Η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΗΣ ΡΩΣΙΑΣ ΣΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ: Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΣΤΑ FAKE NEWS ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΠΙΘΕΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΥΒΕΡΝΟΧΩΡΟ. Με αυτόν τον τίτλο η έρευνα δημοσιεύθηκε τον Μάϊο του 2018 στο Carnegie 

O Erik Brattberg είναι διευθυντής του Ευρωπαϊκού Προγράμματος  και συνέταιρος στην Carnegie Endowment for International Peace στην  Washington. Είναι ειδικός σε ζητήματα ευρωπαϊκής πολιτικής και ασφαλείας και διατλαντικών σχέσεων.

Tim Maurer είναι συνδιευθυντής της Πρωτοβουλίας για την Ασφάλεια στον Κυβερνοχώρο και συνέταιρος στην Carnegie Endowment for International Peace. Από το 2010 η δουλειά του εστιάζει στην ασφάλεια στον κυβερνοχώρο, τα ανθρώπινα δικαιώματα στην ψηφιακή εποχή και την διαδικτυακή διακυβέρνηση, με ιδιαίτερη έμφαση στην ασφάλεια στον κυβερνοχώρο και την οικονομική σταθερότητα.

Ποιοί είναι οι συγγραφείς μπορείτε να δείτε αναλυτικά εδώ: ERIK BRATTBERG  και TIM MAURER

Μετάφραση κειμένου: Θεοδώρα Ροντζοβά

 Η παρέμβαση της Ρωσίας στις εκλογές  αντανακλά μια τάση που συνδυάζει την προμελέτη με τον οπορτουνισμό. Προκειμένου να ενισχύσουν την ανθεκτικότητά τους, οι χώρες πρέπει επειγόντως να μοιραστούν τις βέλτιστες πρακτικές και τα διδάγματα που έχουν αποκομίσει.

ΠΕΡΙΛΗΠΤΙΚΑ

Η επιθετική εκστρατεία  της Ρωσίας με στόχο τις αμερικανικές  εκλογές του 2016 αποκάλυψε όχι μόνο το βαθμό στον οποίο οι τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών χρησιμοποιούνται για να υπονομεύσουν τις δημοκρατικές διαδικασίες, αλλά και τις αδυναμίες των μέτρων προστασίας. Η κυβέρνηση των Η.Π.Α. κυριολεκτικά πιάστηκε στον ύπνο, δείχνοντας για μια ακόμη φορά ότι μια τέτοια παρέμβαση καταδεικνύει μια αυξανόμενη παγκόσμια απειλή. Απαιτούνται σαφείς στρατηγικές και εργαλεία, ως μέρος μιας μακροπρόθεσμης, ολιστικής προσέγγισης για την οικοδόμηση της ανθεκτικότητας. Oμως,  για να είναι αποτελεσματικά αυτά τα μέτρα, πρέπει να ανανεώνονται μέσω της τακτικής ανταλλαγής των βέλτιστων πρακτικών και διδαγμάτων μεταξύ των χωρών.

Σε απάντηση προς τις αποπροσανατολιστικές εκστρατείες της Ρωσίας στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έκαναν βήματα πριν και κατά τη διάρκεια των εκλογών του 2017 για να προστατευτούν αποτελεσματικότερα από τις εκστρατείες παραπληροφόρησης και τις επιθέσεις στον κυβερνοχώρο. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι προσπάθειές τους δείχνουν τη σημασία των κινδύνων σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο αλλά και την ενεργό συμμετοχή πολιτικών κομμάτων και παραδοσιακών και κοινωνικών μέσων ενημέρωσης. Αυτά τα διδάγματα και άλλα μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για ένα κοινό, αναλυτικό πλαίσιο για την αξιολόγηση των διαφόρων διαστάσεων των κινδύνων και των προπαρασκευαστικών ενεργειών των χωρών-οδηγών.

ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

  • Εξετάστε τα εκλογικά συστήματα ως ζωτικό μέρος των υποδομών, θεσμοθετήστε τις ενέργειες για την προστασία των εκλογικών διαδικασιών και διευρύνετε τις δραστηριότητες στα υποεθνικά επίπεδα.

Επικεντρωθείτε στα μέτρα ανθεκτικότητας: για παράδειγμα, πραγματοποιώντας τακτικές αναλύσεις για το πόσο ευάλωτη είναι η κάθε χώρα  και αναπτύσσοντας σχέδια έκτακτης ανάγκης. Τα νομικά μέτρα πρέπει να διερευνηθούν μέσω μιας διαδικασίας χωρίς αποκλεισμούς.

  • Κάνετε δημόσιες δηλώσεις για να αποτρέψετε τους παράγοντες απειλής και να εκπαιδεύσετε τους ψηφοφόρους σχετικά με τις εκστρατείες παραπληροφόρησης.
  • Εκπαιδεύστε τα πολιτικά κόμματα και τις εκστρατείες για την καλύτερη προστασία τους από τυχόν παρεμβάσεις.
  • Συντονίστε τον διάλογο μεταξύ κυβερνήσεων και μέσων ενημέρωσης, ενθαρρύνετε τα μέσα ενημέρωσης να λάβουν μέτρα εθελοντικής προστασίας και τις εταιρείες μέσων κοινωνικής δικτύωσης να μετριάσουν τις πιθανές απειλές.
  • Υποστηρίξτε τη διεθνή συνεργασία, ιδίως την ανταλλαγή διδαγμάτων και βέλτιστων πρακτικών.

 

ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΜΕΣΟΠΡΟΘΕΣΜΕΣ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΟΥ 2018 (σημ.μτφ. διεξήχθησαν τον Νοέμβριο του 2018 και περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ)

  • Εκδώστε μια σαφή προειδοποίηση ότι η επέμβαση στις εκλογές του 2018 από τη Ρωσία ή από οποιονδήποτε άλλο φορέα θα έχει σοβαρές συνέπειες.
  • Συντονίστε τις κυβερνητικές προσπάθειες για την προστασία από επιθέσεις στον κυβερνοχώρο και από την παραπληροφόρηση.
  • Να παρέχετε περισσότερη κατάρτιση και υποστήριξη σε κρατικούς και τοπικούς εκλογικούς υπαλλήλους.
  • Να αξιολογείτε τακτικά τις εκλογικές υποδομές.
  • Ενθαρρύνετε τα κράτη να επανεκτιμήσουν τη χρήση των μηχανών ηλεκτρονικής ψηφοφορίας.
  • Ενθαρρύνετε τα πολιτικά κόμματα και τους υποψήφιους, το προσωπικό τους και τους εθελοντές να ακολουθούν τις βασικές πρακτικές στον τομέα της ασφάλειας στον κυβερνοχώρο.
  • Ενθαρρύνετε τους δωρητές να απαιτούν από τα πολιτικά κόμματα και τις εκστρατείες να εφαρμόζουν τις «βασικές αρχές υγιεινής» στον κυβερνοχώρο για τους υποψηφίους, το προσωπικό και τους εθελοντές τους.
  • Προτρέψτε τα πολιτικά κόμματα και τις εκστρατείες να δηλώσουν ρητά ότι δεν θα χρησιμοποιήσουν ή δεν υποστηρίξουν τα bots των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
  • Ενισχύστε την ετοιμότητα της κοινωνίας μέσω της σαφούς περιγραφής του κινδύνου ξένων παρεμβάσεων για την δημοκρατία των ΗΠΑ.
  • Προωθήστε τον έλεγχο γεγονότων από απλούς  ανεξάρτητους πολίτες καθώς και τις πρωτοβουλίες ερευνητικής δημοσιογραφίας.
  • Βελτιώστε την παιδεία του κοινού σε θέματα ενημέρωσης (medialiteracy)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Το 2016, η Μόσχα έφερε στην καρδιά της Washington μια απειλή που έχει μολύνει σε μεγάλο βαθμό  πολλές κεντρικές και ανατολικοευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Η Ρωσία έκανε κυβερνοεπίθεση στο σύστημα της Εθνικής Δημοκρατικής Επιτροπής των ΗΠΑ και στη συνέχεια κυκλοφόρησε το εμπιστευτικό υλικό στο κοινό σε μια σαφή προσπάθεια να επηρεάσει το αποτέλεσμα των αμερικανικών προεδρικών εκλογών του 2016. Η επίθεση στον κυβερνοχώρο συνδυάστηκε με μια εκστρατεία παραπληροφόρησης, η εμβέλεια της οποίας εξακολουθεί να είναι αντικείμενο έρευνας περισσότερο από ένα χρόνο αργότερα. Η διοίκηση του τότε προέδρου BarackObama ανησυχούσε ασφαλώς για την πιθανότητα hacking-ιδίως λόγω της επίθεσης malware κατά τις προεδρικές εκλογές της Ουκρανίας το 2014. Ωστόσο, όλα τα στοιχεία μέχρι σήμερα δείχνουν ότι η ρωσική κυβέρνηση πέτυχε σημαντική επιτυχία χωρίς να χτυπήσει την εκλογική υποδομή. Η κυβέρνηση των Η.Π.Α ουσιαστικά «πιάστηκε στον ύπνο».

Αφού έγιναν μάρτυρες των γεγονότων στις Ηνωμένες Πολιτείες, αρκετοί Ευρωπαίοι ηγέτες προσπάθησαν  να προστατεύσουν τις χώρες τους από παρόμοια παρέμβαση στις εκλογές τους το 2017. Ορισμένες από τις ενέργειές τους φαίνεται να ήταν επιτυχείς, αλλά λόγω του επείγοντος της υπόθεσης, πιθανότατα παρεμποδίστηκαν από τον ad hoc συντονισμό και την ανταλλαγή γνώσεων. Η συστηματική μελέτη αυτών των προσπαθειών και άλλων θα μπορούσε να βοηθήσει ενεργά την ενημέρωση για την ανάπτυξη μακροπρόθεσμων στρατηγικών και εργαλείων για τη βελτίωση της ανθεκτικότητας των χωρών σε μελλοντικές επιθέσεις. Το πιο σημαντικό είναι ότι μια τέτοια ανάλυση θα μπορούσε να ανοίξει το δρόμο για την ανταλλαγή διδαγμάτων και βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των χωρών – μια επείγουσα προσπάθεια, δεδομένου ότι μόνο το 2018, θα διεξαχθούν εκλογές στη Γεωργία, τη Λετονία, τη Σουηδία, τη Βραζιλία και το Μεξικό. Και το 2019, θα γίνουν οι Ευρωεκλογές. Όσον αφορά στις μεσοπρόθεσμες εκλογές στις ΗΠΑ το 2018, καθώς και τις επόμενες προεδρικές εκλογές το 2020, οι αξιωματούχοι των ΗΠΑ ανησυχούν ιδιαίτερα για περαιτέρω εμπλοκές. Σύμφωνα με τον Αμερικανό Διευθυντή Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών DanielCoats, «δεν πρέπει να υπάρχει αμφιβολία ότι η Ρωσία αντιλαμβάνεται τις προηγούμενες προσπάθειές της ως επιτυχείς και βλέπει τις μεσοπρόθεσμες εκλογές του 2018 ως έναν δυνητικό στόχο.»  Καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες χώρες σκέφτονται πώς να προετοιμαστούν με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο για ενδεχόμενες παρεμβολές, τι  μάθημα μπορεί να αντληθεί από τις πρόσφατες εμπειρίες της Ευρώπης;

Η συστηματική μελέτη αυτών των [ευρωπαϊκών] προσπαθειών καθώς  και άλλων θα μπορούσε να συμβάλει ενεργά στην ανάπτυξη μακροπρόθεσμων στρατηγικών και εργαλείων για τη βελτίωση της ανθεκτικότητας των χωρών σε μελλοντικές επιθέσεις.

Μια εξέταση των μέτρων προστασίας που θέσπισαν η Γερμανία, η Γαλλία, οι Κάτω Χώρες και το Ηνωμένο Βασίλειο το 2017 και πρωτύτερα, προσφέρει ένα καλό σημείο εκκίνησης για την εκτίμηση των διαστάσεων του κινδύνου και της αποτελεσματικότητας των προετοιμασιών και των αντιδράσεων στις παρεμβάσεις στις εκλογές. Οι χώρες αυτές είναι γεωπολιτικά σημαντικές τόσο μέσα στην Ευρώπη όσο και σε σχέση με τη Ρωσία. Οι ειδικές εμπειρίες τους είναι επίσης χρήσιμες για να συγκριθούν μεταξύ τους. Η επίθεση hacking στην εκστρατεία του Γάλλου προέδρου Emmanuel Macron κατά τη διάρκεια των προεδρικών εκλογών αναμφισβήτητα ξεχωρίζει ως η πιο θρασεία δράση του Κρεμλίνου. Οι εκλογές στη Γερμανία, από την άλλη πλευρά, είναι αξιοσημείωτες επειδή δεν αναφέρθηκαν σημαντικές προσπάθειες παρέμβασης. Τα γεγονότα του περασμένου ενάμισι  έτους αξίζουν μια πιο προσεκτική ματιά για να καθοριστεί το τι πραγματικά συνέβη και γιατί. Η Σουηδία, η οποία θα διεξαγάγει τις εκλογές της τον Σεπτέμβριο του 2018, αξίζει επίσης να συμπεριληφθεί, δεδομένου ότι προσφέρει πιθανές ιδέες για το πώς μια χώρα μπορεί να προετοιμαστεί πολύ νωρίτερα για να προστατεύσει τις εκλογές της.

(σημ. μτφ: Για της εκλογές της Σουηδίας που διεξήχθησαν τον Σεπτέμβριο 2018 μπορείτε να διαβάσετε εδώ)

Όταν μελετάμε τις ρωσικές παρεμβάσεις και τις προετοιμασίες και απαντήσεις των χωρών, είναι σημαντικό να κάνουμε διάκριση μεταξύ των «fake news» και των αποπειρών για hacking. Με αυτόν τον τρόπο διασφαλίζεται η κατανόηση του πλήρους φάσματος των ευάλωτων στόχων, συμπεριλαμβανομένων των βάσεων δεδομένων των πολιτικών κομμάτων και εκστρατειών, των πλατφορμών μέσων κοινωνικής δικτύωσης  και των συμβατικών οργανισμών ειδήσεων, των προσωπικών λογαριασμών των υποψηφίων και των οικογενειών τους, των συστημάτων εγγραφής ψηφοφόρων, των μηχανών ψηφοφορίας και του λογισμικού, των καναλιών για τη μεταβίβαση των αποτελεσμάτων της ψηφοφορίας. Μέχρι στιγμής, με βάση πληροφορίες ανοιχτού κώδικα, τα κυβερνητικά εργαλεία για την προστασία τέτοιων στόχων περιλάμβαναν σε μεγάλο βαθμό λειτουργικές αλλαγές και αλλαγές πολιτικής, όπως την απαγόρευση της ηλεκτρονικής καταμέτρησης των ψήφων, τεχνικές αλλαγές στην εκλογική υποδομή, νομικά μέτρα όπως νέοι νόμοι και εκστρατείες ευαισθητοποίησης.

Εντούτοις, η απόκτηση βέλτιστων πρακτικών – και, το σημαντικότερο, μια μακροπρόθεσμη, ολιστική προσέγγιση των παρεμβολών – δεν μπορεί να προέλθει από απλή μελέτη αυτών των στόχων και εργαλείων μεμονωμένα. Και αυτό δεν θα ήταν ευνοϊκό για τη συνεχή, συστηματική ανταλλαγή γνώσεων. Θα ήταν λοιπόν χρήσιμο να συνδυαστούν οι γενικές τους διαστάσεις μέσα σε ένα αναλυτικό πλαίσιο – για να ενημερωθούν τόσο οι μελλοντικές στρατηγικές όσο και η πιο εμπεριστατωμένη έρευνα. Με βάση τις εμπειρίες των χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης κατά τα τελευταία χρόνια και των Ηνωμένων Πολιτειών κατά τις εκλογές του 2016, αρχίζει να διαμορφώνεται ένα πλαίσιο. Εξετάζει τις διαφορετικές διαστάσεις κινδύνου των εκστρατειών παραπληροφόρησης και των επιχειρήσεων hacking, τις τοποθετεί στο πλαίσιο ενός κύκλου εκλογών και απαριθμεί τους τύπους προπαρασκευαστικών ενεργειών στις οποίες μπορούν να προχωρήσουν οι Kυβερνήσεις σε όλα τα επίπεδα. Οι ενδιαφερόμενοι φορείς στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε άλλες χώρες θα μπορούσαν να αναπτύξουν περαιτέρω αυτό το πλαίσιο, ίσως ως τμήμα μιας διεθνούς προσπάθειας. Εν τω μεταξύ, τα διδάγματα και οι  βέλτιστες πρακτικές που συγκεντρώθηκαν από τις μελέτες θα μπορούσαν να προωθήσουν μια ισχυρότερη νομική, τεχνική, λειτουργική,  πολιτική(;), την κοινωνία των πολιτών, και εκπαιδευτικά μέτρα προς κάθε πιθανότητα παρεμβολών από τη Ρωσία και άλλους φορείς.

 

ΠΕΝΤΕ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΕΜΒΑΣΗ ΤΗ ΡΩΣΙΑΣ  ΣΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ

  1. ΟΛΛΑΝΔΙΑ, ΓΕΝΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ, ΜΑΡΤΙΟΣ ΤΟΥ 2017

Μετά από προειδοποιήσεις από τις ολλανδικές υπηρεσίες πληροφοριών, οι αξιωματούχοι των Κάτω Χωρών έλαβαν σοβαρά υπόψη το ζήτημα της πιθανής ρωσικής παρέμβασης στις εκλογές τους. Ωστόσο, εξαιτίας είτε των δυναμικών προετοιμασιών τους είτε της προφανούς έλλειψης ρωσικής προσπάθειας για παρεμβάσεις, οι εκλογές διεξήχθησαν με επιτυχία και χωρίς κάποια αξιοσημείωτη παρέμβαση.

Προπαρασκευαστικές Ενέργειες εκ μέρους της Ολλανδίας

Οι αναφορές των ρωσικών δραστηριοτήτων κατά τη διάρκεια των εκλογών στις ΗΠΑ έθεσαν τη Χάγη σε επιφυλακή. Ήδη ανησυχούσε για δυνητικές παρεμβολές λόγω δύο μεγάλων συμβάντων: η εικαζόμενη επιχείρηση hacking των υπολογιστών του Ολλανδικού Συμβουλίου Ασφάλειας τον Οκτώβριο του 2015 από μια ομάδα Ρώσων hacker γνωστή ως PawnStorm (επίσης γνωστή και ως APT28 και Fancy Bear) και η εικαζόμενη εμπλοκή που οδήγησε στο ολλανδικό δημοψήφισμα του Απριλίου του 2016 για μια εμπορική συμφωνία Ευρωπαϊκής Ένωσης- Ουκρανίας, είτε από ολλανδούς φιλορώσους  είτε από ακτιβιστές..Η χρονική συγκυρία του συμβάντος κατέστησε το στόχο σαφές: συνέβη τόσο πριν όσο και αφού το συμβούλιο δημοσίευσε την έκθεσή του σχετικά με την προσγείωση της πτήσης MH17 στην ανατολική Ουκρανία. Παρά την προφανή αποτυχία, οι δραστηριότητες της Μόσχας είχαν σημαντικό αντίκτυπο. Οι τοπικές φιλορωσικές φωνές στις Κάτω Χώρες προσπάθησαν δραστήρια να αρνηθούν τις κατηγορίες περί hacking.

Η παρέμβαση που οδήγησε στο δημοψήφισμα ήταν ίσως πιο εξώφθαλμη. Το Κρεμλίνο ήταν έντονα κατά της εμπορικής συμφωνίας Ε.Ε-Ουκρανίας. Μια κοινοπραξία τοπικών φιλορωσικών και αντι-ουκρανικών εκπατρισθέντων -υπό την ηγεσία ενός αριστερού ολλανδού βουλευτή, του Harry Van Bommel- αντιτάχθηκε σθεναρά στη συμφωνία και αναφέρθηκε στην φιλοδυτική κυβέρνηση της Ουκρανίας ως «αιμοδιψή κλεπτοκρατία». Η αντιπολίτευση χρησιμοποίησε προσωπικές συναντήσεις, την τηλεόραση και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να διαδώσει τις απόψεις της. Επιπλέον, οι φιλορωσικοί πράκτορες παρουσιάστηκαν ως Ουκρανοί για να διεισδύσουν στις συνεδριάσεις του δημαρχείου και σε ολλανδικές ομάδες παρόμοιες με τις επιτροπές πολιτικής δράσης των ΗΠΑ, όπως το Συντηρητικό Φόρουμ για τη Δημοκρατία, το οποίο έγινε ένα σημαντικό πολιτικό κόμμα το 2016 . Κατά τη διάρκεια του δημοψηφίσματος, το κόμμα επανέλαβε τις θέσεις του Κρεμλίνου και κοινοποίησε τα βίντεο προπαγάνδας της Μόσχας.

Φυσικά, η ρωσική παρέμβαση δεν ήταν ο μόνος παράγοντας που επηρέασε το δημοψήφισμα. Το δημοψήφισμα αντανακλούσε επίσης την αυξανόμενη εμπάθεια του ολλανδικού πληθυσμού προς την Ε.Ε.Η Χάγη ανησυχεί ιδιαίτερα για την πιο άτυπη απειλή των τοπικών λαϊκιστών που, εν γνώσει ή εν αγνοία τους, υπερασπίζονται την ατζέντα της Ρωσίας στην προσπάθειά τους να διαταράξουν το πολιτικό status quo.

Το γεγονός ότι η Γενική Υπηρεσία Πληροφοριών και Ασφαλείας (AIVD) άρχισε να ερευνά τη ρωσική ομάδα hacking Cozy Bear στα μέσα του 2014 και ειδοποίησε τους Αμερικανούς αξιωματούχους για τις δραστηριότητές της το 2016 αποκαλύπτει με πόση σοβαρότητα αντιμετωπίζει η Ολλανδία την απειλή παρεμβάσεων. Χαρακτηριστικά, η Υπηρεσία ήταν σε θέση να επιβεβαιώσει το χακάρισμα στην αμερικανική δημοκρατική εθνική επιτροπή των Η.Π.Α. επειδή παρακολούθησε τις ρωσικές δραστηριότητες μετά την επίθεση της Ολλανδικής Επιτροπής Ασφάλειας και την παρέμβαση στο δημοψήφισμα Ε.Ε.-Ουκρανίας.

Στην ετήσια έκθεσή της για το 2016, η AIVD επισήμανε την αύξηση των ρωσικών επιχειρήσεων επιρροής που στοχεύουν στους οικονομικούς, πολιτικούς, επιστημονικούς και αμυντικούς τομείς της χώρας. Η έκθεση αναφέρει συγκεκριμένα τις επιθέσεις στον κυβερνοχώρο, τις προσπάθειες στρατολόγησης ανθρώπινων πληροφοριών, την κατασκοπεία, και την χειραγώγηση της κοινής γνώμης. Δηλώνει ότι «η διάδοση της παραπληροφόρησης και της προπαγάνδας παίζει σημαντικό ρόλο στην παράνομη πολιτική επιρροή». Αποδίδει επίσης μια επίθεση κατά 100 κυβερνητικών λογαριασμών ηλεκτρονικού ταχυδρομείου σε ρωσική δραστηριότητα. Οι αξιωματούχοι των ολλανδικών υπηρεσιών πληροφοριών διακηρύσσουν ανοιχτά ότι οι Ρώσοι προσπαθούν επίμονα να «διεισδύσουν στους υπολογιστές κυβερνητικών υπηρεσιών και επιχειρήσεων» .

Η ολλανδική Κυβέρνηση έλαβε διάφορα μέτρα για να προστατευτεί από πιθανή ρωσική παρέμβαση πριν από τις εκλογές της τον Μάρτιο του 2017. Η ηλεκτρονική ψηφοφορία απαγορεύτηκε στις Κάτω Χώρες το 2007 για να εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη του κοινού στη δημοκρατική διαδικασία, αλλά η κυβέρνηση θεώρησε ότι χρειάζονταν πρόσθετα βήματα αφού έλαβαν αναφορές σχετικά με τρωτά σημεία που σχετίζονται με το λογισμικό. Φοβούμενη ότι η Ρωσία θα επιχειρήσει να χακάρει την τεχνολογία καταμέτρησης, αποφάσισε να απαγορεύσει την ηλεκτρονική καταμέτρηση των ψήφων και τη χρήση μονάδων USBflash και του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου από τους εκλογικούς αντιπροσώπους. Ο Ολλανδός Υπουργός Εσωτερικών ανησυχούσε ιδιαίτερα για το ξεπερασμένο λογισμικό αλλά επιθυμούσε επίσης να ενισχύσει την εμπιστοσύνη των πολιτών έτσι ώστε καμία υποψία αμφιβολίας να μην σκιάζει τα αποτελέσματα». Περαιτέρω συμβολή στην απόφαση της κυβέρνησης αποτέλεσαν οι φήμες ότι η Ρωσία σχεδίαζε να χακάρει κι άλλες εκλογές μετά τις εκλογές του 2016 στις ΗΠΑ. Κατά τη διάρκεια επίσκεψης στην Washington τον Ιανουάριο του 2017, ο Ολλανδός Υπουργός Εξωτερικών Bert Koenders συναντήθηκε με αξιωματούχους των ΗΠΑ για να συζητήσουν  σχετικά με οποιεσδήποτε συγκεκριμένες πληροφορίες για ενδεχόμενες ρωσικές επιθέσεις στον κυβερνοχώρο εναντίον των Κάτω Χωρών. Μολονότι δεν είναι σαφές εάν ανταλλάχθηκαν τέτοιες πληροφορίες, το ταξίδι αποδεικνύει τη σοβαρότητα που αποδίδει η ολλανδική κυβέρνηση στο θέμα της ρωσικής ανάμειξης.

Φοβούμενη ότι η Ρωσία θα επιχειρήσει να χακάρει την τεχνολογία καταμέτρησης των ψήφων, [η Ολλανδία] αποφάσισε να απαγορεύσει την ηλεκτρονική καταμέτρηση των ψήφων και τη χρήση μονάδων USB flash και του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου από τους εκλογικούς αντιπροσώπους.

Εκτός από τις απαγορεύσεις, η Κυβέρνηση κατέβαλε προσπάθειες για την ευαισθητοποίηση του κοινού σχετικά με τις συνεχείς απόπειρες της Μόσχας να διεισδύσει στις εγχώριες και διεθνείς κυβερνήσεις, να διαταράξει την πολιτική διαδικασία και να επηρεάσει τη χάραξη πολιτικής αποκτώντας παράνομα πληροφορίες μέσω της κατασκοπείας στον κυβερνοχώρο και της ανθρώπινης νοημοσύνης. Αυτές οι προσπάθειες στόχευαν επίσης στην ευαισθητοποίηση του ολλανδικού κοινού στην παραπληροφόρηση και τα «εναλλακτικά γεγονότα», προβάλλοντας και «ξεμπροστιάζοντας» τα κατασκευασμένα από troll βίντεο και κοινοποιώντας εγκληματολογικά στοιχεία που συνδέουν τις ροές των μέσων κοινωνικής δικτύωσης από ακτιβιστές με τα ρωσικά ΜΜΕ.

Οι εταιρείες μέσων κοινωνικής δικτύωσης έλαβαν επίσης μέτρα πριν από τις εκλογές του Μαρτίου του 2017. Το Facebook ανακοίνωσε ότι θα εισάγει μια λειτουργία ελέγχου των γεγονότων στα άρθρα εφημερίδων στην Ολλανδία. Ωστόσο, στις Κάτω Χώρες, τα κύρια μέσα ενημέρωσης εξακολουθούν να έχουν πολύ ισχυρότερη θέση από τα tabloid, τα απροκάλυπτα προκατειλημμένα δημοσιογραφικά μέσα και τις εταιρείες μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Ως εκ τούτου, υπήρξε ήδη μια σημαντική γραμμή αναφοράς κατά της οποίας θα μπορούσαν να αξιολογηθούν η παραπληροφόρηση και τα εναλλακτικά γεγονότα.

Ωστόσο, οι προετοιμασίες των Κάτω Χωρών είχαν ορισμένες αδυναμίες. Οι προσπάθειες εκπαίδευσης των πολιτικών και κυβερνητικών αξιωματούχων – που πραγματοποιήθηκαν από το Δέλτα ασφαλείας της Χάγης και άλλες ομάδες – δημιούργησαν ελάχιστο ενδιαφέρον. Επιπλέον, σύμφωνα με τους ειδικούς της τεχνολογίας πληροφοριών (IT), τα ολλανδικά πολιτικά κόμματα δεν έλαβαν επαρκή μέτρα για την προστασία των ιστοτόπων τους πριν από τις εκλογές.

Αξιοσημείωτη Παρέμβαση

Σύμφωνα με το AIVD, η Ρωσία δεν ήταν σε θέση να «επηρεάσει ουσιαστικά» τη διαδικασία εκλογών του 2017. Η παρέμβαση περιλάμβανε κυρίως τη διάδοση ψευδών πληροφοριών στο δημόσιο διάλογο. Ως εκ τούτου, οι Κάτω Χώρες απέφυγαν άλλο ένα επεισόδιο υψηλού προφίλ.

Μια αιτία της περιορισμένης παρέμβασης θα μπορούσε να είναι η αυξημένη προσοχή που δόθηκε στο θέμα από τους Ολλανδούς αξιωματούχους τα τελευταία χρόνια και οι αντίστοιχες προσπάθειες για την ενίσχυση της ετοιμότητας – όπως η κατάργηση της ηλεκτρονικής καταμέτρησης των ψήφων – οι οποίες στερούν από τη Ρωσία κάθε ευκαιρία να αναμειχθεί. Η Μόσχα μπορεί επίσης να ήταν επιφυλακτική για περαιτέρω αναζωπύρωση αρνητικών αισθημάτων της κοινής γνώμης σε μια χώρα όπου σχεδόν 200 Ολλανδοί υπήκοοι σκοτώθηκαν από αντάρτες που χαίρουν της υποστήριξης της Ρωσίας στην πτήση MH17 στην Ουκρανία. Ένας άλλος λόγος θα μπορούσε να είναι ότι η Ρωσία εκτιμά τη σχέση της με τις Κάτω Χώρες, η οποία είναι σημαντικός εμπορικός εταίρος, και δεν θέλησε να εντείνει τις σχέσεις με τους Ολλανδούς ηγέτες, ειδικά μετά το περιστατικό MH17.

Μετεκλογικές Αντιδράσεις

Για να διασφαλίσει περαιτέρω τη διαθεσιμότητα αξιόπιστων πληροφοριών κατά τη διάρκεια των εκλογών και των δημοψηφισμάτων, ο Kajsa Ollongren, Υπουργός Εσωτερικών και βασιλικών σχέσεων, ξεκίνησε διάλογο με εκπροσώπους μέσων κοινωνικής δικτύωσης και τεχνολογικών εταιρειών για να συζητήσει τη διάδοση fakenews. Ως αποτέλεσμα, το Facebook συνεργάζεται με το πανεπιστήμιο Leiden και έναν ολλανδικό ιστότοπο ειδήσεων που ονομάζεται Nieuwscheckers για να ελέγξει τα γεγονότα που κοινοποιούνται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το χαρακτηριστικό ελέγχου των στοιχείων της Google, το Google Project Shield, το οποίο βοηθούσε στην προστασία μιας δημοφιλούς ολλανδικής ιστοσελίδας πληροφοριών, Kieskompas, από επίθεση διανομής DDoS  τις ημέρες πριν από τις εκλογές του Μαρτίου του 2017.

Η κυβέρνηση έχει λάβει επίσης μέτρα για την ενίσχυση των συλλογικών προσπαθειών της Ευρώπης. Εξετάζει  το ενδεχόμενο περισσότερης υποστήριξης από την Ολλανδία για την Task Force του East StratCom, μέρους της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης, και συνηγορεί υπέρ του διαλόγου μεταξύ της Ε.Ε. και του Οργανισμού Βορειοατλαντικού Συμφώνου (ΝΑΤΟ) για την καταπολέμηση της παραπληροφόρησης.

Οι Ολλανδοί αξιωματούχοι πρέπει να επεκτείνουν τις προσπάθειέςτους για να συμπεριλάβουν την εκπαίδευση πολιτικών και την προστασία των κομμάτων.

Συμπεράσματα

Έκαναν σημαντικά βήματα για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των εκλογικών διαδικασιών και συστημάτων τους. Τούτου λεχθέντος, η ρωσική επιρροή εξακολουθεί να υπάρχει στην Ολλανδία και οι Ολλανδοί αξιωματούχοι πρέπει να επεκτείνουν τις προσπάθειές τους για να συμπεριλάβουν την εκπαίδευση των πολιτικών και την προστασία των κομμάτων. Το κόμμα  “Φόρουμ για τη Δημοκρατία” θέλει τώρα να διεξαχθεί δημοψήφισμα για την παραμονή στην Ε.Ε. και έρχεται δεύτερο στις ολλανδικές δημοσκοπήσεις. Επιπλέον, το Κόμμα Ελευθερίας του Geert Wilders, ένα αντι-μεταναστευτικό και ευρωσκεπτικιστικό κόμμα, έχει ιστορικά σχετιστεί στενά με τα ρωσικά συμφέροντα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και υποστηρίζει την άρση των «αντι-ρωσικών κυρώσεων» της Ε.Ε.

  1. ΓΑΛΛΙΑ: ΠΡΟΕΔΡΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ, ΜΑΙΟΣ-ΙΟΥΝΙΟΣ 2017

Οι προσπάθειες της Ρωσίας να παρέμβει στις εκλογές του 2017 ήταν ίσως η πιο θρασεία στη Γαλλία. Ενώ οι Γάλλοι αξιωματούχοι της ασφάλειας κατέβαλαν αξιοθαύμαστες προσπάθειες για την προστασία από παρεμβολές, αυτό που είναι πιο αξιοσημείωτο είναι οι σημαντικές προετοιμασίες σε επίπεδο κόμματος, ιδίως από το En Marche, τον πρωταρχικό στόχο για  τυχόν ύποπτες ρωσικές παρεμβολές κατά τη διάρκεια της εκστρατείας.

Προπαρασκευαστικές Ενέργειες

Καταρχάς, δεν προσφέρει την παραμικρή χρησιμότητα το γεγονός ότι η Γαλλία διαθέτει ένα πολύ συγκεντρωτικό πολιτικό σύστημα, γιατί έτσι έχει  εγγενώς λιγότερη  ανθεκτικότητα στις παρεμβάσεις σε σχέση με άλλα πιο αποκεντρωμένα συστήματα. Ο Γάλλος Πρόεδρος εκλέγεται άμεσα από τους ψηφοφόρους, αλλά η εκλογή γίνεται σε δύο γύρους. Στον πρώτο γύρο, επιτρέπεται να διαγωνιστεί κάθε υποψήφιος που καταφέρνει να πάρει την υπογραφή 500 εκλεγμένων αξιωματούχων. Εκτός της περίπτωσης που ένας μόνο υποψήφιος λάβει πλειοψηφία των ψήφων, οι δύο υποψήφιοι που λαμβάνουν τις περισσότερες ψήφους στο τέλος του πρώτου γύρου, συνεχίζουν στον δεύτερο γύρο.

Τον Οκτώβριο του 2016 ο αρχηγός της Γενικής Γραμματείας Άμυνας και Εθνικής Ασφάλειας του Γάλλου Louis Gautier, αφού έμαθε για το χακάρισμα της Αμερικανικής Εθνικής Δημοκρατικής Επιτροπής,  και τις επακόλουθες διαρροές πληροφοριών, έγραψε επιστολή στους αρχηγούς των κυρίαρχων πολιτικών κομμάτων, προειδοποιώντας τους ενάντια στον κίνδυνο «εκλεπτυσμένων και επαναλαμβανόμενων επιθέσεων, προφανώς διεξαγόμενων από οργανωμένες ομάδες». Για να μάθει για τις πρόσφατες επιθέσεις στον κυβερνοχώρο και να συγκεντρώσει κάποιες συμβουλές ασφάλειας, κάλεσε επίσης όλα τα μεγάλα κόμματα να παρακολουθήσουν μια ιδιωτική ενημέρωση με τον Εθνικό Οργανισμό Ασφαλείας Γαλλίας (ANSSI). Η υπηρεσία τούς παρείχε ένα εγχειρίδιο 36 σελίδων για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο, ένα primer 52 σελίδων για επιθέσεις DDoS και μια μονάδα flash USB με πρόσθετες πληροφορίες. Καθόλου τυχαία, το δεξιό Εθνικό Μέτωπο της Marine Le Pen ήταν το μόνο κόμμα που απουσίαζε από την ενημέρωση.

Επιπλέον, άλλοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι υψηλού επιπέδου δήλωσαν δημοσίως και εμφατικά ότι δεν θα ανεχτούν τις προσπάθειες της Μόσχας να μπει εμπόδιο στη δημοκρατική διαδικασία της χώρας. Τον Φεβρουάριο του 2017, ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών Jean-Marc Ayrault υπογράμμισε έντονα ότι η Ρωσία βρίσκεται πίσω από τις επιθέσεις στον κυβερνοχώρο που μαστίζουν την προεκλογική εκστρατεία του Emmanuel Macron και προειδοποίησε ότι το Παρίσι δεν θα δεχτεί «οποιαδήποτε παρέμβαση στην εκλογική διαδικασία».

Οι προπαρασκευαστικές ενέργειες της ANSSI επικεντρώθηκαν κυρίως στην προστασία της εκλογικής υποδομής. Μετά την αξιολόγηση των τρωτών σημείων των συστημάτων και σε αντίθεση με τα αρχικά σχέδια, ο οργανισμός ανακοίνωσε ότι η ηλεκτρονική ψηφοφορία -απαγορευμένη στη Γαλλία από το 2012, με εξαίρεση τους γάλλους ψηφοφόρους εκτός συνόρων-, δεν θα επιτρεπόταν καθόλου στις νομοθετικές εκλογές του Ιουνίου του 2017. Επιπλέον, ο οργανισμός έδωσε στα κόμματα έναν κατάλογο εγκεκριμένων ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων που θα μπορούσαν να επιθεωρήσουν και να δοκιμάσουν την εσωτερική κυβερνητική υποδομή τους. Τα κόμματα έχουν τις δικές τους υποδομές και τόσο οι συντηρητικοί Ρεπουμπλικανοί όσο οι κεντροαριστεροί σοσιαλιστές έχουν τις δικές τους ειδικές ομάδες πληροφορικής. Η ομάδα πληροφορικής του κόμματος En Marche του Macron ανέπτυξε ανορθόδοξες μεθόδους για να προκαλέσει σύγχυση στους εισβολείς που θα εντοπίζονται : το σχέδιο είναι  «να τους φέρουν αντιμέτωπους [phisingmail] με πολλαπλούς κωδικούς πρόσβασης και διαδικασίες σύνδεσης, αληθινές ή ψεύτικες, έτσι ώστε οι άνθρωποι πίσω από αυτές [τις επιθέσεις] να ξοδεύουν πολύ χρόνο προσπαθώντας να τους καταλάβουν».

Η ομάδα πληροφορικής του Macron ανέπτυξε ένα σύστημα για να δώσει στους εισβολείς  ψευδή στοιχεία ώστε να υποβαθμίσει προληπτικά την αξία που μπορεί να αποκτήσουν διαφυγόντα έγγραφα εκστρατείας.

Οι προετοιμασίες κατά των εκστρατειών παραπληροφόρησης ήταν πιο «ad hoc». Οι κυβερνητικές υπηρεσίες δεν φαίνεται να καταβάλλουν συγκεντρωτική προσπάθεια για να προφυλαχθούν από αυτές. Ο Macron προσέφυγε επίσης σε μια ομάδα «anti-fakenewscommando» από τρεις δικηγόρους προκειμένου να περιορίσει ενεργά το φράγμα της παραπληροφόρησης που απευθύνεται σε αυτόν.

Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης έλαβαν επίσης προληπτικά μέτρα για την αντιμετώπιση των εκστρατειών παραπληροφόρησης. Τον Φεβρουάριο του 2017, η εξέχουσα γαλλική εφημερίδα, Le Monde, δημοσίευσε ένα ευρετήριο που αναφερόταν σε εκατοντάδες ιστότοπους, και το επίπεδο αξιοπιστίας τους. Η Google συνεργάστηκε με περισσότερα από τριάντα μέσα ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένων των κυριότερων εφημερίδων και τηλεοπτικών σταθμών, ώστε να χτίσει την πλατφόρμα επαλήθευσης γεγονότων CrossCheck.

Αξιοσημείωτη Παρέμβαση

Η κακόβουλη δραστηριότητα στον κυβερνοχώρο κατά τις προεδρικές εκλογές του 2017 επικεντρώθηκε σχεδόν αποκλειστικά στην εκστρατεία του Macron. Η ομάδα του ανέφερε για πρώτη φορά ότι είχε πέσει θύμα hacking τον Οκτώβριο του 2016, αλλά αρνήθηκε να δώσει λεπτομέρειες για τη φύση του εισβολέα. Το Facebook επιβεβαιώνει ότι οι Ρώσοι πράκτορες δημιούργησαν δώδεκα ψεύτικους λογαριασμούς και παρουσιάστηκαν ως κοντινά πρόσωπα του Macron, προσπαθώντας να συλλέξουν πληροφορίες. Επιπλέον, τα μηνύματα «ηλεκτρονικού ψαρέματος με δόλωμα» (spear-phising) υπό τη μορφή ψεύτικου ιστότοπου αποθήκευσης της Microsoft προσπάθησαν να συλλέξουν κωδικούς πρόσβασης και στοιχεία σύνδεσης από μέλη του προσωπικού. Μιάμιση μέρα πριν από τη δημοψήφισμα μεταξύ Macron και LePen στις 7 Μαΐου 2017, 9 gigabytes κλεμμένων αρχείων και 21.000 μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου μεταφορτώθηκαν στην πλατφόρμα Pastebin με το όνομα χρήστη EMLEAKS. Στα τέλη Ιουλίου, το WikiLeaks αναδημοσίευσε τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου σε μια cache που μπορεί να αναζητηθεί. Χρησιμοποιώντας το hashtag “#MacronLeaks”, οι διαρροές στη συνέχεια εξαπλώθηκαν γρήγορα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης , και έγιναν ένα πασίγνωστο θέμα παγκοσμίως.

Τον Ιανουάριο του 2017, η εταιρεία ασφαλείας Trend Micro απέδωσε πολλές αρχικές επιθέσεις ηλεκτρονικού ψαρέματος στην PawnStorm, γνωστή και ως APT28 ή Fancy Bear. Οι Αμερικανικές Υπηρεσίες Πληροφοριών θεωρούν την ομάδα όργανο της Γενικής Διεύθυνσης Πληροφοριών της Ρωσίας (GRU) και πιστεύουν ότι είναι υπεύθυνη για το χακάρισμα της Δημοκρατικής Εθνικής Επιτροπής. Πριν από τις διαρροές, ο διευθυντής της Υπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας, Mike Rogers, ενημέρωσε τους Γάλλους ομολόγους του ότι η Υπηρεσία είχε ανιχνεύσει πιθανό ρωσικό hacking της εκλογικής υποδομής της Γαλλίας. Ωστόσο, παρά τις ομοιότητες μεταξύ των επιθέσεων της εκστρατείας Macron και τηςPawnStorm, το ANSSI αρνήθηκε να κατονομάσει άμεσα τη Ρωσία επειδή οι επιτιθέμενοι θα μπορούσαν σκόπιμα να παρουσιαστούν ως κάποιος άλλος. Πράγματι, ορισμένοι αναλυτές παρατήρησαν ότι τα κυριλλικά μεταδεδομένα και οι εμφανίσεις του ονόματος Roshka Georgiy Petrovich, ενός υποτιθέμενου υπαλλήλου συμβεβλημένου με τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες, είναι υπεράριθμα όταν αντιπαραβάλλονται με την αραιότητα των αποδεικτικών στοιχείων που βρέθηκαν σε άλλες ρωσικές επιθέσεις. Τούτου λεχθέντος, το απίστευτο θράσος της Ρωσίας ήταν σαφώς εμφανές το 2016, και ορισμένοι πίστευαν ότι ο στόχος ήταν να διατηρηθεί ένα κλίμα αβεβαιότητας σχετικά με την ψηφοφορία. Η εκστρατεία του Macron υποστηρίζει ότι «εκατοντάδες αν όχι χιλιάδες επιθέσεις» εναντίον των συστημάτων τους – αν και προφανώς δεν ήταν όλες επιτυχείς – προέρχονταν από το εσωτερικό της Ρωσίας ή από την γύρω περιοχή.

Ερευνητές του Ινστιτούτου Διαδικτύου της Οξφόρδης εκτιμούν ότι οι ειδήσεις junk (προπαγάνδα, υπέρ το δέον μεροληπτικές ειδήσεις καθώς και ψευδείς αναφορές) αποτέλεσαν ένα σχετικά μικρό ποσοστό του περιεχομένου που σχετίζεται με τις εκλογές, το οποίο «μοιράστηκε» στο Twitter τον Μάρτιο του 2017, περίπου δύο μήνες πριν από τον πρώτο γύρο των εκλογών.Πολλές από τις πιο σημαντικές φημολογίες στόχευσαν στον Macron, αν και μερικές σχετίζονταν επίσης με τους πρώτους υποψηφίους François Fillon, Jean-Luc Mélenchon και AlainJuppe. Ο Macron ήταν ο μόνος που κατηγορούσε κατηγορηματικά τη Ρωσία του VladimirPutin. Αντίθετα, το Front National της  Le Pen έλαβε άμεση οικονομική βοήθεια από μια τράπεζα που συνδέεται με το Κρεμλίνο, ο Fillon υποστήριξε την άρση των κυρώσεων και ο Putin μίλησε με πολύ καλά λόγια για αυτόν και ο Mélenchon ήθελε η Γαλλία να εγκαταλείψει το ΝΑΤΟ και εξέφρασε την υποστήριξή του για ρωσικές επεμβάσεις στη Συρία και την Ουκρανία. Ενώ πολλές από τις φήμες για τον Macron ήταν αναμφισβήτητα «εγχώριες» και προέρχονταν από την άκρα δεξιά της Γαλλίας, άλλες προέρχονταν από το εξωτερικό.

Είναι ενδιαφέρον ότι κάποιες φήμες και κάποια memes φάνηκαν να προέρχονται από Αμερικανούς χρήστες του Twitter. Η Sputnik France και η RT France ήταν πολύ δραστήριες στο Twitter κατά τη διάρκεια των εκλογών και μια ανάλυση της κάλυψής τους από το Εργαστήριο Ψηφιακών Εγκληματολογικών Ερευνών του Ατλαντικού Συμβουλίου αποκαλύπτει ισχυρή μεροληψία κατά του Macron. Η Reputatio Lab, μια γαλλική εταιρία παρακολούθησης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, εκτιμά ότι η γαλλική εκλογική κάλυψη της RT ανήλθε σε περίπου 145.000 άτομα. Μεταξύ των συνωμοσιών και των αφηγήσεων που διαδόθηκαν από τα ρωσικά μέσα ενημέρωσης για τον Macron, υπήρχαν ισχυρισμοί ότι είναι αντιπρόσωπος των οικονομικών συμφερόντων των ΗΠΑ και ότι είναι κρυφά ομοφυλόφιλος.  Ένα δίκτυο υπερενεργών αυτοματοποιημένων λογαριασμών (bots) που εξέφραζαν τις φιλο-ρωσικές, αντιευρωπαϊκές απόψεις συνέβαλε στην προώθηση αυτών των ιστοριών, αν και δεν είναι γνωστό αν οι λογαριασμοί αυτοί προέρχονταν από τη Ρωσία.

Η Le Pen επωφελήθηκε με την πιο ανοικτή υποστήριξη από τη Μόσχα. Εκτός από το δάνειο που έλαβε το κόμμα της από μια ρωσική τράπεζα, συναντήθηκε με τον Putin στο Κρεμλίνο σε μια φωτογράφηση που σχεδιάστηκε για να ενισχύσει το προεδρικό της γόητρο. Τούτου λεχθέντος, το Κρεμλίνο αντιστάθμισε τα στοιχήματά του και άλλοι φιλορώσοι υποψήφιοι επωφελήθηκαν επίσης από τον ρωσικό μηχανισμό προπαγάνδας. Για παράδειγμα, μια ψεύτικη μελέτη που δημοσιεύθηκε από μια συμβουλευτική εταιρεία με έδρα τη Μόσχα ανακήρυξε τον Fillon  τον κορυφαίο υποψήφιο. Η μελέτη ήταν εξώφθαλμα τεχνητή και παρουσιαζόταν ως βασισμένη σε μια αξιόπιστη δημοσκόπηση της Sputnik, η οποία οδήγησε τη γαλλική επιτροπή ψηφοφορίας να καταγγείλει γρήγορα το ρωσικό μέσο.

Μετεκλογικές Αντιδράσεις

Το φαινόμενο των διαρροών των εγγράφων του En Marche – το πιο θεαματικό και εμφανές γεγονός κατά τη διάρκεια της εκλογικής διαδικασίας – περιορίστηκε από διάφορους παράγοντες. Πρώτον, η ομάδα του Macron ξεκίνησε τη δική της εκστρατεία επιρροής για να αποκαλύψει ότι ορισμένα από τα διαρρεύσαντα έγγραφα ήταν ψευδή. Αυτό δυσφήμησε αμέσως οργανισμούς όπως το WikiLeaks, το οποίο είχε διαφημίσει εμφανώς τη διαρροή cache. Το γεγονός ότι η ομάδα του υποψηφίου έβγαλε στο φως ορισμένες από τις απομιμήσεις σε χρόνο ρεκόρ υποστηρίζει την ιδέα ότι οι ίδιοι είχαν δημιουργήσει και διαδώσει τα fakenews. Δεύτερον, η υπάρχουσα γαλλική νομοθεσία περιορίζει σημαντικά την κοινή κατανομή των εγγράφων. Οι γαλλικές εκλογικές διατάξεις εμποδίζουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης να αναφέρουν τους προεδρικούς υποψηφίους ή τους υποστηρικτές τους εντός 24 ωρών από την ψηφοφορία Η εκλογική επιτροπή προειδοποίησε επίσης τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και το ευρύ κοινό ότι θα μπορούσαν να διωχθούν για τη δημοσίευση εγγράφων που αποκτήθηκαν κατά την επίθεση. O κανόνας και η προειδοποίηση τηρήθηκαν σε μεγάλο βαθμό, και η πλειοψηφία του γαλλικού πληθυσμού δεν είδε τα έγγραφα.

Ένα άλλο εντυπωσιακό χαρακτηριστικό της αντίδρασης της Γαλλίας στη ρωσική παρέμβαση ήταν η δημόσια, ρητή αντίδραση κυβερνητικών αξιωματούχων κατά τη διάρκεια και μετά τις εκλογές. Ο απερχόμενος πρόεδρος François Hollande προειδοποίησε ανοιχτά τη Ρωσία να σταματήσει τις επιθέσεις της στην εκστρατεία του  Macron και, ως νέος πρόεδρος, ο Macron κατηγόρησε ανοιχτά τη Μόσχα.  Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας, ο Macron απαγόρευσε στην RTκαι την Sputnik να παρακολουθήσουν εκδηλώσεις που διοργανώθηκαν στην έδρα του EnMarche Και μετά τη νίκη του, επέκρινε έντονα τα ρωσικά μέσα σε κοινή Συνέντευξη Τύπου με τον Putin στις Βερσαλλίες Σε απάντηση σε δημοσιογράφο της RT που διαμαρτυρήθηκε για τους περιορισμούς που έθεσε στο δίκτυό της, ο Macron απάντησε ευθέως: «Η RussiaToday[RT] και η Sputnik ήταν παράγοντες επιρροής και προπαγάνδας που διαδίδουν ψεύδη για εμένα και  για την εκστρατεία μου».

Τον Ιανουάριο του 2018, ο Macron ανακοίνωσε ότι η διοίκησή του εργάζεται πάνω σε ένα νόμο για την αντιμετώπιση  των fakenews. Παρά τις ανησυχίες για την ελευθερία του λόγου, υπάρχει ευρεία υποστήριξη για μια τέτοια νομοθεσία. Ειδικές διατάξεις του νόμου είναι ακόμη ασαφείς, αλλά ο Γάλλος Υπουργός Πολιτισμού δήλωσε πρόσφατα ότι οι διαδικτυακές πλατφόρμες θα υπόκεινται σε «νέους κανονισμούς» και ότι οι «καταφανώς ψευδείς» πληροφορίες θα απομακρύνονται πιο γρήγορα, ιδιαίτερα κατά τις περιόδους των εκλογών. Ο Macron έχει επίσης προτείνει οι ιστότοποι να δηλώνουν ποιος τους χρηματοδοτεί και έχει δηλώσει ότι ο νόμος θα συνοδεύεται από μια «ισχυρή δράση για την παιδεία στα μέσα ενημέρωσης».

 Συμπεράσματα

Αρκετά βασικά χαρακτηριστικά του πολιτικού και κοινωνικού περιβάλλοντος της Γαλλίας παρέχουν μια εγγενή αλλά και συγκυριακή ανθεκτικότητα στις παρεμβολές – ιδιαίτερα η μακρόχρονη εμπιστοσύνη των Γάλλων πολιτών στα συμβατικά μέσα ενημέρωσης και η γενική έλλειψη εμπιστοσύνης στα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης. Σε αντίθεση με πολλές άλλες χώρες της Δυτικής Ευρώπης, η διείσδυση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης είναι σχετικά χαμηλή στη Γαλλία. Σύμφωνα με την Eurostat, από τους Γάλλους που χρησιμοποιούν τακτικά το Διαδίκτυο, λιγότεροι από τους μισούς χρησιμοποιούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ομοίως, μεταξύ των χωρών της ΕΕ, η Γαλλία κατέχει την δεύτερη θέση στην κατανάλωση  ειδήσεων από το διαδίκτυο και ο πληθυσμός της,  τις καταναλώνει με υγιή επίπεδα σκεπτικισμού . Μια μελέτη του 2017 διαπίστωσε ότι το 75% των Γάλλων αναζητούσε αξιόπιστες πληροφορίες  από τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης, ενώ μόνο το 32 % εμπιστεύεται πληροφορίες από διαδικτυακά μέσα, και μόλις το 25 % εμπιστεύεται πληροφορίες από μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Και φαίνεται ότι η εμπιστοσύνη τους στα παραδοσιακά μέσα δεν είναι αδικαιολόγητη . Για παράδειγμα, ο κυβερνητικός κανόνας διακοπής της 24ωρης περιόδου ήταν επιτυχής στον περιορισμό της εξάπλωσης των λεγόμενων “MacronLeaks” ,σε μεγάλο βαθμό λόγω της πειθαρχημένης συγκράτησης των παραδοσιακών μέσων ενημέρωσης.

Υπάρχουν επίσης ορισμένα ενεργά μέτρα που θα μπορούσαν να υιοθετήσουν άλλες Δημοκρατίες για να αποτρέψουν τις ρωσικές παρεμβάσεις. Συγκεκριμένα, το υψηλό επίπεδο συνεργασίας της Γαλλίας μεταξύ του κράτους, των πολιτικών κομμάτων και των μέσων ενημέρωσης μπορεί να αποτελέσει πρότυπο. Η διαφανής πολιτική στρατηγική της κυβέρνησης μπορεί επίσης να είναι χρήσιμη. Μόλις οι γαλλικές αρχές διαπίστωσαν τις επιθέσεις στο εκλογικό σύστημα, εξέδωσαν αμέσως σαφείς δημόσιες δηλώσεις και προειδοποιήσεις. Η εκστρατεία του Macron ακολούθησε δηλώνοντας ηχηρά ότι ήταν ο στόχος μιας οργανωμένης εκστρατείας παρεμβάσεων. Αυτό αύξησε σημαντικά τα εμπόδια για τους επιτιθέμενους και μετρίασε τον αντίκτυπο της επίθεσης. Η τεχνική επιτυχία πίσω από τα MacronLeaks επισκιάστηκε από το πολιτικό κόστος για τη Ρωσία και τα γαλλικά μέσα ενημέρωσης και το κοινό αμέσως υποψιάστηκαν τη Ρωσία για τυχόν απόπειρες παρέμβασης και είδαν τη διαρροή ως μια παράνομη απόπειρα να επηρεάσουν τις εκλογές.

Φυσικά, αν και ισχυρές, οι προσπάθειες της Γαλλίας είναι απίθανο να αποτρέψουν περαιτέρω επιθέσεις. Μόλις λίγους μήνες μετά την εγκατάσταση του Macron στο μέγαρο  Élysée, η RT άνοιξε ένα νέο γαλλικό κανάλι στο Παρίσι. Το πόση επιρροή θα έχει το μέσο στη γαλλική κοινή γνώμη είναι υπό συζήτηση, αλλά ο προϋπολογισμός της είναι 24 εκατομμύρια ευρώ -το ένα τρίτο του προϋπολογισμού του γαλλικού καναλιού ειδήσεων BFM TV. Αυτό σημαίνει ότι η Μόσχα έχει πρόθεση να συνεχίσει τουλάχιστον ορισμένες από τις δραστηριότητές της στη Γαλλία.

 

  1. ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ: ΠΡΟΩΡΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ, ΙΟΥΝΙΟΣ ΤΟΥ 2017

Οι προετοιμασίες για τις βρετανικές εκλογές επικεντρώθηκαν κυρίως στην προστασία από επιθέσεις στον κυβερνοχώρο και όχι από εκστρατείες παραπληροφόρησης. Ενώ παρατηρήθηκαν κάποιες απόπειρες από τη Ρωσία για παρέμβαση, ο σύντομος χρόνος μεταξύ της ανακοίνωσης της Βρετανής πρωθυπουργού Theresa May και της διεξαγωγής των εκλογών μπορεί να αποτέλεσε σημαντικό παράγοντα. Η Ρωσία έχει κατηγορηθεί στο παρελθόν ότι είχε επιδιώξει να παρέμβει στα δημοψηφίσματα για το  Brexit και για την ανεξαρτησία της Σκωτίας.

Προπαρασκευαστικές Ενέργειες

Η Theresa May ανακοίνωσε τις πρόωρες εκλογές τον Απρίλιο του 2017. Ο επιδιωκόμενος στόχος της ήταν να αυξήσει την πλειοψηφία του κόμματός της στο κοινοβούλιο και να ενισχύσει  τον εαυτό της στις διαπραγματεύσεις με την Ε.Ε. για το Brexit. Με την εμπειρία των εκλογών του 2016 στις ΗΠΑ να είναι πρόσφατη, οι βρετανικές αρχές ήταν πρόθυμες να διασφαλίσουν την ακεραιότητα της εκλογικής διαδικασίας και να θέσουν υπό έλεγχο τυχόν προσπάθειες παρέμβασης. Πριν από τις εκλογές, ο Υπουργός Εξωτερικών Boris Johnson προειδοποίησε ότι  η ρωσική παρέμβαση ήταν μια «ρεαλιστική πιθανότητα». Ο Αμερικανός Διευθυντής της Μυστικής Υπηρεσίας Daniel Coats κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το ίδιο είδος ρωσικών «εκστρατειών επιρροής» βρισκόταν σε εξέλιξη στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Επειδή οι Βρετανοί αξιωματούχοι θεώρησαν  ότι το σύντομο χρονικό διάστημα μεταξύ της ανακοίνωσης και των εκλογών θα περιόριζε την ικανότητα της Μόσχας να αναπτύξει ένα περίπλοκο σχέδιο, έδωσαν προτεραιότητα στην προστασία της εκλογικής υποδομής έναντι της προετοιμασίας για εχθρικές εκστρατείες παραπληροφόρησης. Ωστόσο, η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου παρακολουθούσε προσεκτικά την RT και την Sputnik.

Το Εθνικό Κέντρο Ασφάλειας στον Κυβερνοχώρο (NCSC) του Ηνωμένου Βασιλείου… διοργάνωσε τεχνικά σεμινάρια για το προσωπικό της εκστρατείας, δημοσίευσε υλικό καθοδήγησης και έθεσε τους εμπειρογνώμονές του στη διάθεσή τους για να βοηθήσουν τα πολιτικά κόμματα με τυχόν προβλήματα στον κυβερνοχώρο.

Μαθαίνοντας από  το χακάρισμα στην Αμερικανική Δημοκρατική Εθνική Επιτροπή των Η.Π.Α. και την επακόλουθη διαρροή εγγράφων, το Εθνικό Κέντρο Ασφάλειας στον Κυβερνοχώρο (NCSC) του Ηνωμένου Βασιλείου, μέλος του Κεντρικού Γραφείου Κυβερνητικών Επικοινωνιών, ήρθε σε επαφή με βρετανικά πολιτικά κόμματα για να θωρακίσει τα συστήματά τους. Πολλοί φοβούνταν ότι το προσωπικό της εκστρατείας θα γινόταν στόχος εισβολέων με  phishing που θα προσπαθούσαν να αποκτήσουν ευαίσθητες πληροφορίες. Το NCSC διοργάνωσε τεχνικά σεμινάρια για το προσωπικό της εκστρατείας,  δημοσίευσε υλικό καθοδήγησης  και έθεσε τους εμπειρογνώμονές του στη διάθεσή τους για να βοηθήσουν τα πολιτικά κόμματα με τυχόν προβλήματα στον κυβερνοχώρο.  Το Ηνωμένο Βασίλειο ουδέποτε επέτρεψε την ηλεκτρονική ψηφοφορία, καθιστώντας δυσκολότερη τυχόν παρέμβαση. Επιπλέον, οι τοπικές αρχές σε κάθε περιοχή είναι υπεύθυνες για τη διοργάνωση της ψηφοφορίας, περιπλέκοντας περαιτέρω το έργο των επιτιθέμενων. Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει επίσης ένα κοινοβουλευτικό σύστημα όπου ένα κόμμα ή ένας συνασπισμός πρέπει να ελέγχει περισσότερες από τις μισές από τις 650 εκλογικές περιφέρειες της χώρας – εκπροσωπούμενες  η καθεμιά από ένα μέλος του κοινοβουλίου – που κυβερνούν.

Αξιοσημείωτη Παρέμβαση

Το Φεβρουάριο του 2017, ο επικεφαλής του NCSC δήλωσε ότι το Ηνωμένο Βασίλειο είχε υποστεί τουλάχιστον 188 επιθέσεις στον κυβερνοχώρο – εκ των οποίων μερικές ήταν σοβαρές- κατά τους τρεις προηγούμενους μήνες. Πολλές αποδόθηκαν σε υποτιθέμενους Ρώσους και Κινέζους πράκτορες. Εντούτοις, με ολόκληρο το σύστημα να βρίσκεται σε επιφυλακή, δεν εντοπίστηκε καμιά εκστρατεία παραπληροφόρησης ή ύποπτη κίνηση στον κυβερνοχώρο κατά τη διάρκεια των εκλογών. Σύμφωνα με τον Thomas Rid, καθηγητή Στρατηγικών Σπουδών στη Σχολή Ανωτέρων Διεθνών Σπουδών του Πανεπιστημίου Johns Hopkins, ο σκοπός της ρωσικής απόπειρας hacking πριν από τις εκλογές δεν ήταν να μην ωφεληθεί ένας συγκεκριμένος υποψήφιος αλλά να γεννηθεί δυσπιστία προς τη δημοκρατία, αφού δεν υπήρχε «ανάγκη για ρωσική ανάμειξη». Μετά την ψηφοφορία για το Brexit, η κατάσταση στο Ηνωμένο Βασίλειο ήταν «ήδη αρκετά χαοτική».

Παραμένει αβέβαιο το κατά πόσον η εκστρατεία επιρροής της Ρωσίας έπαιξε ρόλο στο δημοψήφισμα του Brexit. Μια μελέτη δύο ερευνητών του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου υπογράμμισε ότι ορισμένοι από τους λογαριασμούς Twitter που συνδέονται με το Internet Research Agency, ένα περιβόητο εργοστάσιο troll στην Αγία Πετρούπολη, είχαν δημοσιεύσει πάνω από 3.000 tweets σχετικά με το Brexit.  Μια άλλη ομάδα διαπίστωσε ότι 150.000 λογαριασμοί με διάφορους δεσμούς με τη Ρωσία είχαν στρέψει την προσοχή τους στο Brexit το διάστημα πριν το δημοψήφισμα. Και ενώ το Κρεμλίνο ισχυριζόταν δημοσίως ότι παραμένει ουδέτερο επί του θέματος, η κάλυψη του Brexit από τις –χρηματοδοτούμενες από το ρωσικό κράτος RT και Sputnik-ήταν σταθερά υπέρ της εξόδου από την Ευρωζώνη, με τον  ευρωσκεπτικιστή πολιτικό Nigel Farage να εμφανίζεται συχνά στο πρώτο κανάλι. Ο Jeremy Corbyn, πριν γίνει  ηγέτης του Εργατικού Κόμματος, εμφανίστηκε αρκετές φορές ως επισκέπτης στην RT και επανειλημμένα εξέφρασε αντι-αμερικανικά και αντι-ΝΑΤΟικά αισθήματα.

Μετεκλογικές Αντιδράσεις

Με τους Βρετανούς πολιτικούς ηγέτες να εξακολουθούν να είναι πρόθυμοι να ερευνήσουν ως το τέλος την πιθανή ρωσική παρέμβαση στην ψηφοφορία για το  Brexit, η Επιτροπή Ψηφιακής Πολιτικής, Πολιτισμού, Μέσων Ενημέρωσης και Αθλητισμού στη Βουλή των Κοινοτήτων ξεκίνησε το Σεπτέμβριο του 2017 την έρευνα για τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης από τη Ρωσία κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του δημοψηφίσματος. Ανεξάρτητα, η υπηρεσία επικοινωνίας 89up διεξήγαγε μια μελέτη και δημοσίευσε τα ευρήματά της τον Φεβρουάριο του 2018. Καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τα άρθρα της RT και  της Sputnik κατά της Ε.Ε «κέρδισαν τον πόλεμο στο Twitter» καταλήγοντας σε πολύ περισσότερα feed από τις δηλώσεις που έγιναν από πιο συμβατικές ομάδες υπέρ της εξόδου. Αντίθετα, μια αναφορά από το ερευνητικό πρόγραμμα της Υπολογιστικής Προπαγάνδας του Ινστιτούτου Oxford Internet Institute κατέδειξε ότι η ρωσική δραστηριότητα στο Twitter συνέβαλε σχετικά λίγο στον γενικότερο διάλογο για το Brexit, το ρωσικό περιεχόμενο ειδήσεων δεν ήταν ευρέως διαδεδομένο στους χρήστες του Twitter και μόνο ένα μικρό μέρος του περιεχομένου του YouTube ήταν σαφώς ρωσικής προέλευσης, προσθέτοντας έτσι περαιτέρω αβεβαιότητα. Ανεξάρτητα από το πραγματικό αποτέλεσμα του πολέμου του Twitter, η Theresa May κατηγόρησε ανοιχτά την κυβέρνηση Putinγια «δημιουργία και διάδοση fakenews» με σκοπό να «σπείρει τη διχόνοια στη Δύση» και προειδοποίησε: «Γνωρίζουμε τι επιθυμείτε να κάνετε. Και δεν θα το πετύχετε». Ο εκτελεστικός διευθυντής της Κυβερνητικής Υπηρεσίας Επικοινωνίας δημιούργησε για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης «τη δυνατότητα  να αντιμετωπίζουν γρήγορα την παραπληροφόρηση, δεύτερη προτεραιότητα του σώματος.»Τον Ιανουάριο του 2018, η βρετανική κυβέρνηση αποφάσισε να δημιουργήσει Μονάδα Επικοινωνιών της Εθνικής Ασφάλειας. Το πλήρες εύρος των δραστηριοτήτων της είναι προς το παρόν  άγνωστο, αλλά θα είναι «επιφορτισμένη με την καταπολέμηση της παραπληροφόρησης από κρατικούς και άλλους φορείς» και θα υποβάλει απευθείας  τις αναφορές της  στο Γραφείο του Υπουργικού Συμβουλίου.

 Συμπεράσματα

Η περιορισμένη παρέμβαση της Ρωσίας στις πρόωρες εκλογές μπορεί να αποδοθεί εν μέρει στις βρετανικές προπαρασκευαστικές ενέργειες. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, το σχετικά σύντομο διάστημα μέχρι τις εκλογές αποτέλεσε βασικό εμπόδιο στο σχεδιασμό και την εκτέλεση μιας αποτελεσματικής εκστρατείας  παραπληροφόρησης. Ωστόσο, η απουσία κάποιου ξεκάθαρα φιλορώσου υποψηφίου μπορεί επίσης να έπαιξε ρόλο στην προφανή αδράνεια της Ρωσίας. Το δημοψήφισμα του Brexit ήταν πιθανόν πολύ πιο ενδιαφέρον για τη Μόσχα, δεδομένης της ευκαιρίας να εκμεταλλευτεί τις πολώσεις και να επηρεάσει το αποτέλεσμα. Έρευνες γύρω από το Brexit βρίσκονται ακόμη σε εξέλιξη και νέες ενδείξεις για παρεμβάσεις έρχονται διαρκώς στην επιφάνεια. Η Βουλή των Κοινοτήτων ζήτησε πρόσθετες πληροφορίες από το Facebook σχετικά με το ρόλο του στην καμπάνια Brexit, ένα ζήτημα που πιθανότατα θα είναι ακόμη πιο ευαίσθητο μετά το πρόσφατο σκάνδαλο Cambridge Analytica.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, τα ρωσικά μέσα ενημέρωσης είναι γενικώς καλά εδραιωμένα και χρησιμοποιούνται για να τροφοδοτήσουν τη δυσαρέσκεια και τη διχόνοια μεταξύ των περιφερειών. Για παράδειγμα, μόλις τον Νοέμβριο του 2017, ο πρώην ηγέτης του Σκωτικού Εθνικού Κόμματος, Alex Salmon, dανακοίνωσε ότι θα διοργανώσει talk show  στην RT. Με την πλειοψηφία της Σκωτίας να ψηφίζει υπέρ της παραμονής στην Ευρωζώνη (έχοντας αποφασίσει να παραμείνει στο Ηνωμένο Βασίλειο σε δημοψήφισμα του 2014), η Μόσχα ίσως να έχει βρει μια χαραμάδα ανατροφοδότησης της διχόνοιας. Δεν είναι ίσως τυχαίο ότι τόσο η Sputnik όσο και η Pravda International δημιούργησαν παράρτημα στο Εδιμβούργο το 2016. Εν τω μεταξύ, οι ρωσικές δραστηριότητες στον κυβερνοχώρο σε κρίσιμους βρετανικούς τομείς δεν δείχνουν κανένα σημάδι ύφεσης, γεγονός που υποδηλώνει ότι η εμπλοκή στη βρετανική πολιτική και εκλογές είναι πιθανό να συνεχιστεί. Το NCSC δηλώνει ότι «οι Ρώσοι hacker επιτέθηκαν σε βρετανικά μέσα μαζικής ενημέρωσης, τηλεπικοινωνίες και εταιρείες ενέργειας» κατά το 2017.

 

  1. ΓΕΡΜΑΝΙΑ: ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ, ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ ΤΟΥ 2017

Οι ομοσπονδιακές εκλογές στη Γερμανία παρουσιάζουν ενδιαφέρον κυρίως λόγω της προφανούς έλλειψης ρωσικών παρεμβάσεων, παρά τις υποτιθέμενες εικαζόμενες εκστρατείες παραπληροφόρησης και επιθέσεις στον κυβερνοχώρο κατά των γερμανικών κυβερνητικών στόχων. Εκτός από τις δραστήριες προετοιμασίες της κυβέρνησης, οι σαφείς προειδοποιήσεις των ανωτάτων κρατικών λειτουργών προς  τη Ρωσία  για τυχόν παρεμβάσεις πιθανότατα λειτούργησαν ως πρόσθετος αποτρεπτικός παράγοντας.

Προπαρασκευαστικές Ενέργειες

Παρόμοια με τις Κάτω Χώρες και το Ηνωμένο Βασίλειο, η ανησυχία της Γερμανίας ενισχύθηκε από τις δραστηριότητες της Μόσχας κατά τις εκλογές του 2016 στις ΗΠΑ. Η κυβέρνηση βρισκόταν ήδη σε εγρήγορση λόγω των υψηλού προφίλ επιθέσεων hacking στη Γερμανική Ομοσπονδιακή Βουλή (Bundestag), στο Κόμμα Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU) της καγκελαρίου Angela Merkel, στο Υπουργείο Οικονομικών και στο Υπουργείο Εξωτερικών.Όλα τα στοιχεία οδηγούν στον δράστη APT28 , επίσης γνωστό ως Fancy Bear ή PawnStorm, ως ένοχο της επίθεσης hacking στο Bundestag το 2015 – ο ίδιος κακόβουλος  δράστης που ήταν υπεύθυνος για την εκστρατεία του Macron στη Γαλλία και για την Δημοκρατική Εθνική Επιτροπή στις Ηνωμένες Πολιτείες. Και όπως σημειώθηκε νωρίτερα, οι ειδικοί είναι πολύ σίγουροι ότι το APT28 είναι δάκτυλος της GRU, που βρίσκεται στη βορειοανατολική Μόσχα. Οι γερμανικές υπηρεσίες πληροφοριών ήταν πεπεισμένες ότι ο Putin βρισκόταν πίσω από την επιχείρηση  του 2015 και, τον Ιανουάριο του 2017, η κοινότητα πληροφοριών των ΗΠΑ δημοσίευσε την κοινή αξιολόγησή της για τις ρωσικές δραστηριότητες κατά τις εκλογές του 2016 στις ΗΠΑ.

Η Γερμανία ήταν εξοικειωμένη με τις πολιτικές συνέπειες των fake news και των δεδομένων που διαρρέουν. Η υπόθεση «Λίζα» του 2016  αποτέλεσε γλαφυρό παράδειγμα των επιπτώσεων των fake news στον κόσμο. Αφού πέρασε τη νύχτα με το φίλο της και οι γονείς της δήλωσαν στις αρχές ότι αγνοείτο, η Λίζα, δεκαεξάχρονη Ρωσο-Γερμανίδα, ισχυρίστηκε ότι είχε απαχθεί και βιαστεί από μετανάστες στο Βερολίνο. Τα ρωσικά μέσα μαζικής ενημέρωσης διέδωσαν γρήγορα τα ανεξακρίβωτες ειδήσεις, ο Ρώσος Υπουργός Εξωτερικών κατηγόρησε τη γερμανική κυβέρνηση για συγκάλυψη και διαδηλώσεις ξέσπασαν στη Γερμανία μέχρις ότου η Λίζα ομολόγησε τελικά την αλήθεια.Σε ένα άλλο παράδειγμα, ένας Υπουργός του κρατιδίου του Βραδεμβούργου παραιτήθηκε το 2010 μετά τη διαρροή δεδομένων από έναν κλεμμένο φορητό υπολογιστή, τα οποία γεννούσαν αμφιβολίες γύρω από το πρόσωπό του.

Τα τελευταία χρόνια, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, κυρίως δε τα δεξιά, αμφισβητούν συστηματικά το κόμμα  CDU της Merkel, ιδίως αμφισβητώντας την αμφιλεγόμενη απόφασή της να επιτρέψει στους πρόσφυγες να εισέλθουν στη Γερμανία κατά χιλιάδες τον Αύγουστο του 2015. Η ρωσική δραστηριότητα συνέβαλε στην ενίσχυση των μηνυμάτων  του «Εναλλακτική  λύση για τη Γερμανία» (AfD), το οποίο είναι ένα από τα πιο εθνικιστικά, αντι-μεταναστευτικά κόμματα της χώρας και ένθερμος υποστηρικτής της σύσφιξης των σχέσεων με τη Μόσχα. Μολονότι δημιουργήθηκε μόλις το 2013, το AfD είναι το τρίτο ισχυρότερο κόμμα στη Γερμανία – μόλις λίγες ποσοστιαίες μονάδες πίσω από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD). Συγκεκριμένα, οι ψηφοφόροι απομακρύνονται ολοένα και περισσότερο από τα «κόμματα του λαού» (CDU και SPD), ενώ το γερμανικό κομματικό τοπίο γίνεται ολοένα και πιο χαοτικό.

Σε αυτό το πλαίσιο, τον Μάρτιο του 2017, η Merkel συγκάλεσε το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο Ασφαλείας της Γερμανίας, όργανο που συνεδριάζει μόνο όταν η χώρα βρίσκεται αντιμέτωπη με σοβαρότατες απειλές. Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, οι ανώτεροι υπάλληλοι ασφαλείας της χώρας συζήτησαν ένα θέμα της ημερήσιας διάταξης: πώς να προστατεύσουν τη χώρα τους  από πιθανή ρωσική παρέμβαση στις εκλογές του Σεπτεμβρίου. Τα βήματα που εξετάστηκαν διαβαθμίζονταν από το να καθιστούν πιθανές παρεμβολές όσο το δυνατόν πιο δύσκολες και δαπανηρές μέχρι την επιβολή αντιποίνων στην περίπτωση παρεμβάσεων. Οι συζητήσεις επικεντρώθηκαν επίσης στην ανάγκη για ένα σαφές νομικό πλαίσιο για την υποστήριξη της άμυνας της κυβέρνησης κατά των επιθέσεων στον κυβερνοχώρο, συμπεριλαμβανομένων των δυνητικά εξουδετερωτικών διακομιστών που χρησιμοποιούνται για τη διεξαγωγή των επιθέσεων.

 

Ο Dieter Sarreither, υπεύθυνος για ολόκληρη την εκλογική περιφέρεια  της Γερμανίας ως  δικαστικός αντιπρόσωπος εκλογικού συστήματος εκείνη την περίοδο , επανέλαβε τη γενική ανησυχία της Γερμανίας  ότι ένα νοθευμένο εκλογικό αποτέλεσμα «θα μπορούσε να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη στη δημοκρατία στη Γερμανία». * Ο Sarreither ανησυχεί ότι ακόμη και μια μικρή διαταραχή της διαδικασίας θα μπορούσε να θέσει υπό αμφισβήτηση την ακεραιότητα της διαδικασίας συνολικά και να τροφοδοτήσει  τις θεωρίες συνωμοσίας.

Σύμφωνα με τον Sarreither, οι γερμανικές αρχές αντιμετώπισαν το καθήκον της άμυνας του κράτους διακρίνοντας δυο πιθανούς τύπους επίθεσης: επιθέσεις με στόχο την εκλογική διαδικασία και επιθέσεις που στοχεύουν άμεσα ή έμμεσα στις προεκλογικές εκστρατείες. Το γραφείο του ήταν υπεύθυνο για τις πρώτες , ενώ την ευθύνη για τις δεύτερες ανέλαβαν από κοινού πολλοί φορείς- πολιτικά κόμματα, πολιτικοί και οργανισμοί μέσων ενημέρωσης. Παράλληλα, ο ομοσπονδιακός δικαστικός αντιπρόσωπος εκλογικού συστήματος «δεν έχει την δικαιοδοσία να εκδίδει οδηγίες προς τα άλλα εκλογικά σώματα», συμπεριλαμβανομένων των κρατικών και τοπικών επιπέδων. αυτά τα σώματα είναι βασικά «αυτοδιοικούμενα», περιπλέκοντας έτσι  το καθήκον του γραφείου του. Επιπλέον, ο Sarreither διευκρίνισε ότι το γραφείο του δεν είναι «ο διαιτητής της προεκλογικής εκστρατείας» και ότι «είναι ευθύνη όλων των φορέων να εξασφαλίσουν την ασφάλεια των δικών τους συστημάτων», καθώς  και ότι τα μέσα ενημέρωσης έχουν επίσης «σημαντικό μερίδιο ευθύνης να είναι προσεκτικά στις αναφορές τους».

Ήδη από την άνοιξη του 2017, η γερμανική κυβέρνηση έστειλε σαφή μηνύματα στη Μόσχα να μην τολμήσει να επιχειρήσει αυτό που έκανε στις Ηνωμένες Πολιτείες, στη Γαλλία και αλλού. Σύμφωνα με μια αναφορά των ΜΜΕ, «ένας απεσταλμένος της Καγκελαρίας έδωσε αυστηρή προειδοποίηση κατά τη διάρκεια επίσκεψης στη Μόσχα».

 Τον Μάιο του 2017, η ίδια η Merkel προειδοποίησε τον Putin, δηλώνοντας ότι «περιμένει ότι τα γερμανικά κόμματα θα μπορέσουν να αποφασίσουν την προεκλογική εκστρατεία μεταξύ τους.» Το ίδιο μήνα, οι επικεφαλής των γερμανικών εγχώριων και ξένων υπηρεσιών πληροφοριών και της Γερμανικής Ομοσπονδιακής Αστυνομίας μίλησαν για τους αυξανόμενους κινδύνους από τον κυβερνοχώρο σε συνέδριο στο Potsdam. Στις 16 Ιουνίου, ο πρόεδρος της Γερμανίας, Frank-Walter Steinmeier – ο ανώτατος αξιωματούχος της χώρας και ο αρχηγός του κράτους – πήγε τις προειδοποιήσεις ένα βήμα παραπέρα, δηλώνοντας σε μια συνέντευξή του ότι «αν επρόκειτο η Μόσχα να παρέμβει στην εκλογή του Bundestag, τότε το μερίδιο των κοινών στοιχείων θα μειωνόταν αναγκαστικά περαιτέρω. Αυτό θα ήταν καταστρεπτικό και για τις δύο πλευρές». Όλες οι συλλογικές παρατηρήσεις τους έστειλαν ουσιαστικά ένα μήνυμα στον Putin ότι, σύμφωνα με τα λόγια του Hans-Georg Maaßen, επικεφαλής της γερμανικής υπηρεσίας πληροφοριών (BfV), «Ενδεχομένως δεν υπάρχει ενδιαφέρον [από το Κρεμλίνο] να ασκήσει πιέσεις στις σχέσεις του με τη Γερμανία

Κατά τους μήνες που προηγήθηκαν των εκλογών του Σεπτεμβρίου, αρκετοί φορείς έλαβαν μέτρα για να ελαχιστοποιήσουν τον πιθανό αντίκτυπο των εκστρατειών εχθρικής επιρροής. Σύμφωνα με πληροφορίες, τα πολιτικά κόμματα συνήψαν «συμφωνία κυρίων» (gentlemens’agreement) για να μην χρησιμοποιήσουν πληροφορίες που είχαν διαρρεύσει για πολιτικούς σκοπούς. Υποσχέθηκαν επίσης να μην χρησιμοποιούν τα bots κοινωνικής δικτύωσης. Το Facebook προσφέρθηκε να εκπαιδεύσει τα πολιτικά κόμματα σχετικά με την αυθεντικοποίηση δύο παραγόντων και άλλες βασικές αρχές «ασφάλειας στον κυβερνοχώρο» και το Google επέκτεινε τον Πίνακα Γνώσεων για να συμπεριλάβει συγκεκριμένες πληροφορίες για τους εκδότες. Επίσης, η Google άρχισε να αναπτύσσει ένα πακέτο «προστασίας εκλογών» για οργανώσεις που συμμετέχουν στις εκλογικές διαδικασίες στη Γερμανία και αλλού. Επιπλέον, η γερμανική BfV έφτασε επικοινώνησε με τα πολιτικά κόμματα για να τα πληροφορήσει σχετικά με τους πιθανούς κινδύνους και απειλές και το Γραφείο του Ομοσπονδιακού Αναπληρωτή Αξιωματούχου δημιούργησε έναν έγκυρο λογαριασμό στο Twitter στις αρχές του 2017 για να επιτρέψει την ταχεία αναχαίτιση των πιθανών fake news που θα μπορούσαν να διαταράξουν την εκλογική διαδικασία. Ομοίως, τουλάχιστον ένα κόμμα συνέταξε προσχέδιο δελτίου τύπου για να αγοράσει χρόνο σε περίπτωση χτυπήματος όπως τα MacronLeaks, την  τελευταία στιγμή. Τέλος, οι οργανώσεις μέσων μαζικής ενημέρωσης δημιούργησαν ομάδες ελεγκτών για να επιβεβαιώσουν την αυθεντικότητα του υλικού.

 Επίσης, ελήφθησαν μέτρα για την προστασία από hacking των συστημάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών των πολιτικών κομμάτων. Η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Ασφάλειας Πληροφοριών (BSI) προσέφερε τις υπηρεσίες της στα κυριότερα πολιτικά κόμματα αλλά, για να είναι δίκαιη, δεν μπορούσε να αλλάξει τις υπηρεσίες σύμφωνα με τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών κάθε κόμματος. ΄Ετσι, ορισμένα κόμματα δεν μπορούσαν να επωφεληθούν από την προσφορά τους. Τουλάχιστον ένα κόμμα ζήτησε βοήθεια από ιδιωτικές εταιρείες ασφαλείας στον κυβερνοχώρο, αλλά διαπίστωσε ότι οι υπηρεσίες τους είναι υπερβολικά δαπανηρές. Αντ ‘αυτού, το κόμμα ανέπτυξε εσωτερικό εκπαιδευτικό υλικό για την ηγεσία του – που περιγράφεται ως “30λεπτη πορεία συντριβής οτιδήποτε είναι δόλωμα phishing”. Ακόμα μεγαλύτερα κόμματα με περισσότερους πόρους έχουν αγωνιστεί για να ενισχύσουν την προστασία τους, υπογραμμίζοντας ότι η πρόκληση είναι τόσο τεχνική όσο και οργανωτική. Για παράδειγμα, το 2010, ένας επαγγελματίας πληροφορικής ενός κόμματος πρότεινε την κρυπτογράφηση μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αλλά  αυτό δεν ξεκίνησε παρά μόνο το 2017.

Όσον αφορά την εκλογική υποδομή, η Γερμανία έχει ένα πλεονέκτημα: στηρίζεται σε έντυπες ψηφοφορίες, και εθελοντές σε περίπου 70.000 εκλογικά κέντρα μετράνε  τις ψήφους με το χέρι. Τα αποτελέσματα καταγράφονται στη συνέχεια. Το 2009, το Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας εξέδωσε απόφαση που απαγόρευσε αποτελεσματικά τη χρήση μηχανών ηλεκτρονικής ψηφοφορίας σε ολόκληρη την επικράτεια, δηλώνοντας ότι αυτές έρχονται σε σύγκρουση με την αρχή της αξιοπιστίας και της διαφάνειας της εκλογικής διαδικασίας. Οι εκθέσεις των μέσων ενημέρωσης εκείνη την εποχή αναφέρθηκαν στις δυνατότητες χειραγώγησης, υπογραμμίζοντας ότι όλα τα μηχανήματα ψηφοφορίας που χρησιμοποιήθηκαν στη Γερμανία προέρχονταν από την ολλανδική εταιρεία Nedap και έτσι προσέφεραν ένα ενιαίο σημείο εισόδου για τους hacker για να τα χειραγωγούν πιο εύκολα. Το Συνταγματικό Δικαστήριο έθεσε τον πήχη για την επιτρεπτή χρήση μηχανών ηλεκτρονικής ψηφοφορίας τόσο ψηλά ώστε η χρήση τους παραμένει μη ρεαλιστική στο προσεχές μέλλον.

Παρόλο που η Γερμανία στηρίζεται σε έντυπες ψηφοφορίες, οι υπολογιστές παίζουν ρόλο στη συλλογή, συγκέντρωση και υποβολή των αποτελεσμάτων των εκλογών από το τοπικό στο κρατικό επίπεδο και στη συνέχεια στο Γραφείο του Ομοσπονδιακού Αναπληρωτή Αξιωματικού. Για το λόγο αυτό, ο Sarreither επικεντρώθηκε στην ακεραιότητα και την αυθεντικότητα των εκλογικών δεδομένων και την υποβολή των εκλογικών αποτελεσμάτων. Παρά τις δημόσιες διαβεβαιώσεις για την ασφάλεια των υπαρχόντων συστημάτων, μόλις λίγες εβδομάδες πριν από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, μέλη του κόμβου Chaos Computer Club-γερμανικού κόμβου για τους hacker και τους ερευνητές ασφαλείας – αναγνώρισαν μια κρίσιμη ευπάθεια στο λογισμικό PC-Wahl. Ενώ κάθε τοπική οντότητα μπορεί να επιλέξει το λογισμικό που επιθυμεί για τις εκλογές, το PC-Wahl χρησιμοποιείται τουλάχιστον από το ήμισυ των δεκαέξι κρατιδίων της Γερμανίας. Οι ερευνητές της ασφάλειας κατάφεραν να θέσουν υπό τον έλεγχό τους το λογισμικό παρά τους διάφορους μηχανισμούς προστασίας. Το BSI ενημέρωσε αμέσως τον Sarreither για τα πιθανά τρωτά σημεία στα τέλη Ιουλίου, πριν δημοσιευθούν από τα ΜΜΕ.

Οι διαπιστώσεις των ερευνητών ασφαλείας επιβεβαίωσαν ουσιαστικά την εσωτερική εμπιστευτική προειδοποίηση της Κυβέρνησης ότι «οι επιθέσεις στον κυβερνοχώρο θα μπορούσαν να στοχεύσουν στην αλλοίωση των αποτελεσμάτων των εκλογών κατά τη μετάδοσή τους, να εισάγουν ψευδή αποτελέσματα ή να καταργήσουν τεχνικά τη διαβίβαση των προκαταρκτικών εκλογικών αποτελεσμάτων». Απαντώντας στα ευρήματά τους και στην προσοχή των ΜΜΕ οι γερμανικές αρχές ζήτησαν από την εταιρεία που παράγει το λογισμικό να δημιουργήσει μια ενημερωμένη έκδοση ασφαλείας, εξέδωσε οδηγίες ότι τα αποτελέσματα των εκλογών που υποβάλλονται στις στατιστικές υπηρεσίες κάθε ομοσπονδιακού κράτους θα πρέπει να ελέγχονται σε αντιπαραβολή  με εκείνα των τοπικών δήμων και απαιτεί να σημειώνονται ενδεχόμενες διαφορές. Το Γραφείο του Ομοσπονδιακού Επισήμου Αξιωματούχου δήλωσε ότι με αυτές τις αλλαγές, «αποκλείεται η αλλοίωση του εκλογικού αποτελέσματος».

Αξιοσημείωτη Παρέμβαση

Η γερμανική περίπτωση ξεχωρίζει επειδή δεν έχει αναφερθεί καμία σημαντική ρωσική παρέμβαση στις εκλογές του Σεπτεμβρίου – παρά τα διάφορα περιστατικά ρωσικής δραστηριότητας τα προηγούμενα χρόνια, συμπεριλαμβανομένης του hacking της Ομοσπονδιακής Βουλής,  της εκστρατείας παραπληροφόρησης και της καταχώρησης δύο δικτυακών τόπων (btleaks.info και btleaks. org) που αντικατοπτρίζουν την ιστοσελίδα ” DC Leaks” απότο hack της Δημοκρατικής Εθνικής Επιτροπής. Ενώ οι Γερμανοί υπάλληλοι παρακολουθούσαν το btleaks.org, δεν σημειώθηκαν διαρροές. Ομοίως, μια εβδομάδα πριν τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2017, το Facebook δεν είχε βρει αγορές διαφημίσεων παρόμοιες με εκείνες κατά τις εκλογές του 2016 στις ΗΠΑ.

Αυτό θέτει το ερώτημα: «γιατί δεν υπάρχει ρωσική εμπλοκή;» όπως το έθεσαν οι New York Times. Ορισμένοι παρατηρητές ισχυρίστηκαν ότι είναι ο λιγότερο ορμητικός χαρακτήρας της γερμανικής πολιτικής, η συνεχής εμπιστοσύνη στις επικρατούσες πηγές των μέσων ενημέρωσης, η εμπιστοσύνη στις έντυπες ψηφοφορίες, το πολυκομματικό και αναλογικό σύστημα που εξηγούν αυτό το αποτέλεσμα. Άλλοι υπέθεσαν ότι το Κρεμλίνο επανεξέτασε την προσέγγισή του επειδή είχε χάσει το στοιχείο του αιφνιδιασμού (αν και αυτό δεν εμπόδισε την APT28 από τη στόχευση  κατά της εκστρατείας του Macron) ή γιατί επέλεξε τεχνικές πιο διακριτικές, όπως η εστίαση στους Ρωσόφωνους Γερμανούς. Ίσως η Μόσχα έκρινε τελικά ότι ο κίνδυνος είναι πολύ μεγάλος – πιστεύοντας ότι η παρέμβασή της θα επηρέαζε αρνητικά τις απόψεις των Γερμανών για τη Ρωσία και θα εξασθένιζε μακροπρόθεσμα τη σχέση της με τη Γερμανία. Όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες επέβαλαν κυρώσεις κατά της Ρωσίας το καλοκαίρι του 2017 λόγω της παρέμβασης του Κρεμλίνου το 2016, αύξησε την πιθανότητα των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων να λάβουν παρόμοια μέτρα, αυξάνοντας το κόστος για τον Putin.

Το αποτέλεσμα θα μπορούσε επίσης να αποδοθεί ευλόγως στα κυβερνητικά  αποτρεπτικά μηνύματα , ιδιαίτερα στην προειδοποίηση ότι οποιαδήποτε παρέμβαση από τη Μόσχα θα έβλαπτε σημαντικά τις γερμανο-ρωσικές σχέσεις. Με αυτή τη λογική, ίσως η Μόσχα, παρά το γεγονός ότι έβαλε τις βάσεις, αποφάσισε να μην προχωρήσει, και να στείλει το μήνυμα ότι εκτιμά τις γερμανο-ρωσικές σχέσεις. Σύμφωνα με αυτό το σκεπτικό, αξίζει να σημειωθεί ότι ο Steinmeier ταξίδεψε στη Μόσχα ένα μήνα μετά τις εκλογές, σηματοδοτώντας την πρώτη φορά που ένας Γερμανός Πρόεδρος επισκέφθηκε τη Ρωσία μετά από επτά χρόνια.

 

Μετεκλογικές Αντιδράσεις

Την 1η Οκτωβρίου 2017, η κυβέρνηση ψήφισε τη Γερμανική Πράξη για τη βελτίωση της επιβολής του νόμου στα κοινωνικά δίκτυα – γνωστός ως Νόμος για την Επιβολή στα Δίκτυα. Αν και το νομοσχέδιο προτάθηκε για πρώτη φορά τον Απρίλιο του 2017 για να μειώσει κυρίως τα εγκλήματα μίσους στο διαδίκτυο, θεωρείται πλέον ένας μηχανισμός για την καταπολέμηση των fake news. Υποχρεώνει τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης , όπως το Facebook και το Twitter, να καταργήσουν την  μαρκαρισμένη ένδειξη «παράνομο περιεχόμενο» μέσα σε 24 ώρες ή μία εβδομάδα, σε ειδικές περιστάσεις. Εάν οι εταιρείες δεν κατορθώσουν να δημιουργήσουν τις διαδικασίες που απαιτούνται για τη συστηματική κατάργηση του περιεχομένου τους, πιθανόν να καταβάλουν πρόστιμο μέχρι 50 εκατομμύρια ευρώ. Η επισήμανση ακατάλληλου περιεχομένου από τους χρήστες άρχισε την 1η Ιανουαρίου 2018, μετά από μια δοκιμαστική περίοδο.

Παρά τις καλές προθέσεις του νόμου, ορισμένες ομάδες βιάστηκαν να τον επικρίνουν. Ο ειδικός εισηγητής των Ηνωμένων Εθνών για την ελευθερία της γνώμης και της έκφρασης, DavidKaye, καθώς και οι εκπρόσωποι ομάδων για τα ανθρώπινα δικαιώματα υποστήριξαν ότι περιορίζει την ελευθερία του λόγου και εισάγει κίνητρα για υπερβολικές δεσμεύσεις των επιχειρήσεων. Είναι αλήθεια ότι οι κυβερνήσεις και οι επιχειρήσεις στο Διαδίκτυο έχουν αρκετό προσωπικό που ασχολείται με την εφαρμογή του νόμου – τονίζοντας τις απαιτήσεις συμμόρφωσης στο  νόμο – αλλά οι συνολικοί αριθμοί αντιπροσωπεύουν πολύ μικρές αναλογίες του συνολικού μεγέθους προσωπικού και των εσόδων των πολυεθνικών εταιρειών.

Συμπεράσματα

Λόγω της βασικής αρχής της αναλογικής εκπροσώπησης και της απουσίας κανονισμού που να ευνοεί υπερβολικά τον νικητή, το γερμανικό εκλογικό σύστημα είναι δομικώς λιγότερο ευάλωτο σε παρεμβολές, ιδίως  σε προσπάθειες που αποσκοπούν στην προώθηση ενός συγκεκριμένου υποψηφίου ή κόμματος στην εξουσία. Για παράδειγμα, ο Γερμανός Καγκελάριος δεν επιλέγεται απευθείας από τους ψηφοφόρους αλλά από το κόμμα που κερδίζει την πλειοψηφία. Ο Καγκελάριος πρέπει τότε να είναι σε θέση να σχηματίσει με επιτυχία μια κυβέρνηση συνασπισμού με άλλα κόμματα. Εν τω μεταξύ, ένα κόμμα πρέπει να συγκεντρώσει τουλάχιστον 5% της συνολικής ψηφοφορίας για να μπει στο κοινοβούλιο. Επιπλέον, το πολιτικό περιβάλλον της Γερμανίας είναι σημαντικά λιγότερο πολωμένο από ό, τι σε ορισμένες άλλες χώρες. Τέλος, όσον αφορά την ακεραιότητα της εκλογικής διαδικασίας, ο Sarreither θεωρεί την «αναλογική διαδικασία εκλογών με στυλό και χαρτί την καλύτερη λύση μέχρι αυτή τη στιγμή».

Παρ ‘όλα αυτά, η Γερμανία αντιμετωπίζει μερικές βασικές προκλήσεις. Πρώτον, το γεγονός ότι δεν εντοπίστηκε σημαντική ρωσική παρέμβαση τον Σεπτέμβριο του 2017 είναι τόσο «ευλογία» όσο και «κατάρα». Η πρόθεση για καλύτερη προστασία της εκλογικής διαδικασίας φαίνεται να μειώνεται καθώς τα μέλη των πολιτικών κομμάτων και οι ανώτεροι υπάλληλοι στρέφουν την προσοχή τους σε άλλες προτεραιότητες. Ωστόσο, αρκετές τεχνικές και οργανωτικές αδυναμίες απαιτούν συνεχή επαγρύπνηση . Για παράδειγμα, το Bundestag hack διεξήχθη εν μέρει μέσω server που ο BSI είχε στη μαύρη λίστα του για την εκτελεστική κυβέρνηση, αλλά η κοινή χρήση της μαύρης λίστας με το νομοθετικό κλάδο ήταν πέρα ​​από το πεδίο της δικαιοδοσίας του εκείνη την εποχή. Επιπλέον, φαίνεται ότι ορισμένα μέτρα ασφαλείας που θεσπίστηκαν το 2017 παρακάμπτονται επειδή είναι ακατάλληλα για χρήση, και η ταυτοποίηση πολλαπλών παραγόντων, η κρυπτογράφηση δεδομένων και άλλες τεχνικές διορθώσεις δεν έχουν ακόμη εφαρμοστεί ομοιόμορφα από όλα τα κόμματα και τα κοινοβουλευτικά γραφεία. Η εφαρμογή των διορθώσεων είναι σημαντική, παρόλο που εγείρουν τόσο τεχνικά όσο και νομικά ζητήματα που είναι δύσκολο να επιλυθούν, συμπεριλαμβανομένων ενδεχομένως εκείνων που σχετίζονται με τη χρηματοδότηση εκστρατειών. Η οριστική υιοθέτηση και άλλων βημάτων που ήταν προσωρινά, όπως το BSI να είναι σε θέση να προσφέρει δωρεάν υπηρεσίες σε πολιτικά κόμματα, είναι επίσης σημαντική. Τέλος, επειδή ορισμένες προσπάθειες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που απορρέουν από τον Νόμο περί Επιβολής του Δικτύου, δεν θα αποκαλύψουν τη γενικότερή τους επίπτωση για μήνες ή χρόνια, θα πρέπει να ελέγχονται για τις απαραίτητες προσαρμογές.

  1. ΣΟΥΗΔΙΑ- ΓΕΝΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ, ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2018 (σημ. μτφ: Για της εκλογές της Σουηδίας που διεξήχθησαν τον Σεπτέμβριο 2018 μπορείτε να διαβάσετε εδώ)

Έχοντας υπάρξει στόχος των ρωσικών επιθέσεων στον κυβερνοχώρο στο παρελθόν, η Σουηδία είναι μια άλλη ευρωπαϊκή χώρα που ανησυχεί βαθύτατα για την  ρωσική παρέμβαση στις εκλογές της. Οι Σουηδοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι είχαν αρχίσει να λαμβάνουν αμυντικά μέτρα περισσότερο από ένα χρόνο πριν. Παρόλο που είναι πολύ νωρίς για να αξιολογηθούν αυτές οι προσπάθειες, είναι πιθανόν να αυξηθεί η ετοιμότητα της χώρας και μπορεί να χρησιμεύσει ως αποτρεπτικός παράγοντας κατά της Ρωσίας.

Προπαρασκευαστικές Ενέργειες

 

Όπως και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η Σουηδία βρίσκεται σε επιφυλακή μετά από την παρέμβαση της Ρωσίας στις εκλογές των ΗΠΑ το 2016. Εντούτοις, στην περίπτωση αυτή, η σουηδική κυβέρνηση είχε το πλεονέκτημα του χρόνου και έχει προετοιμαστεί ενεργά για περίπτωση ξένης παρέμβασης στις γενικές εκλογές της τον Σεπτέμβριο του 2018. Οι προσπάθειές της φαίνονται δικαιολογημένες. Τον Δεκέμβριο του 2016, ο επικεφαλής της Υπηρεσίας Στρατιωτικών Πληροφοριών και Ασφάλειας της Σουηδίας δήλωσε ρητά ότι η Ρωσία ήταν υπεύθυνη για την πλειοψηφία των επιθέσεων στον κυβερνοχώρο κατά της Σουηδίας. Τον Μάρτιο του 2017, ο Πρωθυπουργός Stefan Löfven δήλωσε ότι η χώρα « . . έβλεπε ήδη σαφείς προσπάθειες επηρεασμού. . . για παράδειγμα . . . στην πολιτική ασφαλείας της.» Τον Ιανουάριο του 2018 ο Stefan Löfven αποκάλεσε δημοσίως τις ρωσικές προσπάθειες ανάμειξης στις επερχόμενες σουηδικές εκλογές «εντελώς απαράδεκτες» και δεσμεύτηκε να εκθέσει τυχόν περαιτέρω απόπειρες  «χωρίς κανένα  έλεος».

Στο σουηδικό κοινοβουλευτικό σύστημα, που διαθέτει ένα νομοθετικό σώμα, οι εκλογείς εκλέγουν μέλη μέσω αναλογικής εκπροσώπησης, και τα μέλη, με τη σειρά τους, εκλέγουν τον Πρωθυπουργό. Τα κόμματα πρέπει να συγκεντρώσουν τουλάχιστον το 4% των ψήφων για να μπουν στο Κοινοβούλιο ( με οκτώ κόμματα να εκπροσωπούνται σήμερα), και η Κυβέρνηση κυβερνά μέσω κομματικών συμμαχιών. Η σουηδική Αστυνομική Αρχή, η Υπηρεσία Ασφαλείας (SÄPO) και η Εκλογική Αρχή είναι οι κύριοι φορείς υπεύθυνοι για την προστασία της ακεραιότητας των εκλογών. Ενώ υπάρχει μία εθνική εκλογική αρχή, υπάρχουν είκοσι μία περιφερειακές και 290 τοπικές εκλογικές αρχές, οι οποίες είναι κυρίως ανεξάρτητες, αλλά τηρούν τους εθνικούς εκλογικούς νόμους. Το αρκετά αποκεντρωμένο εκλογικό σύστημα της Σουηδίας  την καθιστά έτσι λιγότερο ευάλωτη σε ενδεχόμενη ανάμειξη στις εκλογές.

Ενόψει των επερχόμενων εκλογών (σ.σ έχουν ήδη διεξαχθεί), η Σουηδία διαθέτει πρόσθετους πόρους για την ενίσχυση των προσπαθειών πληροφόρησης και ασφάλειας στον κυβερνοχώρο. Οι Σουηδικές Ένοπλες Δυνάμεις και το Σουηδικό  Ραδιοφωνικό Ίδρυμα  Άμυνας λειτουργούν από κοινού για να ενισχύσουν την ικανότητα άμυνας στον κυβερνοχώρο. Τα γραφεία της Σουηδικής Κυβέρνησης προσπαθούν να τελειοποιήσουν την  ικανότητά τους να εντοπίζουν τα κυριότερα περιστατικά στον κυβερνοχώρο και τις εκστρατείες παραπληροφόρησης και καθώς να κατανοήσουν τον τρόπο με τον οποίο διεξάγονται οι επιχειρήσεις χειραγώγησης.

Η μεγάλη σημασία που αποδίδει η Σουηδία στην προστασία από την παραπληροφόρηση αντικατοπτρίζεται στο έγγραφο στρατηγικής εθνικής ασφάλειας του Ιανουαρίου του 2017. Το έγγραφο τονίζει την προστασία της δημοκρατίας, της ελευθερίας της γνώμης και των εκλογών από την  απειλή ξένων παρεμβάσεων. Για να συμπληρώσει αυτή τη γενική στρατηγική, τον Ιούνιο του 2017 η Κυβέρνηση παρουσίασε μια πιο  συγκεκριμένη στρατηγική για την «κοινωνική πληροφόρηση και την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο», η οποία προάγει μια ενιαία προσέγγιση ολόκληρη την κοινωνία. Επικεντρώνεται στους ρόλους των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών φορέων καθώς και των μη δημόσιων, ιδιωτικών εταιριών και των ιδιωτών. Τον Ιανουάριο του 2018,  ανακοινώθηκε η ίδρυση ενός νέου κυβερνητικού οργανισμού υπεύθυνου για την ψυχολογική άμυνα, ανεξάρτητου από τον Οργανισμό Πολιτικών Εκκρεμοτήτων MSB). Ενώ βρίσκεται ακόμη στα σπάργανα, ο βασικός στόχος της νέας υπηρεσίας θα είναι η αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης και της ξένης επιρροής.

Βασικός στόχος των προσπαθειών της Σουηδίας για την προστασία της επικείμενης εκλογικής διαδικασίας είναι η αντιμετώπιση των επιχειρήσεων ξενικής επιρροής. Η κυβέρνηση έχει αναθέσει στο MSB- έναν οργανισμό που είναι συνήθως υπεύθυνος για τη διαχείριση των εσωτερικών κρίσεων – να είναι ο κύριος οργανισμός και συντονιστής των εθνικών προσπαθειών για την καταπολέμηση των πράξεων παραπληροφόρησης και επιρροής (έλαβε την πρώτη εντολή της Κυβέρνησης για αντιμετώπιση της απειλής από τη ρωσική παραπληροφόρηση το 2015). Τον Φεβρουάριο του 2017, ο οργανισμός άρχισε να προετοιμάζεται ενεργά για τις προσεχείς εκλογές του Σεπτεμβρίου. Στο πλαίσιο των προσπαθειών του, ο οργανισμός –μαζί με τη SÄPO, τη σουηδική αστυνομική αρχή και την εκλογική αρχή- διενήργησε μια ανάλυση απειλής και ευπάθειας. Η ανάλυση καλύπτει τις προσπάθειες της Ρωσίας να επηρεάσει τις ΗΠΑ και άλλες ευρωπαϊκές εκλογές, τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται σε αυτές τις περιπτώσεις και τις ιδιαίτερες ευπάθειες της Σουηδίας. Η τελική έκθεση είναι απόρρητη, αλλά έχει δοθεί στις αρμόδιες κυβερνητικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων των τοπικών εκλογικών αρχών, για να καθοδηγήσει τις προσπάθειές τους για τη διασφάλιση των εκλογών.

Ενημερωμένη από την προαναφερθείσα ανάλυση, η MSB παρείχε συγκεκριμένες οδηγίες και πληροφορίες σε σχετικές οντότητες, όπως η Αρχή Εκλογών και οι εκλογικές περιφέρειες. Συνολικά, περίπου 7.000 δημόσιοι υπάλληλοι σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο έλαβαν γενική κατάρτιση σχετικά με τις δραστηριότητες επιρροής και τους κινδύνους που συνδέονται με αυτές. Το κύριο σημείο εστίασης ήταν να αυξηθεί η ικανότητά τους να εντοπίζουν τα τρωτά σημεία και να αντιμετωπίζουν τυχόν απειλές κατά την εκλογική διαδικασία. Στο πλαίσιο των προσπαθειών της MSB, έχει δημιουργηθεί μια «γραμμή επικοινωνίας Facebook» για να παρέχει στους κυβερνητικούς αξιωματούχους ένα forum  όπου θα μπορούν να αναφέρουν  ταχύτερα τις ψεύτικες ιστοσελίδες στο Facebook – όπως μια ψεύτικη σελίδα για την εκλογική Αρχή. Η γραμμή  αυτή δεν πρέπει να χρησιμοποιείται για την αναφορά μη κυβερνητικών ιστότοπων που διαδίδουν ψευδείς πληροφορίες. Ωστόσο, το Facebook έχει υποσχεθεί να αναφέρει ύποπτη συμπεριφορά σχετικά με την εκλογή στις σουηδικές αρχές. Η MSB έχει επίσης δημιουργήσει μαζί με την SÄPO και την εκλογική Αρχή ένα εθνικό forumυψηλού επιπέδου που θα βοηθήσει στον συντονισμό των αμυντικών προσπαθειών και θα ενισχύσει την ικανότητα της Σουηδίας να μετριάσει την ισχύ τυχόν περιστατικών.

Η σουηδική Κυβέρνηση ασχολείται επίσης άμεσα με τα μέσα μαζικής ενημέρωσης για να εξασφαλίσει περαιτέρω την πρόσβαση του κοινού σε αξιόπιστες και ελεγμένες πληροφορίες. Η Κυβέρνηση διεξάγει τακτικό, εκούσιο διάλογο με τους εκπροσώπους συμβατικών μέσων  και μέσων κοινωνικής δικτύωσης για να συζητήσει πιθανά μέτρα κατά της παραπληροφόρησης και  υπέρ της ασφάλειας στον κυβερνοχώρο.

Ο διάλογος αυτός συμπληρώνει την επίσημη ανταλλαγή πληροφοριών που πραγματοποιείται ανά τρίμηνο μέσω του Συμβουλίου για Ετοιμότητα των Μέσων   υπό την MSB. Επιπλέον, η MSB και η Εκλογική Αρχή προσφέρουν από κοινού εκπαίδευση σε όλα τα μεγάλα σουηδικά ΜΜΕ για να αυξήσουν την ικανότητά τους να εντοπίζουν και να ανταποκρίνονται σε παραποιημένες πληροφορίες σχετικά με τις εκλογές.

Το σουηδικό Συμβούλιο Μέσων Ενημέρωσης – μια κυβερνητική υπηρεσία, η κύρια αποστολή της οποίας είναι να ενδυναμώσει τους ανηλίκους ως συνειδητούς χρήστες των μέσων ενημέρωσης – δρομολόγησε ένα πανεπιστημιακό εκπαιδευτικό πρόγραμμα για τη διδασκαλία μαθητών λυκείου σχετικά με τη ρωσική προπαγάνδα. Τα ανεξάρτητα σουηδικά μέσα ενημέρωσης ξεκίνησαν επίσης τις δικές τους προσπάθειες. Για παράδειγμα, τέσσερα κορυφαία πρακτορεία ειδήσεων έχουν ξεκινήσει μια κοινή πρωτοβουλία ελέγχου γεγονότων για την καταπολέμηση τόσο της εσωτερικής όσο και της ξένης παραπληροφόρησης.

Η εκπαίδευση των πολιτικών και των πολιτικών κομμάτων είναι άλλη μια προτεραιότητα της κυβέρνησης. Η SÄPO εργάζεται για να ευαισθητοποιήσει τα πολιτικά κόμματα για τις πιθανές επιχειρήσεις ξένων αποπειρών επιρροής κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του 2018 και να αυξήσει την ετοιμότητά τους και την ανθεκτικότητά τους, προχωρώντας παράλληλα στη χορήγηση ενός εγχειριδίου στους αξιωματούχους του κόμματος. Ο οργανισμός δίνει ιδιαίτερη προσοχή σε αυτό το θέμα στην ετήσια αναφορά του 2017 . Έχει εκπαιδεύσει όλα τα κόμματα του κοινοβουλίου σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι εξωτερικοί παράγοντες εισβάλλουν στα συστήματα ηλεκτρονικών υπολογιστών για να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα, πώς διαδίδουν ψευδείς πληροφορίες και ποια μέτρα μπορούν να λάβουν τα κόμματα για να προστατευθούν. Η SÄPO έχει επίσης διανείμει ένα εγχειρίδιο σε 50.000 πολιτικούς σε εθνικό, τοπικό και δημοτικό επίπεδο που περιλαμβάνει συμβουλές και καθοδήγηση σχετικά με τις εκστρατείες παραπληροφόρησης, την προστασία με κωδικό πρόσβασης και τον διαδικτυακό «κώδικα συμπεριφοράς». Για να προωθήσει μια κοινή εθνική στρατηγική ως προς την  κατανόηση των κινδύνων των παρεμβολών στις εκλογές, ο Πρωθυπουργός κάλεσε επίσης ηγέτες των άλλων κομμάτων σε μια ενημέρωση της  SÄPO.

 

Αξιοσημείωτες Παρεμβάσεις πριν τις Εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2018

Όπως και σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, το ζήτημα των ρωσικών παρεμβάσεων αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία και στη Σουηδία, ιδίως μετά την έναρξη της κρίσης στην Ουκρανία στις αρχές του 2014 (παρόλο που και  προηγουμένως είχαν παρατηρηθεί  εξελιγμένες και συντονισμένες επιθέσεις στον κυβερνοχώρο κατά των σουηδικών κυβερνητικών στόχων. Τα τελευταία χρόνια, οι σουηδικές αρχές παρατήρησαν μια ανοδική πορεία σε επιχειρήσεις hacking και  σε εκστρατείες διάδοσης ειδήσεων με στόχο την πόλωση της σουηδικής κοινωνίας, την υπονόμευση της σταθερότητας και την εξάπλωση του ψεύδους. Σύμφωνα με τον ανώτατο διοικητή των Σουηδικών Ενόπλων Δυνάμεων,  ρωσικές επιθέσεις στον κυβερνοχώρο εναντίον της χώρας συμβαίνουν καθημερινά.

Ένα τυπικό περιστατικό συνέβη τον Μάρτιο του 2016, όταν τουλάχιστον επτά μεγάλες σουηδικές εφημερίδες υποβλήθηκαν σε παρατεταμένες επιθέσεις DDoS. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της Ρωσίας, η επιχείρηση στον κυβερνοχώρο ήταν ιδιαίτερα αξιοσημείωτη, καθώς μια ανώνυμη απειλή εμφανίστηκε τις ημέρες πριν από τις επιθέσεις, προειδοποιώντας τη σουηδική κυβέρνηση ενάντια στη διάδοση ψευδούς προπαγάνδας. Η προειδοποίηση ήρθε όταν η κυβέρνηση ανακοίνωσε το σχέδιό της να υιοθετήσει μια νέα αμυντική στρατηγική απάντηση στη ρωσική επιθετικότητα. Η Σουηδία εμβάθυνε επίσης τη στρατιωτική της συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ την εποχή εκείνη. Μετά τη διεξαγωγή προκαταρκτικών ερευνών, η μονάδα εγκληματικότητας στον κυβερνοχώρο της εθνικής αστυνομίας της Σουηδίας ανέφερε ότι οι επιθέσεις προέρχονταν από τη Ρωσία. Ο Υπουργός Εσωτερικών της Σουηδίας χαρακτήρισε το περιστατικό ως «επίθεση εναντίον της ελευθερίας του λόγου». Περιστατικά όπως αυτά πιθανότατα σκοπεύουν να εκφοβίσουν τους αντιπάλους της Ρωσίας.

Η Σουηδία είναι επίσης συχνό θύμα ψυχολογικού πολέμου από τη Ρωσία. Η έκθεση του αμερικανικού γερουσιαστή Ben Cardin στην Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας αναφέρεται στις σκανδιναβικές χώρες ως «αγαπημένο στόχο του μηχανισμού προπαγάνδας του Κρεμλίνου». Πρόσφατα παραδείγματα περιλαμβάνουν τις προσπάθειες της Ρωσίας να διαδώσει ψευδείς ειδήσεις σχετικά με την αμυντική πολιτική της Σουηδίας και τον κυβερνητικό χειρισμό της μεταναστευτικής κρίσης. Τον Μάιο του 2017, η σουηδική Κυβέρνηση προειδοποίησε το κοινό για τις ρωσικές εκστρατείες παραπληροφόρησης κατά τη διάρκεια της κοινής στρατιωτικής άσκησης Aurora 17 με τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες χώρες του ΝΑΤΟ, η οποία επρόκειτο να πραγματοποιηθεί στη Σουηδία τον Σεπτέμβριο. Οι παρατηρηθείσες ρωσικές απόπειρες περιλάμβαναν τη διάδοση μιας ψευδούς εικόνας του σκοπού της άσκησης και την απεικόνισή της ως προκλητικής και επιθετικής με σκοπό να προκαλέσει φόβο και δυσπιστία στο σουηδικό κοινό. Προηγουμένως, κυκλοφόρησαν ψευδείς ειδήσεις  σχετικά με τη συμφωνία υποστήριξης ενός κράτους υποδοχής με το ΝΑΤΟ, γεγονός που υποδηλώνει ότι η Σουηδία θα πρέπει να αποδεχθεί την εγκατάσταση πυρηνικών όπλων και μόνιμων βάσεων του ΝΑΤΟ σε σουηδικό έδαφος. Άλλα περιστατικά περιλαμβάνουν τη δημιουργία ψευδών λογαριασμών μέσων κοινωνικής δικτύωσης δήθεν από εξέχοντες πολιτικούς. Για παράδειγμα,  ψευδείς λογαριασμοί Twitter  δήθεν του Υπουργού Άμυνας Peter Hultqvist εμφανίστηκαν τουλάχιστον τρεις φορές.

Η μεταναστευτική κρίση αποτέλεσε για τη  Ρωσία μια εξίσου ελκυστική ευκαιρία διάδοσης της προπαγάνδας της. Μέσα από τα σουηδικά και διεθνή μέσα ενημέρωσης, η Ρωσία φέρεται να απεικόνισε τη Σουηδία ως χώρα  που βρίσκεται σε χάος, με στόχο να πυροδοτήσει τις κοινωνικές εντάσεις και να βάλει τη φήμη της Σουηδίας σε διεθνές επίπεδο. Οι ρωσικές πλατφόρμες μέσων ενημέρωσης, όπως η RTκαι η Sputnik, έχουν προωθήσει συστηματικά μια τέτοια απεικόνιση, η οποία έχει ενισχυθεί περαιτέρω από τα ακροδεξιά και τα «εναλλακτικά δεξιά» μέσα ενημέρωσης στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αφού δημιούργησε ένα τέτοιο μέσο στη Σουηδία τον Απρίλιο του 2015, η Sputnik διέδωσε ειδήσεις που υποδηλώνουν ότι η σουηδική κυβέρνηση αγωνίζεται να αντιμετωπίσει την εισροή προσφύγων. Ωστόσο, στις 11 Μαρτίου 2016, η Sputnik τερμάτισε τη σουηδική της επιχείρηση – πιθανώς λόγω της κακής γνώσης σουηδικών των αρθρογράφων και του μεγάλου αριθμού υπερβολικών ή λανθασμένων ιστοριών που δημοσιεύθηκαν.

 

Συμπεράσματα

 

Η σουηδική Κυβέρνηση έχει θέσει την προστασία του δημοκρατικού πολιτεύματος στο επίκεντρο των εθνικών στόχων της ασφάλειας. Λαμβάνει πολύ σοβαρά υπόψη την απειλή ξένης παρέμβασης στις εκλογές της και εφαρμόζει ενεργά μέτρα για την προστασία τους (προετοιμασίες που ξεκίνησαν τουλάχιστον ενάμισι έτος πριν). Οι προσπάθειες της Ρωσίας για ανάμειξη στις εκλογές άλλων χωρών χρησίμευσαν σαφώς ως ώθηση για τις σουηδικές αρχές ώστε να πάνε ένα βήμα παραπέρα τις πρωτοβουλίες τους. Έχουν ήδη προχωρήσει σε σημαντικά βήματα για την ευαισθητοποίησητων πολιτικών, των μέσων ενημέρωσης και της σουηδικής κοινωνίας σχετικά με τους κινδύνους πιθανής παρέμβασης.

Παρόλο που είναι πολύ νωρίς για να εκτιμηθεί η αποτελεσματικότητα των προσπαθειών της Σουηδίας, θα πρέπει να αναμένεται ότι θα διαδραματίσουν κάποιο ρόλο και ορισμένα μοναδικά πλεονεκτήματά της. Μεταξύ αυτών είναι ένας καλά μορφωμένος πληθυσμός με υψηλά επίπεδα πολιτικού εγγραμματισμού και εμπιστοσύνης στις αρχές, η χρήση έντυπων ψηφοδελτίων, η χειρωνακτική καταμέτρηση και η απασχόληση μιας υπηρεσίας για το συντονισμό των εθνικών αντιδράσεων για την προστασία των εκλογών από την παραπληροφόρηση. Ιδιαίτερα αξιοσημείωτη είναι η προσέγγιση της κοινωνίας της Σουηδίας, στην οποία εμπλέκονται τα μέσα ενημέρωσης, ο εκπαιδευτικός και ο ιδιωτικός τομέας. Τέλος, η προθυμία των Σουηδών αξιωματούχων από όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης να συζητήσουν ανοιχτά την απειλή της παρέμβασης συνέβαλε στην αύξηση της ευαισθητοποίησης του κοινού και στην αύξηση  του δυνητικού πολιτικού κόστους για όσους σχεδιάζουν μια τέτοια επίθεση.

Τούτου λεχθέντος, η Σουηδία αντιμετωπίζει επίσης ορισμένες αξιοσημείωτες ελλείψεις. Παρόλο που η MSB είναι επιφορτισμένη να υποστηρίξει τον εθνικό συντονισμό και να βοηθήσει άλλες υπηρεσίες με την ενίσχυση της ετοιμότητας στον κυβερνοχώρο και την αντιμετώπιση της εχθρικής επιρροής, η Κυβέρνηση δεν της ανέθεσε ρητά να αναλάβει συντονιστικές προσπάθειες σχετικά με τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2018. Επιπλέον, μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η Σουηδία κατάργησε σταδιακά τα μέσα της που είχαν  σκοπό την εφαρμογή μιας προσέγγισης «απόλυτης άμυνας» στην ενημέρωση εναντίον του ψυχολογικού πολέμου. Ως εκ τούτου, πρέπει να επανεξετάσει άμεσα τις πολιτικές και τις αντιδράσεις της για να συμβαδίσει με τις ολοένα και αυξανόμενες απαιτήσεις στον τομέα. Η Κυβέρνηση εξακολουθεί να στερείται πολλών βασικών, υποστηρικτικών νομικών προϋποθέσεων. Για παράδειγμα, δεν είναι προς το παρόν παράνομη η διάδοση fakenews στη Σουηδία, πράγμα που σημαίνει ότι οποιοσδήποτε (συμπεριλαμβανομένων των ξένων οντοτήτων) μπορεί να αγοράσει διαφημίσεις, να χρηματοδοτήσει και να εκμεταλλευτεί μέσα ενημέρωσης στη Σουηδία. Επί του παρόντος, το κυριότερο εργαλείο της σουηδικής κυβέρνησης για την καταπολέμηση της παραπληροφόρησης – που εκθέτει τέτοιες δραστηριότητες – είναι αντιδραστικό και όχι προληπτικό. Ένα άλλο νομικό κενό είναι τα όρια που επιβάλλονται στην Κυβέρνηση στο να χαρτογραφεί ποιος διαδίδει απόψεις στη Σουηδία. Τελικά, οι επικείμενες εκλογές θα δείξουν εάν η Σουηδία πρέπει να ενισχύσει το νομικό της πλαίσιο και, ευρύτερα, θα αποτελέσουν κρίσιμο κριτήριο για την τρέχουσα προσέγγιση και ετοιμότητα της Κυβέρνησης.

ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΖΟΝΤΑΣ ΕΝΑ ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΚΑΙ ΟΔΙΚΟ ΧΑΡΤΗ

Τα κεντρικά μαθήματα από αυτές τις πέντε «περιπτωσιολογικές μελέτες» (casestudies)  και από άλλες θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν στην δημιουργία ενός αναλυτικού πλαισίου για τη συλλογή και οργάνωση διδαγμάτων και των βέλτιστων πρακτικών. Επιπλέον, δεδομένου ότι όλο και περισσότερα δεδομένα είναι διαθέσιμα στο κοινό, ένα τέτοιο πλαίσιο θα μπορούσε να οδηγήσει σε εις βάθος συγκριτικές μελέτες με στόχο τη συγκέντρωση των προπαρασκευαστικών ενεργειών των χωρών και των αμυντικών κινήσεών τους. Θα μπορούσε επίσης να χρησιμεύσει ως εργαλείο για τους ακαδημαϊκούς και τις κυβερνήσεις ώστε να μοιράζονται και να συγκρίνουν πληροφορίες.


Συνολικά, υπάρχει αυξανόμενη συναίνεση ως προς το ότι ο πρωταρχικός στρατηγικός στόχος της ρωσικής παρέμβασης στις εκλογές είναι να υπονομεύεται η εμπιστοσύνη στους δημοκρατικούς θεσμούς και διαδικασίες εν γένει. Για να επιτύχει αυτόν της τον στόχο, η Ρωσία εκμεταλλεύτηκε την τεχνολογία πληροφοριών και επικοινωνιών για να στοχεύσει στις διαφορετικές διαστάσεις μιας εκλογικής διαδικασίας. Με βάση αυτές τις δραστηριότητες, αρχίζει να αναδύεται ένα αναλυτικό πλαίσιο (βλ. Σχήμα 1). Συγκεντρώνει τις διαστάσεις σε τρεις κατηγορίες: (1) προσπάθειες επηρεασμού των προτιμήσεων των ψηφοφόρων ως προς  έναν υποψήφιο ή κόμμα, (2) προσπάθειες χειραγώγησης της ίδιας της εκλογικής διαδικασίας και (3) προσπάθειες να επηρεαστεί η προσέλευση των ψηφοφόρων (αυτές μερικές φορές παραβλέπονται και συνήθως αποσκοπούν στην απονομιμοποίηση του εκλογικού αποτελέσματος και της δημοκρατικής διαδικασίας). Η καθεμιά έχει έναν διαφορετικό χρονικό ορίζοντα, με την πρώτη να εμφανίζεται σε μια περίοδο μηνών και τις τελευταίες δυο να συμβαίνουν συνήθως σε μία μόνο ημέρα ή σε μερικές ημέρες. Οι πληροφορίες και οι δραστηριότητες του κυβερνοχώρου στο πλαίσιο αυτών των τριών κατηγοριών μπορούν να επικεντρωθούν σε διάφορους στόχους, συμπεριλαμβανομένων των πλατφορμών μέσων κοινωνικής δικτύωσης και των συμβατικών οργανισμών ειδήσεων, τις βάσεις δεδομένων των πολιτικών κομμάτων, τις εκστρατείες, τους οργανισμούς καταχώρησης ψηφοφόρων, τους προσωπικούς λογαριασμούς των υποψηφίων ή των οικογενειών τους, μηχανές ψηφοφορίας, προγραμματιστές λογισμικού ή κανάλια μετάδοσης αποτελεσμάτων ψηφοφορίας.

Οι κυβερνητικές ενέργειες για την προστασία από αυτές τις πληροφορίες και τις κυβερνητικές επιχειρήσεις καθώς και άλλες περιλαμβάνουν νέα νομικά μέτρα, εκστρατείες ευαισθητοποίησης, τεχνικές αλλαγές στην εκλογική υποδομή και επιχειρησιακές και πολιτικές αλλαγές, όπως η απαγόρευση της ηλεκτρονικής καταμέτρησης των ψήφων. Οι συνταγματικές και νομικές απαιτήσεις σε όλες τις χώρες περιορίζουν την ικανότητα της ομοσπονδιακής ή κεντρικής Κυβέρνησης να εφαρμόσει μονομερώς αυτές τις ενέργειες. Μια συνολική ανάλυση της αντίδρασης μιας χώρας στις παρεμβάσεις στις εκλογές συνεπώς απαιτεί τη μελέτη των ενεργειών όλων των σχετικών φορέων. Αυτά που ενσωματώνονται στο πλαίσιο αυτό περιλαμβάνουν τις ομοσπονδιακές, κρατικές και τοπικές αρχές, νομοθετικά όργανα, πολιτικά κόμματα και εκστρατείες, εκλογικό λογισμικό και άλλες σχετικές επιχειρήσεις, καθώς  και τα συμβατικά μέσα ενημέρωσης και τους οργανισμούς μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Για να συμπληρωθεί και να επεκταθεί το πλαίσιο, πρέπει να διεξαχθούν περαιτέρω έρευνες και πρόσθετες περιπτωσιολογικές μελέτες.

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

 

Ενώ η έρευνα και οι περιπτωσιολογικές μελέτες σχετικά με τις ρωσικές παρεμβάσεις στις εκλογές βρίσκονται σε εξέλιξη, τα διαθέσιμα δεδομένα οδηγούν σε πολυάριθμα βήματα που μπορούν να πάρουν οι κυβερνήσεις για να βελτιώσουν την ετοιμότητά τους. Η ταχεία δράση παραμένει ουσιαστικής σημασίας, δεδομένου ότι οι εκλογές θα εξακολουθήσουν να είναι ευάλωτες στη χειραγώγηση. Η απόφαση της Ρωσίας να παρεμβαίνει στις εκλογές και στις δημοκρατικές διεργασίες και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, χρησιμοποιώντας ειδικότερα τις τακτικές του κυβερνοχώρου και της παραπληροφόρησης, αντανακλά μια σταθερή τάση που συνδυάζει την προμελέτη με τον οπορτουνισμό. Ταυτόχρονα, ο κίνδυνος δεν περιορίζεται στις ρωσικές παρεμβάσεις και, ως εκ τούτου, πρέπει να αντιμετωπιστεί ανεξάρτητα από την προέλευση – είτε είναι ξένη είτε εγχώρια. Ενώ υπάρχει αυξημένη συνειδητοποίηση γύρω από το ζήτημα τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και στα ευρωπαϊκά κράτη μετά τις εκλογές του 2016 στις ΗΠΑ, οι προσπάθειες για τη διαφύλαξη των εκλογών και την προστασία των δημοκρατικών συστημάτων εξακολουθούν να βρίσκονται σε νηπιακό στάδιο σε πολλές χώρες.

Είναι επιτακτική ανάγκη οι χώρες να ξεκινήσουν μια συντονισμένη διεθνή προσπάθεια για να ανταλλάξουν τις βέλτιστες πρακτικές και τα διδάγματα που έχουν αποκομίσει: ο χρόνος είναι κρίσιμος παράγοντας. Ασφαλώς, με κάποιες ad hoc εξαιρέσεις, οι περισσότερες προσπάθειες των χωρών μέχρι σήμερα έχουν επικεντρωθεί στο εσωτερικό τους: οι κυβερνήσεις χρειάστηκε να προσαρμοστούν γρήγορα στο νέο περιβάλλον απειλής πριν από τις προγραμματισμένες εκλογές. Είναι πλέον επείγον και ζωτικής σημασίας να αρχίσουμε να μοιραζόμαστε ένα πλήθος πληροφοριών και γνώσεων πριν από το επόμενο κύμα επερχόμενων εκλογών. Και είναι μια προσπάθεια οικοδόμησης ανθεκτικότητας που θα πρέπει να περιλαμβάνει τόσο τις προηγμένες  δημοκρατίες όσο και τις δημοκρατίες που αντιμετωπίζουν δυσκολίες, ανεξάρτητα από το αν τα πολιτικά τους συστήματα είναι ισχυρά ή επί του παρόντος αντιμετωπίζουν αντίξοες συνθήκες.

Παρακάτω παρατίθενται βασικές μερικές κυβερνητικές πληροφορίες που προέρχονται από πληροφορίες ανοιχτού κώδικα και τις περιπτωσιολογικές μελέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που παρουσιάζονται παραπάνω. Η εφαρμογή των διδαγμάτων εδώ υπερβαίνει κατά πολύ τη διατλαντική σχέση και μπορεί να αποτελέσει σημείο αναφοράς για μια  μεγαλύτερη διεθνή συνεργασία.

  • Εξετάστε τα συστήματα εκλογών ως μέρος μιας σημαντικής υποδομής: Για να διασφαλιστεί ότι υπάρχει επαρκής προσοχή και πόροι για την προστασία από ενδεχόμενες παρεμβολές με την τεχνολογία πληροφοριών και επικοινωνιών, οι κυβερνήσεις πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στην προστασία των εκλογικών συστημάτων και διαδικασιών, αντιμετωπίζοντάς τις ως κρίσιμη υποδομή. Η τοποθέτηση αυτής της επιταγής για προστασία στην εθνική ατζέντα θα μπορούσε να βοηθήσει στην αποστολή ενός σαφούς μηνύματος στον πιθανό εχθρό ότι οποιαδήποτε ανάμειξη δεν θα έχει αποτέλεσμα, αλλά θα επιφέρει σοβαρές αντιδράσεις.
  • Θεσμοθετήστε τις πρωτοβουλίες για την προστασία των εκλογικών διαδικασιών: Οι προετοιμασίες για την προστασία από τις παρεμβάσεις στις εκλογές απαιτούν στενό συντονισμό μεταξύ των διαφόρων αρμόδιων κυβερνητικών υπηρεσιών που εποπτεύουν τις πληροφορίες, την επιβολή του νόμου, την εξωτερική πολιτική, την εσωτερική ασφάλεια και τη διοίκηση των εκλογών σε όλα τα επίπεδα. Η ανάθεση σε μια πρωτοποριακή οντότητα της καθιέρωσης διεργασιών διακυβέρνησης και προσέγγισης ολόκληρης της κυβέρνησης αποδείχθηκε χρήσιμη σε ορισμένες χώρες, αλλά η οντότητα αυτή χρειάζεται σαφείς εντολές και επαρκείς πόρους για να είναι επιτυχής. Θα πρέπει να θεσμοθετήσει την παρακολούθηση πιθανών απειλών, για παράδειγμα, δημιουργώντας και επιφορτίζοντας ομάδες εντός της κοινοτικής υπηρεσίας πληροφοριών με την τακτική ανάλυση σημείων πιθανών για προγραμματισμένη παρέμβαση των εκλογών από ξένες δυνάμεις ή εγχώριους αντιπάλους.
  • Επικεντρωθείτε στα μέτρα ανθεκτικότητας:Όλες οι προπαρασκευαστικές ενέργειες πρέπει να αποσκοπούν στην ενίσχυση τωναμυντικών δυνατοτήτων μιας χώρας στον κυβερνοχώρο και να καταστήσουν τις ενδεχόμενες παρεμβάσεις δαπανηρές και δυσκίνητες. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει τη μετάβαση σε  μη ηλεκτρονικά συστήματα για χύτευση και καταμέτρηση ψηφοδελτίων, καθώς και τη διατήρηση αντιγράφων ασφαλείας. Όπως δείχνουν η ολλανδική και η γαλλική περίπτωση, η αλλαγή αυτή θα μπορούσε να γίνει ως προληπτικό μέτρο για την πλήρη προστασία της ακεραιότητας του συστήματος ψηφοφορίας και για την απαλοιφή κάθε αμφιβολίας μεταξύ των πολιτών ότι οι εκλογές είναι ελεύθερες και δίκαιες.
  • Διεξάγετε τακτικές αναλύσεις ευπάθειας: Οι δοκιμές είναι σημαντικές για τον εντοπισμό άγνωστων κινδύνων. Για παράδειγμα, η περίπτωση της Γερμανίας καταδεικνύει τη σημασία της αποστολής τεχνικών εμπειρογνωμόνων και ερευνητών του τομέα της ασφάλειας σε δοκιμές διείσδυσης ηλεκτρονικών συστημάτων. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στις προκλήσεις της ακεραιότητας της αλυσίδας εφοδιασμού, και συγκεκριμένα στα πιθανά κρυμμένα εμπόδια όπως οι προμηθευτές λογισμικού ή υλικού.
  • Κάνετε δημόσιες δηλώσεις: Οι δημόσιες προειδοποιήσεις κατά μιας ενδεχόμενης παρεμβολής στις εκλογές ή οι δηλώσεις σχετικά με πραγματικά γεγονότα που συνέβησαν μπορούν να υποστηρίξουν δύο σημαντικούς στόχους: την αποτροπή του κινδύνου και την ευαισθητοποίηση του κοινού σε τέτοιες δραστηριότητες. Σε αρκετές περιπτώσεις όπου οι πολιτικοί ηγέτες προσδιόρισαν ρητά τη Ρωσία ως πιθανό δράστη και την απείλησαν με αντίποινα, η πραγματική παρέμβαση ήταν εντέλει μικρότερη από την αναμενόμενη.
  • Ενισχύστε τα πολιτικά κόμματα και τις εκστρατείες: Οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι πρέπει να συμμετέχουν ενεργά σε πολιτικά κόμματα και στις εκστρατείες για τη βελτίωση των πρακτικών τους στον τομέα της ασφάλειας του κυβερνοχώρου και της βασικής «υγιεινής» στον κυβερνοχώρο. Η απόκτηση της ισχυρής υποστήριξης όλων των ηγετικών στελεχών των κομμάτων είναι απαραίτητη, και η εκπαίδευσή τους σχετικά με τη γενική απειλή για τις δημοκρατικές διαδικασίες θα διασφαλίσει ότι θα αισθάνονται μια γενική ευθύνη για την προστασία τους. Αυτό θα συμβάλει επίσης στην κανονικοποίηση του ρόλου που θα πρέπει να διαδραματίζουν οι ομάδες ασφαλείας και οι πόροι τους για την υποστήριξη αυτών των προσπαθειών. Ενδεχομένως χρήσιμα μοντέλα να υπάρχουν σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Στη Γαλλία, η κυβέρνηση παρείχε στα κόμματα έναν κατάλογο ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων στον κυβερνοχώρο. Στο Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γερμανία, οι Κυβερνήσεις διέθεσαν τους εμπειρογνώμονες στον τομέα του κυβερνοχώρου στα κόμματα σε περίπτωση χρειάζονται πρόσθετη βοήθεια για την αντιμετώπιση κάποιου τεχνικού προβλήματος.
  • Διευρύνετε τις δραστηριότητες σε υπο-εθνικά επίπεδα: Οι Κυβερνήσεις πρέπει επίσης να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους από εθνικό ή ομοσπονδιακό επίπεδο σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Ο πρόσφατος εντοπισμός παρεμβάσεων σε τοπικό επίπεδο υψηλής επίπτωσης σε ορισμένες χώρες υπογραμμίζει τη σημασία της ευαισθητοποίησης των κρατικών και τοπικών υπαλλήλων, των εκλογικών αρχών και των εθελοντών που συμμετέχουν σε εκστρατείες. Η αντιμετώπιση αυτού του κενού απαιτεί προσαρμοσμένες και συντονισμένες προσπάθειες.
  • Αναπτύξτε σχέδια έκτακτης ανάγκης: Οι Κυβερνήσεις, τα πολιτικά κόμματα και οι εκστρατείες θα πρέπει να καταρτίσουν σχέδια έκτακτης ανάγκης σε περίπτωση που υπάρξουν παρεμβάσεις . Για παράδειγμα, για να κερδίσουν χρόνο και να αποφύγουν τον πανικό, τα κόμματα μπορούν να έχουν προετοιμάσει μια δήλωση Τύπου για περίπτωση παραβίασης του κυβερνοχώρου. Τα ανεξάρτητα πολιτικά κόμματα και οι οργανώσεις με ισχυρές ομάδες πληροφορικής στο εσωτερικό τους μπορούν επίσης να μελετήσουν τις προσπάθειες καταπολέμησης της παραπληροφόρησης του En Marche στη Γαλλία. Με την πρόβλεψη των κυβερνητικών επιθέσεων και τη λήψη μέτρων για την υπονόμευση της αξιοπιστίας των πιθανών κλεμμένων πληροφοριών, το κόμμα του Macron ήταν σε θέση να υπονομεύσει την ικανότητα των εισβολέων να χρησιμοποιήσουν τις κλεμμένες πληροφορίες.
  • Εκπαιδεύστε τους ψηφοφόρους σχετικά με εκστρατείες παραπληροφόρησης: Η εκπαίδευση των ψηφοφόρων είναι πρωταρχικής σημασίας για την αύξηση της ετοιμότητας της κοινωνίας. Στη Σουηδία, για παράδειγμα, η Κυβέρνηση ξεκίνησε ένα εθνικό πρόγραμμα με στόχο τη διδασκαλία μαθητών λυκείου σχετικά με τη ρωσική προπαγάνδα. Είναι επίσης ζωτικής σημασίας οι αξιωματούχοι της Κυβέρνησης και των Υπηρεσιών Πληροφοριών να δημοσιοποιούν τις σχετικές πληροφορίες σχετικά με τις κυβερνητικές επιχειρήσεις που στοχεύουν σε δημοκρατικούς θεσμούς. Και όσο είναι δυνατόν, οι πληροφορίες θα πρέπει να περιλαμβάνουν εγκληματολογικά στοιχεία που θα ενισχύουν την ευαισθητοποίηση του κοινού και θα ενισχύουν τη μελλοντική ετοιμότητα.

  • Δημιουργήστε κανάλια διαλόγου μεταξύ των κυβερνήσεων και των μέσων μαζικής ενημέρωσης: Η ενεργός δέσμευση μεταξύ κυβερνητικών αξιωματούχων και μέσων ενημέρωσης συμβάλλει στην προστασία από την εκ προθέσεως ψευδή πληροφόρηση. Για παράδειγμα, οι χώρες ενδέχεται να θέλουν να δημιουργήσουν ένα μόνιμο συμβούλιο μέσων ενημέρωσης παρόμοιο με εκείνο της Σουηδίας, το οποίο συγκαλεί τακτικά κυβερνητικούς εκπροσώπους και εκπροσώπους των μέσων ενημέρωσης. Οι κυβερνητικές εταιρίες και οι εταιρίες μέσων κοινωνικής δικτύωσης ενδέχεται επίσης να θέλουν να μελετήσουν και να μιμηθούν τον πρόσφατο συντονισμό σχετικά με τις πράξεις ελέγχου πραγματικών περιστατικών. Αρκετές ευρωπαϊκές Κυβερνήσεις συνεργάστηκαν ενεργά με το Facebook και άλλες εταιρείες μέσων κοινωνικής δικτύωσης για την καταπολέμηση της παραπληροφόρησης. Ιδιαίτερα αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι η Σουηδία δημιούργησε μια τηλεφωνική γραμμή στο Facebook για τους αξιωματούχους των εκλογών για να αναφέρει γρήγορα ψεύτικες κυβερνητικές σελίδες του Facebook –αν και είναι ακόμη νωρίς για να κριθεί η αποτελεσματικότητά της.
  • Ενθαρρύνετε τα μέσα μαζικής ενημέρωσης να κάνουν εθελοντικά βήματα: Οι οργανισμοί μέσων ενημέρωσης πρέπει να ενισχύσουν τα υφιστάμενα δημοσιογραφικά ποιοτικά πρότυπα και πρακτικές για την προστασία από εκστρατείες παραπληροφόρησης. Για παράδειγμα, ενδέχεται να εξετάσουν πρωτοβουλίες ελέγχου παρόμοιες με το CrossCheck στη Γαλλία ή το Correctiv στη Γερμανία. Οι Κυβερνήσεις, αντί να επιβάλλουν νόμους για να ρυθμίσουν την αναφορά όπως έκανε η Γαλλία, θα μπορούσαν να ενθαρρύνουν τις εταιρείες των μέσων ενημέρωσης να εφαρμόζουν εθελοντικά περιορισμούς υποβολής εκθέσεων. Αυτό θα απαιτούσε πρώτα κινήσεις ώστε οι δημοσιογράφοι να έχουν πλήρη επίγνωση των επιπτώσεων της προπαγάνδας και της παραπληροφόρησης.

  • Ενθαρρύνετε τις εταιρείες μέσων κοινωνικής δικτύωσης να συμμετάσχουν ενεργά στην άμβλυνση των πιθανών απειλών: Η αφοσίωση των εταιρειών μέσων κοινωνικής δικτύωσης αξίζει να επισημανθεί και να της δοθεί ιδιαίτερη προσοχή. Στις περισσότερες χώρες, ο τοπικός πληθυσμός χρησιμοποιεί πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης που παρέχονται από εταιρείες που βρίσκονται στο εξωτερικό. Ωστόσο, οι εταιρείες αυτές μπορούν να βοηθήσουν στην άμβλυνση ων πιθανών απειλών, εντοπίζοντας εκστρατείες παραπληροφόρησης, κοινοποιώντας πληροφορίες και προβαίνοντας σε ενέργειες για τον εντοπισμό και την κατάργηση των δόλιων λογαριασμών. Μπορούν επίσης να επισημάνουν περιεχόμενο που είναι γνωστό ότι είναι ανακριβές και να παρέχουν τις σωστές πληροφορίες παράλληλα με την καλύτερη ενημέρωση του αναγνώστη.
  • Διερευνήστε πιθανά νομικά μέτρα μέσω μιας διαδικασίας χωρίς αποκλεισμούς: Είναι ζωτικής σημασίας να διεξάγονται ευρείες διαβουλεύσεις με τα συμβατικά μέσα ενημέρωσης, τις εταιρίες μέσων κοινωνικής δικτύωσης και τις ομάδες της κοινωνίας των πολιτών κατά τη διαδικασία σύνταξης νέας νομοθεσίας. Διάφορες Κυβερνήσεις εξετάζουν το ενδεχόμενο να λάβουν νομικά μέτρα για να βοηθήσουν την προστασία από πιθανές παρεμβάσεις στις εκλογές. Αυτές περιλαμβάνουν την εξάλειψη του παράνομου περιεχομένου από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: περιγράφοντας τις συνέπειες για όσους δημιουργούν, διαδίδουν ή ενισχύουν την παραπληροφόρηση ή απαιτώντας διαφάνεια όσον αφορά τις πολιτικές διαφημίσεις. Η διασφάλιση της ευρείας βάσης αγοράς των συναφών κοινωνικών φορέων θα είναι καθοριστικής σημασίας για την επιτυχή εφαρμογή τους.
  • Υποστηρίξτε ενεργά τη διεθνή συνεργασία: Οι τακτικές ανταλλαγές με αξιωματούχους από άλλες χώρες, ιδίως για την προετοιμασία σημαντικών εκλογών, παραμένουν ad hoc. Δεν υπάρχει θεσμοθετημένος μηχανισμός για την ανταλλαγή των διδαγμάτων και των βέλτιστων πρακτικών. Τα υφιστάμενα οχήματα – συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης / East StratCom, του Κέντρου Επικοινωνιών της Αριστεράς StratCom (COE) ή του Φινλανδικού Συνδέσμου για την Αντιμετώπιση Υβριδικών Απειλών – θα μπορούσαν να αποτελέσουν το επίκεντρο μιας τέτοιας προσπάθειας. Ωστόσο, δεδομένης της πιθανής παγκόσμιας εμβέλειας της απειλής, οι πρωτοβουλίες θα πρέπει να υπερβαίνουν τη διατλαντική συνεργασία. Τα Υπουργεία Εξωτερικών και οι διπλωμάτες μπορούν να συμβάλουν ζωτικά και να είναι κλητήρες κυβερνητικών υπηρεσιών και μη κυβερνητικών φορέων, συμπεριλαμβανομένων των οργανώσεων των μέσων ενημέρωσης, των πολιτικών κομμάτων και των εταιρειών μέσων κοινωνικής δικτύωσης.

ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΕΣ ΜΕΣΟΠΡΟΘΕΣΜΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΟΥ 2018 (σημ.μτφ. διεξήχθησαν τον Νοέμβριο του 2018 και περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ)

 

Ορισμένα από τα προαναφερθέντα γεγονότα έχουν ιδιαίτερη σημασία για τις Ηνωμένες Πολιτείες καθώς προετοιμάζεται για τις μεσοπρόθεσμες εκλογές του 2018 και τις προεδρικές εκλογές του 2020. Κατά την εξέταση αυτών των μαθημάτων, τα ακόλουθα συγκεκριμένα βήματα θα μπορούσαν να είναι χρήσιμα για την ενίσχυση των προληπτικών και αμυντικών μέτρων.

 

  • Εκδώστε μια σαφή προειδοποίηση ότι η επέμβαση στις εκλογές του 2018 από τη Ρωσία ή από οποιονδήποτε άλλο φορέα θα έχει σοβαρές συνέπειες. Στην ιδανική περίπτωση, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, οι ανώτεροι υπάλληλοι διοίκησης και οι κορυφαίοι πολιτικοί θα πρέπει όλοι να στείλουν ένα σαφές προειδοποιητικό σήμα στη Μόσχα για να αποτρέψουν αποτελεσματικότερα τις ενδεχόμενες παρεμβολές και γενικά να θέσουν ένα σαφές πλαίσιο αντίθετο σε κάθε ανάμειξη.
  • Συντονίστε τις προσπάθειες για την προστασία από επιθέσεις στον κυβερνοχώρο και από την παραπληροφόρηση σε ολόκληρη την Κυβέρνηση.Η πρόσφατη δημιουργία μιας Κυβερνητικής-Ψηφιακής Υπηρεσίας, αποτελούμενης από αντιπροσώπους από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, συμπεριλαμβανομένου του Ομοσπονδιακού Γραφείου Ερευνών και του Γραφείου του Διευθυντή Εθνικών Μυστικών Υπηρεσιών, είναι ένα χρήσιμο πρώτο βήμα για τη βελτίωση των προσπαθειών συντονισμού.  Δεδομένου του τοξικά πολωμένου πολιτικού περιβάλλοντος, ένα σημαντικό, συμπληρωματικό βήμα θα μπορούσε να είναι η δημιουργία μιας υποστηρικτικής δικομματικής προσπάθειας από το Κογκρέσο.
  • Παρέχετε περισσότερη κατάρτιση και υποστήριξη σε κρατικούς και τοπικούς εκλογικούς υπαλλήλους.Εκτός από τις εκπαιδευτικές δραστηριότητες που προσφέρει το Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας (DHS), η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση θα πρέπει να προσφέρει πρόσθετη βοήθεια και πόρους στους κρατικούς και τοπικούς εκλογικούς υπαλλήλους. Οι αιτήσεις για τέτοια βοήθεια θα μπορούσαν να συμβάλουν στη χαρτογράφηση των περιφερειών που χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής τόσο για όσους ζήτησαν βοήθεια και, κυρίως, για εκείνους που δεν ζήτησαν.
  • Διεξάγετε τακτικές αξιολογήσεις κινδύνου για την εκλογική υποδομή.Προωθώντας τις μεσοπρόθεσμες εκλογές, η Επιτροπή Βοήθειας για τις Εκλογές των ΗΠΑ, το DHS ή ένα ανεξάρτητο τρίτο μέρος πρέπει να ελέγχουν τακτικά τα εκλογικά συστήματα για τυχόν ευπάθειες. Η πρόσφατη ίδρυση του Κέντρου Πληροφόρησης και Ανάλυσης Πληροφοριών για τις Εκλογές είναι ένα σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση αυτή.
  • Ενθαρρύνετε τα κράτη να επανεκτιμήσουν τη χρήση μηχανών ηλεκτρονικής ψηφοφορίας.Η εκπαίδευση υπαλλήλων του κράτους σχετικά με τις λεπτομέρειες και τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των μηχανών ηλεκτρονικής ψηφοφορίας θα τους βοηθήσει να αποφασίσουν εάν θα πρέπει να επιστρέψουν σε έντυπες ψηφοφορίες. Λαμβάνοντας υπόψη το πιθανό κόστος, θα μπορούσε να προσφερθεί ομοσπονδιακή χρηματοδότηση για τη διευκόλυνση της μετάβασης. Σε κάθε περίπτωση, οι εκλογικές περιφέρειες θα πρέπει να τηρούν αρχεία εγγράφων ως εφεδρικά αντίγραφα για να επιτρέπουν μια επαναληπτική καταμέτρηση σε περίπτωση αλλοίωσης του ηλεκτρονικού συστήματος ψηφοφορίας.
  • Ενθαρρύνετε τα πολιτικά κόμματα και τους υποψήφιους, το προσωπικό τους και τους εθελοντές να ακολουθούν τις βασικές πρακτικές στον τομέα της ασφάλειας στον κυβερνοχώρο. Αυτές οι πρακτικές περιλαμβάνουν τη χρήση επαλήθευσης πολλαπλών παραγόντων για λογαριασμούς ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, εργαλεία κρυπτογράφησης και επαληθευμένους λογαριασμούς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
  • Ενθαρρύνετε τους δωρητές να απαιτούν από τα πολιτικά κόμματα και τις εκστρατείες να εφαρμόζουν βασικά πρότυπα «υγιεινής» στον κυβερνοχώρο για τους υποψηφίους, το προσωπικό και τους εθελοντές. Εάν δεν υπάρχουν άλλοι μηχανισμοί για να διασφαλιστεί η εκτεταμένη εφαρμογή και η τήρηση των βασικών πρακτικών ασφαλείας, όπως η επαλήθευση πολλαπλών παραγόντων, η πίεση από τους χορηγούς είναι μια ελπιδοφόρος οδός για να αλλάξει η συμπεριφορά των εμπλεκομένων.
  • Προτρέψτε τα πολιτικά κόμματα και τις εκστρατείες να δηλώσουν ρητά ότι δεν θα χρησιμοποιήσουν ή δεν θα υποστηρίξουν τα bots των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.Οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης έχουν καταστεί σημαντικά εργαλεία για πολιτικά κόμματα. Είναι σημαντικό οι πολίτες να μπορούν να εκφράζουν τις απόψεις τους για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μεταξύ άλλων μέσω ψευδώνυμων ή ανώνυμα. Ταυτόχρονα, υπάρχει μια διαφορά μεταξύ ανθρώπων και μηχανών που παράγουν περιεχόμενο και πρέπει να τεθούν όρια όταν πρόκειται για τη χρήση των bots από μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
  • Ενισχύστε την ετοιμότητα της κοινωνίας μέσω της σαφούς περιγραφής του κινδύνου ξένων παρεμβάσεων στη δημοκρατία των ΗΠΑ. Οι ανώτεροι υπάλληλοι θα πρέπει να εκπαιδεύσουν τους ψηφοφόρους σε ολόκληρη τη χώρα σχετικά με τους κινδύνους που συνδέονται με την παρέμβαση στις εκλογές. Ωστόσο, οι μέθοδοι επικοινωνίας τους θα πρέπει να μην ξεπερνούν τη λεπτή γραμμή που οδηγεί από την ευαισθητοποίηση στην καταστροφολογία, η οποία θα μπορούσε να προκαλέσει περαιτέρω δυσπιστία στο δημοκρατικό σύστημα.
  • Προωθήστε ανεξάρτητες δημοσιογραφικές πρωτοβουλίες, τόσο ερευνητικές όσο και εκείνες που στηρίζονται στους απλούς πολίτες.Τα επίσημα κυβερνητικά κανάλια ελέγχου γεγονότων θα ήταν πιθανώς λιγότερο αποτελεσματικά στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου η δυσπιστία προς την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση είναι σημαντικά υψηλότερη από ό, τι στις περισσότερες χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Ωστόσο, υπάρχει ανάγκη για πιο ανεξάρτητες, δημοσιογραφικές πρωτοβουλίες ελέγχου εκ μέρους των πολιτών και έρευνας, όπως το FactCheck.org, το Washington Post’sFactChecker, το PolitiFact.com, το Snopes.com, η πλατφόρμα του Hamilton 68 του Γερμανικού Ταμείου Marshall και το Εργαστήριο Ερευνών Ψηφιακού Εγκλήματος του Ατλαντικού Συμβουλίου.
  • Βελτιώστε τον εγγραματισμό του κοινού στα μέσα ενημέρωσης. Δεδομένης της ευρείας χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και των μη συμβατικών μέσων ενημέρωσης στις Ηνωμένες Πολιτείες – καθώς και του χαμηλού επιπέδου εμπιστοσύνης του κοινού στους μεγάλους οργανισμούς ειδήσεων – είναι σημαντικό να εκπαιδεύονται οι νέοι, οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί σχετικά με τις εκστρατείες παραπληροφόρησης και τους τρόπους αντιμετώπισής τους. Υπό το πρίσμα των ιδιαίτερων προκλήσεων που αφορούν την παραπληροφόρηση, οι ρυθμιστικές αρχές και οι εκπαιδευτικοί των ΗΠΑ θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο να δώσουν μεγαλύτερη έμφαση στην κριτική σκέψη και τον έλεγχο των γεγονότων στα σχολικά και πανεπιστημιακά προγράμματα σπουδών.

Πηγή έρευνας : https://carnegieendowment.org/?lang=en

Πηγή κεντρικής φωτογραφίας