Συνάντησα την Σβετλάνα Ίγκορεβνα Κουζεβάνοβα στις Βρυξέλλες, κατά τη διάρκεια μιας συνάντησης ανάμεσα σε δημοσιογράφους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ρωσίας, την οποία είχαν διοργανώσει η Ευρωπαϊκή και Διεθνής Ομοσπονδία Δημοσιογράφων, με στόχο την αλληλοκατανόηση και την περαιτέρω διεύρυνση της συνεργασίας, την καταπολέμηση της ρητορικής του μίσους, των στερεοτύπων και της αμοιβαίας καχυποψίας.

Η ομιλία της, αυστηρά δομημένη, ενημερωτική και πλούσια σε παραδείγματα, εντυπωσίασε το μικρό, εξειδικευμένο αλλά απαιτητικό κοινό. Οι ερωτήσεις που ακολούθησαν μας αποκάλυψαν έναν άνθρωπο με ευρυμάθεια, πλούσιο ατομικό πολιτισμό, πείσμα, δημοκρατικό ήθος και ευγένεια.

15045742_1140699382717467_951473870_n

Σε ένα από τα διαλείμματα της πρώτης ημέρας, συζητήσαμε για διάφορα ζητήματα και εκεί της ζήτησα να κάνουμε μια συνέντευξη με θέμα τη δραστηριότητα του Κέντρου υπεράσπισης των δικαιωμάτων των ΜΜΕ στη Ρωσία. Δέχτηκε και την επόμενη ημέρα, μετά τη λήξη της διήμερης συνάντησης, πήγαμε στο αεροδρόμιο για να πάρει ο καθένας την πτήση του και εκεί συζητήσαμε τα θέματα που δημοσιοποιούνται σήμερα στο www.jaj.gr

 Εργάζεστε ως νομικός στο Κέντρο υπεράσπισης των δικαιωμάτων των ΜΜΕ, το οποίο οι αρχές της χώρας σας το χαρακτήρισαν ως «ξένο πράκτορα». Τι σημαίνει αυτό το «ξένος πράκτορας» στη Ρωσία και πως επηρεάζει την ελευθερία του λόγου;

Σύμφωνα με το νόμο «ξένος πράκτορας» στη Ρωσία είναι μια μη κερδοσκοπική οργάνωση (ΜΚΟ), η οποία χρηματοδοτείται από ξένες πηγές και ασχολείται με την πολιτική. Η ταυτόχρονη  ύπαρξη των δύο αυτών προϋποθέσεων θεμελιώνει το χαρακτηρισμό της οργάνωσης ως ξένου πράκτορα. Ωστόσο, στην πραγματικότητα «ξένοι πράκτορες» είναι εκείνες οι οργανώσεις οι οποίες δέχονται χρηματοδοτήσεις από το εξωτερικό, ενώ η πολιτική τους δραστηριότητα τεκμαίρεται απολύτως και τυπικά και αυθαίρετα. Οι πρώτες οργανώσεις που μπορούν να αποκτήσουν αυτόν τον χαρακτηρισμό είναι εκείνες που είναι ιδιαίτερα γνωστές στη χώρα μας και διεξάγουν αγώνα για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή «ενοχλούν» τις αρχές με οποιονδήποτε άλλο τρόπο. Οι ίδιες οι ΜΚΟ αστειευόμενες λένε πως το να χαρακτηριστείς «ξένος πράκτορας» στη Ρωσία, είναι ένδειξη ποιότητας για τη δράση σου. Αν είστε καταχωρημένοι στο μητρώο των ξένων πρακτόρων (το μητρώο αυτό το τηρεί το Υπουργείο Δικαιοσύνης της Ρωσίας και σε αυτό έχουν καταχωρηθεί 148 οργανώσεις), αυτό σημαίνει πως η δράση σας είναι ιδιαίτερα χρήσιμη και τα αποτελέσματά της απτά.

Το Κέντρο υπεράσπισης των δικαιωμάτων των ΜΜΕ καταχωρήθηκε στο μητρώο των ξένων πρακτόρων τον Φεβρουάριο του 2015. Εμείς ποτέ δεν κρύψαμε το γεγονός της χρηματοδότησής μας από το εξωτερικό γιατί, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία για τις μη κερδοσκοπικές οργανώσεις, το Κέντρο είναι υποχρεωμένο κάθε χρόνο να ενημερώνει το Υπουργείο Δικαιοσύνης για τα έσοδα και τα έξοδα, πράγμα που κάναμε. Ως πολιτική δραστηριότητα της οργάνωσής μας θεώρησαν τη συνέντευξη της διευθύντριας Γκαλίνα Αράποβα, η οποία σχολίασε τις νομοθετικές πρωτοβουλίες, αποτίμησε την δικαστική πρακτική στον τομέα της νομοθεσίας για τα ΜΜΕ, ανέλυσε αποφάσεις δικαστηρίων για ορισμένες υποθέσεις στις οποίες συμμετείχαν οι νομικοί της οργάνωσής μας κλπ. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης και στη συνέχεια το δικαστήριο, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι με την έκφραση της επαγγελματικής της γνώμης η διευθύντρια του κέντρου επηρέασε την κοινή γνώμη. Όλα όσα πείτε μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναντίον σας – αυτό είναι το απλό ηθικό δίδαγμα αυτής της ιστορίας. Φυσικά, είναι παράξενο που η συνηθισμένη δουλειά του νομικού, όπως να εκτιμήσει ένα νόμο, να σχολιάσει την απόφαση κάποιων δικαστηρίων, σήμερα θεωρείται πολιτική δραστηριότητα.

Αν αναφερθούμε στην ελευθερία του λόγου στη χώρα και τους ξένους πράκτορες, θα πρέπει να σημειώσουμε πως μετά την ψήφιση του νόμου για τους ξένους πράκτορες (δεν υπάρχει ξεχωριστός νόμος, είναι τροπολογίες στο νόμο για τις μη κερδοσκοπικές οργανώσεις) έχουν υιοθετηθεί επιπρόσθετοι περιορισμοί και απαγορεύσεις για τις συντακτικές ομάδες, τους ιδρυτές, τους ιδιοκτήτες ΜΜΕ στη Ρωσία.

Στην ιστοσελίδα του Κέντρου σας γράφετε ότι θεωρείτε την απόφαση για την καταχώρηση του Κέντρου υπεράσπισης των δικαιωμάτων των ΜΜΕ στο μητρώο των ξένων πρακτόρων παράνομη και πως θα παλέψετε για την κατάργησή της. Έχετε κάποια αποτελέσματα σε αυτό το ζήτημα;

Στην ιστοσελίδα μας υπάρχει η σημείωση ότι είμαστε ΜΚΟ, η οποία έχει δράση ξένου πράκτορα. Σύμφωνα με το νόμο παρόμοια σημείωση πρέπει κάθε οργάνωση – ξένος πράκτορας να παραθέτει σε οποιοδήποτε ενημερωτικό υλικό, το οποίο εκδίδει: ιστοσελίδα, βιβλία, δελτία τύπου κλπ. Δεν συμφωνούμε με αυτή την απόφαση στο βαθμό που ποτέ δεν ασχοληθήκαμε και ούτε σκοπεύουμε και στο μέλλον να ασχοληθούμε με την πολιτική. Πάντα θεωρούσαμε πως είμαστε μια οργάνωση η οποία ασχολείται με την προστασία της ελευθερίας του λόγου και των δικαιωμάτων των δημοσιογράφων στη Ρωσία, μέσω της παροχής νομικής βοήθειας και την διεξαγωγή εκδηλώσεων επιμορφωτικού χαρακτήρα. Ουσιαστικά, είμαστε μια νομική εταιρεία η οποία εξειδικεύεται σε ένα πολύ μικρό τομέα του δικαίου, εκείνου που αφορά τα ΜΜΕ. Ποτέ δεν μας ενδιέφεραν οι δημόσιες δράσεις, δεν κάναμε λόμπινγκ για την αλλαγή της νομοθεσίας, απλώς ασχολούμαστε με την καθημερινή δικηγορική πρακτική. Όταν εκδίδαμε βιβλία ή διοργανώναμε εκπαιδευτικά σεμινάρια,  το κάναμε με στόχο να πούμε στους δημοσιογράφους πώς να μην παραβιάζουν το νόμο. Χάρη, εν μέρει, στη δική μας δουλειά κατά τη διάρκεια είκοσι χρόνων (στις 15 Νοεμβρίου το Κέντρο γιόρτασε αυτήν την επέτειο) η δικαστική πρακτική για θέματα δυσφήμισης, για παράδειγμα, θεωρείται υψηλού επιπέδου.

Αν αναφερθούμε στις μεθόδους αντιμετώπισης του νέου status, θα πρέπει να σας πω πως έχουμε περάσει από όλες τις βαθμίδες των δικαστηρίων, απέμεινε μόνο η δεύτερη αίτηση αναίρεσης. Μόνο που αυτή είναι μια πολύ τυπική δικαστική διαδικασία η οποία, σχεδόν ποτέ, δεν αναιρεί τις προηγούμενες δικαστικές αποφάσεις. Έχοντας χρησιμοποιήσει όλους τους μηχανισμούς υπεράσπισης στο εσωτερικό της χώρας, καταθέσαμε αγωγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Νομίζω πως σχεδόν όλες οι ΜΚΟ από το μητρώο έχουν προσβάλει την απόφαση του Υπουργείου Δικαιοσύνης για την καταχώρησή τους σε αυτό με ένα και μόνο σκοπό: να απευθυνθούν στο ΕΔΑΔ. Τα δικαστήρια στη Ρωσία δεν θέλουν ή δεν μπορούν να εξετάσουν υποθέσεις «ξένων μαρτύρων» κατά το νόμο, στο βαθμό που υπάρχει προφανής εντολή από το κράτος για τη λήψη συγκεκριμένων αποφάσεων καταχώρησης στο μητρώο. Θα πρέπει, επίσης, να σημειώσουμε πως είδε το φως της δημοσιότητας η πληροφορία πως, στα τέλη αυτού του χρόνου ή στις αρχές του επόμενου, το ΕΔΑΔ θα ενοποιήσει τις αγωγές των ρωσικών ΜΚΟ. Μέχρι σήμερα έχουν κατατεθεί περισσότερες από 50.

Έχετε προσέξει ότι οι άνθρωποι γύρω σας, μετά την καταχώρησή σας στο μητρώο ξένων πρακτόρων, άρχισαν να αντιμετωπίζουν διαφορετικά τη δραστηριότητά σας;

Είναι πολύ περίπλοκο να αποτιμήσουμε την πραγματική εικόνα των μεταμορφώσεων της φήμης μας στα μάτια των συνηθισμένων ανθρώπων. Η δουλειά μας αφορά ένα ειδικό κοινό και επαγγελματικά δεν συναντιόμαστε με απλούς ανθρώπους. Η αντιμετώπιση των δημοσιογράφων δεν άλλαξε. Απεναντίας, αρχίσαμε να βλέπουμε μια απίστευτη υποστήριξη από δημοσιογράφους, συντακτικές ομάδες ΜΜΕ, και μάλιστα από μια ευρύτατη γκάμα: από κρατικά ΜΜΕ μέχρι τα ιδιωτικά και τα ανεξάρτητα. Οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι ανέλαβαν την πρωτοβουλία μιας εκστρατείας υποστήριξής μας, δημιουργώντας ένα μπάνερ με το σύνθημα «Χρειαζόμαστε υπεράσπιση! Υποστηρίζουμε το Κέντρο προστασίας των δικαιωμάτων των ΜΜΕ». Το μπάνερ αυτό κάθε ΜΜΕ που μας υποστήριζε μπορούσε να το βάλει στην εφημερίδα ή στην ιστοσελίδα του. Υπήρξαν ορισμένες περιπτώσεις με ηλεκτρονικές εκδόσεις, οι οποίοι έβαλαν το μπάνερ κατά τέτοιο τρόπο ώστε για μερικά λεπτά ο χρήστης έβλεπε μια μαύρη οθόνη με ένα κείμενο υποστήριξής μας και στη συνέχεια αποκτούσε πρόσβαση στο περιεχόμενο. Ήταν κάτι το απίστευτο αλλά και πολύ σημαντικό για μας. Βιώναμε πολύ έντονα την αδικία και αυτές οι κοινές δράσεις μας βοήθησαν να αντέξουμε. Πέρασα ενάμιση χρόνος, αλλά πολλοί μέχρι σήμερα εξακολουθούν να έχουν το μπάνερ στις ιστοσελίδες τους.

Εκτός από αυτό, μας υποστηρίζει ο κυβερνήτης και πολλοί άνθρωποι στην περιοχή μας αλλά και σε ολόκληρη την χώρα. Είναι μια μοναδική ιστορία στη Ρωσία, στο βαθμό που είμαστε η μόνη οργάνωση, για την οποία υπήρξε δημόσια υποστήριξη εκ μέρους του κυβερνήτη της περιοχής, ο οποίος άσκησε κριτική στο Υπουργείο Δικαιοσύνης για την καταχώρησή μας στο επίδικο αρχείο. Εμείς εργαζόμαστε για το καλό της περιοχής και της χώρας, συμμετέχουμε στη διαμόρφωση ποιοτικής δικαστικής λειτουργίας, προπαγανδίζουμε την τήρηση των νόμων από τους δημοσιογράφους.

Για το λόγο αυτό έχουμε κάπως συμφιλιωθεί με αυτή την ταμπέλα, τον χαρακτηρισμό. Τότε όμως, τον Φεβρουάριο του 2015 πιστεύαμε πως μας χτύπησε μεγάλη καταστροφή. Αντιδράσαμε έτσι συναισθηματικά για έναν απλό λόγο: προσέχουμε πολύ τη φήμη μας. Την αποκτήσαμε μετά από αγώνες μεγάλου χρονικού διαστήματος, επενδύσαμε όλες μας τις δυνάμεις αλλά και την ψυχή μας, κατακτήσαμε την ιδιότητα των ειδικών στον τομέα του δικαίου που αφορά στα ΜΜΕ, για αυτό και δεν ήμασταν έτοιμοι να αποδεχτούμε πως με μία απόφαση κάποιου κρατικού οργάνου να μας διαγράψουν.

Μπορείτε να μας αναφέρετε παραδείγματα μη νόμιμης δίωξης δημοσιογράφου, επειδή με τις έρευνές του ήταν επικίνδυνος για τις αρχές;

Υπάρχουν πολλά παραδείγματα, είναι δύσκολο να ξεχωρίσω κάποιο. Οι διώξεις εναντίον της άσκησης της δημοσιογραφικής αποστολής, συνήθως, γίνεται με δύο τρόπους, αν, φυσικά, αναφερόμαστε στις νομικές διώξεις. Είναι η δικαστική δίωξη του δημοσιογράφου και της σύνταξης κάποιου ΜΜΕ. Υπάρχουν διαφόρων κατηγοριών μηνύσεις, οι πιο διαδεδομένες όμως είναι  εκείνες που προέρχονται από δημόσια πρόσωπα, εταιρείες, η φήμη των οποίων θίχτηκε από τις έρευνες και καταθέτουν μήνυση για δυσφήμιση υπερασπιζόμενοι την τιμή και την αξιοπρέπειά τους. Η τελευταία από μια σειρά πολύκροτων υποθέσεων είναι η υπόθεση του Ίγκορ Σέτσιν κατά της εφημερίδας «Βέντομοστι». Ο επικεφαλής της «Ροσνέφτ» και πολύ κοντά στο στενό κύκλο της εξουσίας στη Ρωσία, κατέφυγε στο δικαστήριο εξαιτίας της δημοσίευσης στην εφημερίδα «Βέντομοστι» φέτος τον Ιούλιο, ενός άρθρου με τίτλο «Ο Σέτσιν φτιάχνει φωλιά στην Μπαρβίχα». Στο άρθρο υπήρχε η πληροφορία ότι εδώ και δύο χρόνια ο Σέτσιν φτιάχνει νέο σπίτι στην περιοχή της Ρουμπλιόφκα, κοντά στο σανατόριο «Μπαρβίχα» που ανήκει στην προεδρεία της Δημοκρατίας. Ο ενάγων αμφισβήτησε την αλήθεια των στοιχείων και μάλιστα επέμενε ότι δημοσιοποιήθηκαν ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα. Οι εκπρόσωποι της εφημερίδας, απεναντίας, επέμεναν ότι όλες οι πληροφορίες που δημοσίευσαν στο άρθρο, προέρχονται από δημόσιες πηγές, πριν από όλα από το Κρατικό Κτηματολόγιο, από το οποίο οποιοσδήποτε πολίτης της Ρωσίας μπορεί ελεύθερα να πάρει πληροφορίες για οποιοδήποτε οικόπεδο. Ανεξάρτητα από τα ισχυρά επιχειρήματα του δημοσιογράφου και της εφημερίδας έχασαν τη δίκη. Είναι, όμως, ενδιαφέρον το γεγονός πως είναι η πρώτη υπόθεση στην οποία ο Σέτσιν σέρνει στα δικαστήρια δημοσιογράφους. Είναι άλλες τουλάχιστον δέκα υποθέσεις. Αυτή την περίοδο, για παράδειγμα, διεξάγεται άλλη μια δίκη για το δημοσίευμα «Το μυστικό της «Πριγκίπισσας Όλγας», στο οποίο γίνεται αναφορά για την απερίγραπτα πολυτελή ζωή  της συζύγου του Σέτσιν.

Ποιος φοβάται τους δημοσιογράφους στη Ρωσία;

Δε θα έλεγα πως τους φοβούνται, αλλά οι δημοσιογράφοι συγκεκριμένα δυσαρεστούν τους εκπροσώπους των αρχών, τους ενοχλούν την ήρεμη ζωή τους θα λέγαμε. Ολοένα και πιο συχνά διεξάγονται έρευνες οι οποίες αποκαλύπτουν στοιχεία διαφθοράς, αποκαλύπτουν εκείνους που παραβιάζουν το νόμο χωρίς αιδώ. Αξιωματούχοι, οι οποίοι κάνουν σοβαρά παραπτώματα δεν απαλλάσσονται από τα καθήκοντά τους, ούτε δημεύονται τα με δόλο αποκτηθέντα περιουσιακά τους στοιχεία. Οι έρευνες όμως φέρνουν αποτελέσματα. Αν δεν φοβούνταν τους δημοσιογράφους, αν δεν φοβούνταν τις έρευνες και την επίμονη προσοχή του τύπου δεν θα υπήρχε αυτός ο αριθμός των μηνύσεων από τα δημόσια πρόσωπα και από ανθρώπους της εξουσίας. Δεν θα υπήρχαν ούτε τόσες προσπάθειες να υπερασπιστούν τη ζωή από την έρευνα των δημοσιογράφων, να αποκλείσουν την πρόσβαση του κοινού σε σημαντικές πληροφορίες.

Είναι η Ρωσία χώρα επικίνδυνη για τους δημοσιογράφους;

Όλα είναι σχετικά νομίζω και εξαρτώνται από την οπτική μας γωνία. Αναμφίβολα υπάρχουν χώρες στις οποίες οι δημοσιογράφοι εργάζονται πιο άνετα, ήρεμα και με ασφάλεια. Υπάρχουν όμως και χώρες, στις οποίες η δημοσιογραφία είναι επικίνδυνο επάγγελμα. Στη Ρωσία οι δείκτες ασφάλειας του δημοσιογράφου δεν είναι καλοί. Σύμφωνα με την έκθεση της Διεθνούς Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης «Ρεπόρτερ χωρίς σύνορα» – «Index ελευθερίας του Τύπου» (η έκθεση δημοσιοποιείται κάθε χρόνο και σε αυτήν αποτιμάται η συνθήκες ελευθερίας του λόγου και της ελευθερίας των ΜΜΕ σε 180 χώρες του κόσμου) η Ρωσία το 2016 ήταν στην 148η θέση. Είμαστε ανάμεσα στο Πακιστάν και το Μεξικό.

Το Ίδρυμα υπεράσπισης της διαφάνειας και η Ένωση Δημοσιογράφων Ρωσίας, έχουν Παρατηρητήριο για την καταγραφή των παραβιάσεων των δικαιωμάτων των δημοσιογράφων και εκεί μπορεί κανείς να δεις τρομακτικά στοιχεία – περιπτώσεις δολοφονίας δημοσιογράφων. Τα τελευταία 15 χρόνια δολοφονήθηκαν κατά την άσκηση του επαγγέλματός του περισσότεροι από 200 δημοσιογράφοι.

Πώς μπορεί ο δημοσιογράφος να αποφύγει τα εμπόδια των αρχών και των ανθρώπων της εξουσίας στη δουλειά του;

Πριν απ όλα θα πρέπει να τηρεί τους νόμους. Τηρείτε τους νόμους, μην παραβιάζετε το όριο και αυτό θα σας κάνει πιο ασφαλείς κατά την άσκηση του επαγγέλματός σας – αυτή είναι η συμβουλή μου. Ωστόσο όμως υπάρχουν θέματα ή τομείς στους οποίους η τήρηση του νόμου δεν είναι πανάκεια για τα διάφορα πιθανά προβλήματα και κάθε άλλο παρά προφυλάσσει τους δημοσιογράφους. Πρόκειται για ζητήματα που ελέγχονται με ιδιαίτερο τρόπο από τα κρατικά όργανα και για τα οποία διαμορφώνεται μια άκρως δυσοίωνη δικαστική πρακτική. Για παράδειγμα, τα ζητήματα του εξτρεμισμού, των αποσχιστικών τάσεων, της προπαγάνδας «ξένων προς την Ρωσία» αρχών, της προσβολής του θρησκευτικού συναισθήματος και άλλα. Αυτά είναι, αν θέλετε, τα κυριότερα ζητήματα, για τη μη σωστή αντιμετώπιση των οποίων, μπορεί να έχουμε μια ακραία αυθαίρετη και επιλεκτική εφαρμογή του νόμου. Σε αυτή την περίπτωση είναι πολύ δύσκολο να συμβουλεύσεις κάποιον, να δώσεις συγκεκριμένες προτάσεις. Εγώ, για παράδειγμα, αναλύοντας κείμενα για «ευαίσθητα» θέματα δεν λαμβάνω πλέον υπόψη μου μόνο τη νομοθεσία αλλά μιλάω για τις προοπτικές και τις πιθανές επιπτώσεις από τη δημοσιοποίηση πληροφοριών λαμβάνοντας υπόψη και τα συμφραζόμενα τους.

Πόσοι δημοσιογράφοι απευθύνονται στο Κέντρο σας για βοήθεια κατά τη διάρκεια ενός έτους;

Πολλοί δημοσιογράφοι, από ολόκληρη τη χώρα, αλλά ακόμη και από τις όμορες χώρες. Συλλέγουμε στατιστικά στοιχεία των συμβουλών, των δικών, της συγγραφής των δικογράφων. Μέσα σε ένα χρόνο, η νομική υπηρεσία του Κέντρου, η οποία αποτελείται από 6 νομικούς, προσφέρει 4.000 – 4.500 συμβουλές. Συμμετέχουμε από 50 μέχρι 100 δίκες, υπερασπιζόμενοι ΜΜΕ, δημοσιογράφους και μπλόγκερ. Τότε, πριν από 20 χρόνια, όταν το Κέντρο ιδρύθηκε ως οργανισμός, με περιοχή ευθύνης την Κεντρική Ρωσία η οποία περιλαμβάνει 7 περιοχές και έχει ως κέντρο το Βορόνεζ. Στο Βορόνεζ ζούμε και εδώ έχει την έδρα της η οργάνωσή μας. Στη συνέχεια καταλάβαμε ότι η βοήθεια μας είναι ιδιαίτερα χρήσιμη και αναγκαία στους δημοσιογράφους και στις εφημερίδες σε διάφορες γωνιές της χώρας και έτσι επεκτείναμε τις δραστηριότητές μας σε όλη τη χώρα. Υπήρξαν εποχές που η νομική υπηρεσία του Κέντρου είχε όλο κι όλο 3 νομικούς. Είναι πολύ δύσκολο να αποτιμήσουμε τον όγκο της δουλειάς μας την εποχή εκείνη, εξίσου δύσκολο όμως είναι να το κάνουμε και τώρα.

Ποιες είναι οι σχέσεις με τις επαγγελματικές ενώσεις των δημοσιογράφων στη Ρωσία;

Συνεργαζόμαστε μαζί τους, διοργανώνουμε από κοινού εκδηλώσεις, συμβουλεύουμε τα μέλη των ενώσεων και τα βοηθούμε με νομικές συμβουλές. Με την Ένωση Δημοσιογράφων Ρωσίας έχουμε μακρές σχέσεις συνεργασίας. Η Ένωση Δημοσιογράφων Ρωσίας έχει νομικούς συμβούλους, οι οποίοι ειδικεύονται σε ζητήματα δικαίου με τα οποία δεν ασχολούμαστε εμείς. Για αυτό και συμπληρώνουμε ο ένας τον άλλον και είμαστε, ουσιαστικά, η νομική υπηρεσία ως εξωτερικός συνεργάτης της ΕΔΡ σε ζητήματα δικαιωμάτων των ΜΜΕ.

Ποια συμβουλή θα δίνατε σε έναν νεαρό άνθρωπο που θέλει να γίνει δημοσιογράφος;

Η συμβουλή μου είναι πληκτική και μονότονη. Μαζί με τις αρχές της δημοσιογραφίας θα συνιστούσα να μελετήσει λεπτομερώς το νομικό πλαίσιο της δουλειάς του δημοσιογράφου. Είναι σημαντικό ζήτημα, το οποίο συχνά δεν του δίνουν την πρέπουσα σημασία. Δυστυχώς, πολύ συχνά η βοήθειά μας χρειάζεται αφού ο δημοσιογράφος έχει παραβεί το νόμο ή έχει ήδη κατατεθεί αγωγή. Η επικεφαλής των νομικών μας και διευθύντρια του Κέντρου, Γκαλίνα Αράποβα, αναφερόμενη σε αυτό το ζήτημα, λέει προσφυώς πως ασχολούμαστε ως γιατροί εντατικής και όχι ως παθολόγοι. Βλέπετε, είναι πολύ συχνό το φαινόμενο να είναι εξαιρετικά δύσκολη η παροχή βοήθειας, η ίαση του ανθρώπου, όταν ήδη έχει σπάσει το πόδι του. Το ίδιο ισχύει και για τη δημοσιογραφία. Στις σχολές Δημοσιογραφίας δεν δίνουν την προσήκουσα προσοχή στα ζητήματα της νομικής προστασίας. Διδάσκουν το πώς να γράφουν σωστά, αλλά δεν ασχολούνται με την προετοιμασία των φοιτητών σε ζητήματα νομικής προστασίας του επαγγέλματος. Αυτό δεν είναι καθόλου καλό, στο βαθμό που μπαίνοντας στο επάγγελμα ο νεαρός δημοσιογράφος δεν μαντεύει καν πόσους νομοθετικούς περιορισμούς και απαγορεύσεις θα συναντήσει στη δουλειά του. Φυσικά, μπορεί να μάθει ενώ εργάζεται ή, καλύτερα, με βάση τα λάθη του. Η τιμή όμως αυτών των λαθών μπορεί να είναι πολύ διαφορετική: από ένα μικρό πρόστιμο μέχρι την ποινική δίωξη. Αξίζει, άραγε, να προσπαθείς να ταλαιπωρείς τον εαυτό σου;

Με ποιους διεθνείς οργανισμούς συνεργάζεται το Κέντρο σας;

Με πάρα πολλούς και διαφορετικούς. Είναι επαγγελματικές ενώσεις των δημοσιογράφων (Η Διεθνής και η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων, για παράδειγμα) και οι επαγγελματικές ομοσπονδίες και ενώσεις των νομικών. Παλιός μας εταίρος, για παράδειγμα, είναι η οργάνωση Article 19 (Η παγκόσμια εκστρατεία για την ελευθερία έκφρασης γνώμης). Ασχολείται με την ελευθερία του λόγου σε όλες τις χώρες του κόσμου.

Πόσο εύκολο είναι να παρέχετε βοήθεια σε δημοσιογράφους διαφόρων πόλεων και περιοχών της τεράστιας χώρας, με έδρα μια επαρχιακή πόλη;

Δεν είναι εύκολο. Ιδιαίτερα αν λάβουμε υπόψη τις ζώνες ώρας της Ρωσίας. Ξυπνάς το πρωί και στο ηλεκτρονικό σου ταχυδρομείο βρίσκεις κατεπείγουσες αιτήσεις για παροχή νομικής βοήθειας από το Βλαδιβοστόκ, για παράδειγμα. Πρέπει να αντιδράσεις αμέσως και σε υψηλό επαγγελματικό επίπεδο, τη στιγμή που μέχρι να έρθω στο γραφείο, στο Βλαδιβοστόκ οι άνθρωποι επιστρέφουν στο σπίτι τους μετά τη δουλειά. Κάθε χρόνος που περνάει οι αιτήσεις για παροχή νομικών συμβουλών αυξάνονται διαρκώς, αυτό μας δείχνουν τα στατιστικά στοιχεία. Θα νόμιζε κανείς πως τα πράγματα θα έπρεπε να ήταν διαφορετικά, αφού εξηγούμε στους δημοσιογράφους πως πρέπει να τηρούν τη νομοθεσία και ιδανικά στο μέλλον δεν θα έπρεπε να μας απασχολούν τέτοια ζητήματα. Όμως, πρώτον, αυξάνει ο αριθμός των ανθρώπων που χρειάζονται τη βοήθειά μας. Σε εμάς απευθύνονται δημοσιογράφοι από τις νέες περιοχές, από εφημερίδες και περιοδικά τα οποία δεν δούλεψαν μαζί μας στο παρελθόν, δεν είχαμε καμία επαφή. Δεύτερον, η νομοθεσία αλλάζει τόσο γρήγορα, εμφανίζονται νέοι και νέοι περιορισμοί διαρκώς τους οποίους οι νομικοί δεν προλαβαίνουν πάντα να κατανοήσουν εγκαίρως, πόσο μάλλον οι δημοσιογράφοι και οι μπλόκερς.

Το τελευταίο διάστημα παρατηρείται ένα «κυνήγι» των μπλόκερ και των ηλεκτρονικών εκδόσεων από την πλευρά των τοπικών, και όχι μόνο, αξιωματούχων; Πώς εξηγείτε αυτή την πολιτική;

Σήμερα η μπλογκόσφαιρα είναι πολύ αναπτυγμένη, αυξάνει ταχύτητα και ορισμένες φορές ασχολείται με τα ίδια πράγματα που ασχολείται και η συνηθισμένη δημοσιογραφία. Μπορούμε να μιλάμε επί μακρόν ως προς τις διαφορές ανάμεσα στους δημοσιογράφους και τους μπλόκερ και για το αν μπορούν οι δεύτεροι, για παράδειγμα, να τηρούν τις ίδιες προϋποθέσεις όπως και ο επαγγελματίας. Είναι όμως απολύτως προφανές πως οι μπλόκερ ασχολούνται και αυτοί με έρευνες, γράφουν για σημαντικά ζητήματα, προκαλούν δημόσιες συζητήσεις. Για το λόγο αυτό συγκεκριμένα η δράση τους δεν λανθάνει της προσοχής των ελεγκτικών οργάνων της εξουσίας. Εκτός από αυτό δεν θα πρέπει να λησμονούμε ότι οι μπλόκερ διαχέουν τις πληροφορίες τους μόνο από ένα δίαυλο, το Διαδίκτυο. Σήμερα η ρωσική νομοπαραγωγή βιώνει εποχές εντατικής ρύθμισης του Διαδικτύου. Τα όργανα της εξουσίας θέλουν να ελέγχουν όλα όσα συμβαίνουν στο Διαδίκτυο, αυτό όμως δύσκολα μπορεί να γίνει δεδομένης της ιδιομορφίας της λειτουργίας του. Έτσι, έχουμε το φαινόμενο να ψηφίζονται νόμοι οι οποίοι καλούνται σε μεγάλο βαθμό να απαγορεύουν τη διάδοση της μίας ή της άλλη πληροφορίας στο Διαδίκτυο αντί να προσπαθούν με επιμέλεια και ακρίβεια να περιορίζουν το παράνομο περιεχόμενο. Σήμερα στη Ρωσία ισχύουν ταυτόχρονα διάφορες νομοθετικές αρχές οι οποίες επιτρέπουν την απαγόρευση της λειτουργίας των παρόχων. Και μάλιστα, αυτό μπορεί να γίνει είτε με δικαστική απόφαση είτε χωρίς αυτή. Και αυτό φυσικά εγείρει πολλές ερωτήσεις αναφορικά με την αναλογικότητα των μέτρων ως προς την ίδια την πράξη. Σήμερα, έχει απαγορευτεί η λειτουργία περισσότερων του 1.000.000 διαφορετικών παρόχων περιεχομένου. Ανάμεσα τους και εκείνοι που δημοσίευαν απαγορευμένες κατά το νόμο πληροφορίες και εκείνοι που αποκλείστηκαν τυχαία, στο βαθμό που ο περιορισμός της πρόσβασης γινόταν με βάση την IP- address. Όταν άρχισαν να επιβάλλονται οι απαγορεύσεις με γοργούς ρυθμούς οι άνθρωποι άρχισαν να χρησιμοποιούν τους anonymizer. Η αντίδραση του κράτους ήταν η ανάλογη: προτάθηκε από βουλευτές να απαγορευθεί η χρήση τους. Θεωρώ πως αυτό είναι αδύνατον να απαγορευθεί. Η ρύθμιση θα πρέπει να είναι πολιτισμένη. Προς το παρόν αυτό μοιάζει πιο πολύ με το κρυφτό, το γνωστό παιδικό παιχνίδι. Η απαγόρευση προκαλεί την εμφάνιση νέων τρόπων αποφυγής της οι οποίοι, με τη σειρά τους, προκαλούν νέα απαγόρευση. Προς το παρόν, κατά τη γνώμη μου, κερδίζει το Διαδίκτυο. Οι νομοθέτες δεν μπορούν να παρακολουθήσουν την εξέλιξή του αλλά και τις νέες του δυνατότητες.

Ποιοι είναι οι πιο αυστηροί νόμοι για την ελευθερία του Λόγου, οι οποίοι ψηφίστηκαν τα τελευταία δύο – τρία χρόνια;

Έχουν ψηφιστεί πάρα πολλοί περιορισμοί, πράγμα που αποτελεί αντικείμενο ξεχωριστής συζήτησης. Αν δίναμε έναν πολύ γενικό χαρακτηρισμό των τελευταίων νόμων, τότε θα λέγαμε πως σχεδόν όλοι είναι περιοριστικοί και όχι ρυθμιστικοί. Κατά την αίσθησή μου, η έμφαση δίνεται στη ρύθμιση παραβιάσεων όπως ο εξτρεμισμός, η προπαγάνδα του ναζισμού, συγκεκριμένα, η προσβολή του θρησκευτικού συναισθήματος, η παραβίαση της προσωπικής ζωής και η δημοσιοποίηση προσωπικών δεδομένων. Θα έλεγα, επίσης, πως ιδιαίτερα εντατική είναι η νομοθετική ρύθμιση στην οποία υπόκεινται όλα όσα έχουν σχέση με το Διαδίκτυο. Τα τελευταία δύο – τρία χρόνια στον τομέα της ρύθμισης του Διαδικτύου ψηφίστηκαν νόμοι οι οποίοι καθορίζουν τα δικαιώματα των μπλόκερ, των ιδιοκτητών παρόχων περιεχομένου, των παρόχων υπηρεσιών διαδικτύου, των εταιρειών τηλεπικοινωνιών και άλλων εταιρειών του χώρου αυτού. Δημιουργήθηκαν διάφορα μητρώα, τα οποία επιτρέπουν την παρακολούθηση της συμμετοχής των ανθρώπων και των οργανισμών στη διαδικασία διάχυσης της πληροφορίας. Ενισχύθηκαν οι διατάξεις που επιτρέπουν την απαγόρευση πρόσβασης. Πολλοί αστειευόμενοι λένε πως σύντομα το Διαδίκτυο στη Ρωσία θα είναι: ένας πάροχος, ένα δίκτυο, μία ιστοσελίδα.

Επίσης, υιοθετούνται νόμοι, οι οποίοι πολύ σοβαρά επιδρούν στη δυνατότητα ίδρυσης και λειτουργίας ΜΜΕ με τη συμμετοχή αλλοδαπών. Όλα αυτά αντιστοιχούν στη γενικότερη τάση που θέλει να περιορίσει την επιρροή των ξένων. Έτσι, στο Νόμο για τα ΜΜΕ, έγιναν δεκτές τροπολογίες, σύμφωνα με τις οποίες κανένα ξένο κράτος, διεθνής οργανισμός, αλλοδαπό νομικό πρόσωπο, ρωσικό νομικό πρόσωπο στο οποίο συμμετέχουν αλλοδαποί, αλλοδαπός πολίτης, πολίτης χωρίς υπηκοότητα, πολίτης της Ρωσικής Ομοσπονδίας που έχει υπηκοότητα άλλου κράτους, δεν έχει δικαίωμα να ιδρύσει ρωσικό ΜΜΕ ή να είναι μέλος της συντακτικής ομάδας ΜΜΕ, καθώς επίσης και να μεταδίδει στη Ρωσία. Εκτός από αυτό, η συντακτική ομάδα, ο εκδότης ΜΜΕ και ο μεταδότης είναι υποχρεωμένοι να ενημερώνουν τη Ρωσική Εποπτική Αρχή για τις περιπτώσεις χρηματοδότησης από τον ίδιο κύκλο ατόμων, καθώς επίσης και από ΜΚΟ- ξένους πράκτορες.

Αν σας καλέσουν στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στη Σχολή Δημοσιογραφίας να δώσετε μια διάλεξη, ποιο θέμα θα επιλέγατε;

Ενδιαφέρον ερώτημα. Είμαι σίγουρη ότι θα μιλούσα για όλα αυτά με τα οποία ασχολούμαι τα τελευταία 13 χρόνια: πόσο δύσκολο είναι να υπερασπίζεσαι τους δημοσιογράφους στη Ρωσία, αλλά και τόσο σημαντικό είναι να το κάνεις αυτό, ώστε η ελευθερία του Λόγου να μην είναι ένα κενό γράμμα κατοχυρωμένο στο Σύνταγμα, αλλά ένα πραγματικό ανθρώπινο δικαίωμα το οποίο μπορούν χωρίς κίνδυνο να ασκήσουν όχι μόνο οι δημοσιογράφοι, αλλά και καθένας από εμάς.

15045546_1140699312717474_1523702643_nΠοιά είναι

Η Σβετλάνα Κουζεβάνοβα έχει δύο πανεπιστημιακά πτυχία. Το 2004 αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου του Βορόνεζ και το 2007 από την Οικονομική Σχολή του ιδίου ιδρύματος. Το 2003 παρακολούθησε σεμινάριο που διοργάνωσε στην Βαρσοβία το παράρτημα του Helsinki Watch σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα. Παρακολούθησε επίσης μια σειρά σεμιναρίων με θέμα «Η υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων», ενώ εκπαιδεύτηκε και σε ζητήματα «Η προσφυγή στο Συνταγματικό Δικαστήριο της Ρωσικής Ομοσπονδίας» που διοργάνωσε το ΑΒΑ ABA CEELI, το 2005.

Το 2015 ολοκλήρωσε με επιτυχία την εκπαίδευσή της στο Ευρωπαϊκό πρόγραμμα επιμόρφωσης σε ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων για νομικούς. Την ίδια χρονιά ολοκλήρωσε και την παρακολούθηση του σεμιναρίου με θέμα «Υπεράσπιση της ελευθερίας έκφρασης γνώμης στα πλαίσια του άρθρου 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την υπεράσπισης των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων» στο Στρασβούργο.

Εδώ και 13 χρόνια ασχολείται ως νομικός ειδικευμένος σε ζητήματα των ΜΜΕ. Έχει μεγάλη νομική εμπειρία στον τομέα υπεράσπισης της ελευθερίας έκφρασης γνώμης, του δικαιώματος πρόσβασης στην πληροφορία, την υπεράσπιση των συγγραφικών δικαιωμάτων και στην παροχή νομικής υποστήριξης σε ζητήματα νομοθεσία που αφορούν τη διαφήμιση και τα προσωπικά δεδομένα.

Έχει γράψει μαζί με άλλους περισσότερα από είκοσι βιβλία αφιερωμένα στην πρακτική του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, για τα ζητήματα ελεύθερης πρόσβασης στην πληροφορία για νομικούς και επικεφαλής δημοσιογραφικών οργανισμών. Οργανώνει επίσης εκπαιδευτικά σεμινάρια γύρω από την εφαρμογή της νομοθεσίας για τα ΜΜΕ στη Ρωσία.