι ακατόρθωτο.
Ερ: Ενας από τους spitzenkandidaten, ο κ. Βέμπερ έχει ταχθεί αποφασιστικά κατά της ένταξης της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και υπέρ της διακοπής των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Άγκυρα. Τα ερώτημα είναι, μιλώντας και για την Ελλάδα, αυτό θα βοηθούσε;
Απ: Όσο διαρκεί η προεκλογική εκστρατεία των spitzenkandidaten, λόγω θέσης και λόγω πεποίθησης δεν θα παραβιάσουμε την αρχή της ουδετερότητας που διακρίνει την Επιτροπή σε σχέση με τις θέσεις που διατυπώνουν οι υποψήφιοι. Σε γενικές γραμμές είναι γνωστό, ότι η Επιτροπή Γιούνκερ – μέσα σε πολύ δύσκολο κλίμα -κατόρθωσε να κρατήσει ανοιχτά τα κανάλια συνεννόησης με την Τουρκία, παρά το γεγονός ότι πολλές φορές η Τουρκία έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι της για να απομακρυνθεί από την Ευρώπη, συχνά και να προσβάλει τους ευρωπαίους ηγέτες. Παρόλα αυτά νομίζω ότι βρήκαμε τη σωστή ισορροπία, κρατήσαμε τις διόδους επικοινωνίας ανοιχτές, γεγονός που μας βοήθησε πάρα πολύ και στη συμφωνία για το προσφυγικό, η οποία συνεχίζει να λειτουργεί, αλλά και στην απελευθέρωση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών.
Ερ: Κάτι που βοήθησε ουσιαστικά και ο πρόεδρος Γιούνκερ από ό,τι ξέρουμε.
Απ: Ναι, γιατί ο Γιούνκερ πέρα από δηλωμένος φιλέλληνας δεν ξεχνάει ότι είναι και επίτιμος δημότης Ορεστιάδας, που είναι η πατρίδα ενός από τους δύο Έλληνες στρατιωτικούς και η έδρα τους πριν την σύλληψη τους. Έκανε ό,τι ήταν δυνατό για την απελευθέρωση τους.
Ερ: Κύριε Σχοινά μιας και φτάσαμε στα βόρεια σύνορα της Ελλάδος να δούμε λίγο τις τελευταίες εξελίξεις και με τα δυτικά βαλκάνια αλλά και με την πολύ σημαντική Συμφωνία των Πρεσπών, που φαίνεται να αλλάζει προς το καλύτερο το κλίμα στην περιοχή.
Απ: Υπάρχει μετά από πολλά χρόνια μια δυναμική στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και στα Δυτικά Βαλκάνια, για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια, με όλες τις χώρες της περιοχής να συστοιχίζονται σαφέστατα σε μία ευρωπαϊκή τροχιά. Αυτό είναι κάτι σχετικά πρόσφατο. Δεν ήταν έτσι η κατάσταση στο παρελθόν και αυτό είναι μία μεγάλη επιτυχία της Ευρώπης. Όχι μόνον της Ευρώπης αλλά φυσικά και των κρατών της περιοχής που σιγά σιγά προσπαθούν να κεφαλαιοποιήσουν αυτήν την αμετάκλητη, όπως εκτιμώ, στροφή των κοινωνιών και των πολιτικών δυνάμεων προς την Ευρώπη. Αυτό είναι ένα κεφάλαιο πολιτικό που πρέπει να το τοκίσουμε, να μην το χάσουμε, αλλά δεν σημαίνει ότι όλοι οι κίνδυνοι έχουν εκλείψει. Μας πήρε πολλά χρόνια για να ξεριζώσουμε τον αλυτρωτισμό στις χώρες αυτές των Βαλκανίων και δεν θα πρέπει ποτέ να χάσουμε από την προσοχή μας ότι ο κίνδυνος του αλυτρωτισμού και των αντιπαραθέσεων, εθνοτικών και άλλων, παραμένει πάντοτε υπαρκτός, όχι μόνο με λόγια αλλά με ρητορικές, τακτικές, αγάλματα κλπ. Όλα αυτά πρέπει να τα κρατήσουμε στο μυαλό μας ως κινδύνους και ως λόγους επαγρύπνησης και να ελπίσουμε ότι αυτή η αμετάκλητη πορεία των Δυτικών Βαλκανίων προς την Ευρώπη θα είναι αρκετή για να τους προσδέσει σε ένα πιο σταθερό μέλλον.
Ερ: Σε σχέση με την πρόσφατη επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στα Σκόπια και τις συμφωνίες που υπογράφηκαν, ποια είναι η γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής;
Απ: Είναι γνωστό ότι ο αρμόδιος Επίτροπος κ. Χαν, χαιρέτισε την επίσκεψη η οποία εντάσσεται ακριβώς σε αυτή τη λογική που λέγαμε, της ομαλοποίησης, της ευρωπαϊκής ομαλοποίησης στα Δυτικά Βαλκάνια, για την οποία η Ελλάδα – τόσο η θεσμική όσο και η επιχειρηματική – έχει και πρέπει να έχει καθοριστικό ρόλο.
Ερ: Τι γίνεται με την οικονομία; Στην ομιλία σας που κάνατε στο Βερολίνο, στα Ευρωπαϊκά Πρακτορεία, είπατε ότι υπάρχουν επιτυχίες. Και μάλιστα είπατε ότι υπάρχουν επιτυχίες τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Ελλάδα, ότι η ανεργία μειώθηκε από το 28% στο 18%, υπάρχει ανάπτυξη. Ως Έλληνας τι βλέπεται να συμβαίνει στην Ελλάδα από εδώ και πέρα;
Απ: Επειδή είχα το θλιβερό προνόμιο να ζήσω αυτή τη διαδικασία στις πιο δύσκολες ώρες της, το πρώτο εξάμηνο του 2015, στιγμές που κανένας δεν θέλει να θυμάται, πιστεύω ότι η πορεία της ελληνικής οικονομίας, η οποία εν πολλοίς συστοιχίζεται και αυτή στην αντίστοιχη πορεία των ευρωπαϊκών οικονομιών, βρίσκεται σε μία διαδικασία ανάταξης, βρισκόμαστε σταθερά σε ζώνες ανάπτυξης, η απασχόληση αυξάνει, όπως αυξάνει και στην Ευρώπη αυξάνει και στην Ελλάδα και το πιο σημαντικό, η Ελλάδα έχει επωφεληθεί από αυτή τη συμφωνία του Ιουνίου πέρυσι, για το χρέος. Λόγω της αλληλεγγύης των εταίρων της, η Ελλάδα είναι αυτή τη στιγμή η χώρα που έχει το καλύτερο προφίλ εξυπηρέτησης χρέους στον κόσμο.
Ερ: Και αυτό σημαίνει ότι ίσως να προχωρήσει η ελληνική κυβέρνηση στην αποπληρωμή του δανείου του ΔΝΤ;
Απ: Αυτό είναι απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά σαφέστατα το γεγονός ότι το ευνοϊκό προφίλ εξυπηρέτησης του χρέους είναι δεδομένο και το γεγονός ότι το – ακόμα υψηλό – χρέος της χώρας βρίσκεται στα χέρια της ευρωπαϊκής οικογένειας, αποτελούν σημαντικές ψηφίδες στη συνολική ομαλοποίηση της ελληνικής οικονομίας. Χρειάζεται όμως – όπως το έλεγα και πριν και για τα Βαλκάνια – να μην εφησυχάσουμε, να μην αποσπαστεί η προσοχή μας. Να κρατήσουμε αυτό το κεφάλαιο αξιοπιστίας ακέραιο, να μην ανατρέψουμε τις μεταρρυθμίσεις που πετύχαμε και να μην προδώσουμε τις ιστορικές θυσίες των Ελλήνων. Η απόφαση του Eurogroup την περασμένη βδομάδα απέδειξε ακόμη μια φορά ότι η τήρηση των δεσμεύσεων της χώρας αποτελεί τον μοναδικό και ασφαλέστερο δρόμο προς ένα μέλλον αξιοπιστίας και σταθερότητας.