«Οργάνωση 7» λεγόταν η μυστική βουλγαρική οργάνωση που την εποχή του κομμουνιστικού καθεστώτος αναλάμβανε και διεκπεραίωνε με επιτυχία, απαγωγές, εκτελέσεις και πολιτική εξόντωση «εχθρών του βουλγαρικού καθεστώτος» ανά τον κόσμο. Η δημοσιογράφος Alexenia Dimitrova, στο βιβλίο της «Murder Bureau»(γραφείο δολοφονιών) αποκαλύπτει πολλές άγνωστες πτυχές της ιστορίας. Παρακάτω εξηγεί επιπλέον τον τρόπο που ακολούθησε αλλά και τις δυσκολίες που αντιμετώπισε προκειμένου να ολοκληρώσει την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα έρευνά της.
Θυμάστε το μυθιστόρημα του Ίαν Φλέμινγκ με ήρωα τον Τζέιμς Μπόντ «Από τη Ρωσία με αγάπη»; Εκεί γνωρίσαμε τη Smersh, μια μυστική οργάνωση του Σοβιετικού Στρατού, της οποίας το ακρωνύμιο προέρχεται από δύο ρωσικά σύνθετα “smyert shpionam”, που σημαίνει «θάνατος στους κατασκόπους». Η Smersh του Ίαν Φλέμινγκ ήταν εμπνευσμένη από μια πραγματική σοβιετική μυστική υπηρεσία που έστελνε τους πράκτορές της στη Δύση με ανάθεση την εξόντωση των Δυτικών κατασκόπων.Άγνωστα μέχρι πρότινος αρχεία και αδιάψευστα στοιχεία αποδεικνύουν ότι μια τέτοιου τύπου μυστική υπηρεσία υπήρξε και στη Βουλγαρία. Περίπου 5.000 σελίδες από μυστικά αρχεία της Κομμουνιστικής περιόδου που είδαν προσφάτως το φως της δημοσιότητας αποκαλύπτουν ότι αυτή η ειδική μονάδα ήταν υπεύθυνη για απαγωγές, εκτελέσεις και πολιτική εξόντωση Βουλγάρων μεταναστών και «εχθρών του βουλγαρικού καθεστώτος» ανά τον κόσμο.
Η τύπου Smersh μυστική οργάνωση είχε το όνομα “Service 7” (Οργάνωση 7). Ξεκίνησε τις αποστολές της το 1963 και μέχρι και το 1972 είχε αναλάβει 10 αποστολές εναντίων Βουλγάρων που είχαν διαφύγει στις ακόλουθες εννέα χώρες: Βρετανία, Δανία, Αιθιοπία, Ιταλία, Σουηδία, Ελβετία, Τουρκία, Γαλλία και Δυτική Γερμανία. Οι στόχοι αυτών των αποστολών έφεραν κωδικές ονομασίες: «Προδότης», «Τυφλός», «Μαύρος», «Άμλετ», «Λακές», «Βους», «Χήρος» και «Χ». Φήμες για την ύπαρξη μιας τέτοιας υπηρεσίας την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου κυκλοφορούσαν στη Βουλγαρία για πολλά χρόνια, και εδώ και είκοσι χρόνια, ξεκινώντας αμέσως μετά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος, προσπαθούσα να τις επιβεβαιώσω ψάχνοντας τα απόρρητα αρχεία της Βουλγαρίας. Μόλις πριν από τρία χρόνια, χάρη σε ένα νέο νόμο που προέβλεπε περιορισμένη πρόσβαση στα αρχεία της πρώην Κρατικής Υπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας, οι δημοσιογράφοι είχαν επιτέλους την ευκαιρία να διαβάσουν κάποια από τα αρχεία της βουλγαρικής κατασκοπείας από την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου.
Ορισμένα από αυτά τα αρχεία δεν είναι ακόμη προσβάσιμα από το κοινό. Ακόμη και αυτά που γνωστοποιήθηκαν τώρα δεν πιστεύεται ότι φέρουν τρανταχτές αποκαλύψεις, αφού είναι γνωστό ότι πολλά από τα αρχεία που ανήκουν σε εκείνη την περίοδο έχουν καταστραφεί. Αλλά προφανώς, οι υπεύθυνοι για την καταστροφή τους υπολόγισαν μόνο αυτά που ανήκαν στο πρόσφατο παρελθόν και όχι στα πρώιμα χρόνια. Έτσι λοιπόν διασώθηκαν κάποια σημαντικά στοιχεία. Μελετώντας ενδελεχώς τα ευρήματά μου, παρατήρησα λέξεις όπως “ostri meropriatia” που στα Βουλγαρικά μεταφράζεται ως «σκληρά μέτρα», «ειδικές δράσεις», «δραστικά μέτρα». Όταν άνοιξα το φάκελο με ονομασία «Άκρως απόρρητο» βρήκα για πρώτη φορά αποδεικτικά στοιχεία της ύπαρξης και της δράσης μιας ειδικής μονάδας που εφάρμοζε αυτά τα «δραστικά μέτρα»: απαγωγές, δηλητηριάσεις, δυσφημίσεις, εξουδετερώσεις και πολιτικές εξοντώσεις Βουλγάρων μεταναστών. Τα τελευταία χρόνια οι αξιωματικοί της Κρατικής Υπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας αρνούνται κατηγορηματικά την εμπλοκή της Οργάνωσης σε δολοφονίες, πόσο μάλλον στη δημιουργία ειδικής μονάδας οργάνωσης και ανάληψης τέτοιων δράσεων. Σε μια συνέντευξή του το 1999, ο Βλάντο Τοντόροφ, πρώην διευθυντής της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών της Βουλγαρίας πριν από το 1989 δήλωσε ότι η εκκαθάριση δεν αποτελούσε κομμάτι της δουλειάς τους.
Τα αρχεία όμως δείχνουν άλλα πράγματα. Αναφερόμενος σε έναν Βούλγαρο μετανάστη, την 1η Ιουλίου του 1970 ο τότε υπουργός εσωτερικών Άνγκελ Σολάκωφ είχε δηλώσει: «πρέπει να εφαρμόσουμε τη θανατική ποινή. Εκ πρώτης όψεως δείχνει σκοτεινή και βρώμικη δουλειά, αλλά για εμάς είναι ευγενής».
“ΕΠΙΣΗΣ ΕΙΧΕ ΠΡΟΣΘΕΣΕΙ: ΔΕΝ ΞΕΡΩ ΑΝ ΘΑ ΜΑΣ ΖΗΤΗΘΕΙ ΝΑ ΕΞΟΝΤΩΣΟΥΜΕ ΠΟΛΙΤΙΚΑ, ΓΙΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ, ΤΟΝ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ. ΤΩΡΑ ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΥΜΕ ΑΠΟΣΤΟΛΕΣ ΜΙΚΡΟΤΕΡΗΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ ΑΛΛΑ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΠΟΚΤΗΣΟΥΜΕ ΕΜΠΕΙΡΙΑ”
(Δεν είναι σαφές αν αναφερόταν στον Ανδρέα Παπανδρέου, που ζούσε στο Παρίσι εκείνη την περίοδο, ή στον πατέρα του).Τα στοιχεία δείχνουν πως η δουλειά της μυστικής υπηρεσίας καθοριζόταν από κάποιους κανόνες που γράφτηκαν στις 10 Μαρτίου του 1964 και εγκρίθηκαν από τον τότε υπουργό Εσωτερικών Ντίκο Ντίκο. Τα υποψήφια θύματα επρόκειτο να δηλητηριαστούν ή αλλιώς να «αποκοιμηθούν». Σύμφωνα με αρχείο του 1967, οι στόχοι ήταν «προδότες της μητέρας πατρίδας που προκάλεσαν μεγάλη καταστροφή και συμμετείχαν ενεργά σε εχθρικές προς την πατρίδα τους δράσεις.»Τον καιρό της δημιουργίας της, η Οργάνωση 7 είχε μόλις τέσσερις αξιωματικούς. Σε μια αναφορά που χρονολογείται στις 7 Οκτωβρίου του 1964, ο επικεφαλής της οργάνωσης Πέτκο Κοβάτσεφ την είχε αποκαλέσει «η μικρή μας υποδιαίρεση». Στο ίδιο ντοκουμέντο φαίνεται να ζητάει περισσότερους πόρους καθώς «έπρεπε να δουλέψουν πάνω σε πολλές υποθέσεις». Το όνειρό του πραγματοποιήθηκε. Μέχρι το 1967 η οργάνωση μετρούσε πλέον 39 πράκτορες. Με ένα υπόμνημα προς τον επικεφαλής της Κρατικής Υπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας στις 30 Σεπτεμβρίου του 1967, ο Κοβάτσεφ αιτείται τη συζήτηση σε ανώτατο επίπεδο σχετικά με της αρμοδιότητες της Οργάνωσης 7 και να ενισχυθούν τα αδύναμα σημεία της με τη βοήθεια των “Σοβιετικών συντρόφων”.
Ενα από τα αιτήματα της Οργάνωσης 7 από τους σοβιετικούς ομολόγους ήταν η παρασκευή ενός βραδείας δράσης, άγευστου άχρωμου και άοσμου δηλητηρίου.Παρόμοια αιτήματα για νέας γενιάς όπλα και δηλητήρια στάλθηκαν και στις “αδελφές” ειδικές υπηρεσίες της Ανατολικής Γερμανίας και της Τσεχοσλοβακίας. Επιπλέον, κορυφαία ερευνητικά ιδρύματα της Βουλγαρίας – συμπεριλαμβανομένων του ειδικού νοσοκομείου του Υπουργείου Εσωτερικών, μιας μεγάλης φαρμακευτικής εταιρίας, του Τμήματος Φαρμακευτικής του Πανεπιστημίου της Βουλγαρίας και της Κρατικής Επιτροπής Επιστήμης και Τεχνολογίας – συμμετείχαν στην Παρασκευή τέτοιων ειδικών ουσιών.Τα μέλη της Οργάνωσης 7 επιλέχτηκαν ανάμεσα σε άτομα που ακολουθούσαν πιστά την πολιτική γραμμή της κομμουνιστικής παράταξης. Όσοι τελικά επιλέγονταν, λάμβαναν ειδική εκπαίδευση και οδηγίες. Σε έναν φάκελο όπου περιγράφονται οι εν λόγω πράκτορες, γίνεται αναφορά σε έναν από αυτούς, ο οποίος φέρει την κωδική ονομασία “Picadilly”. Ίσως πρόκειται για το δολοφόνο του Βούλγαρου συγγραφέα Γκεόργκι Μάρκοφ που δολοφονήθηκε στο Λονδίνο το 1978.Αιτία θανάτου ήταν το χτύπημα με τη μύτη μιας ομπρέλας που έφερε το δηλητήριο. Πολλά στοιχεία που αφορούσαν την περιβόητη υπόθεση « Βουλγαρική ομπρέλα» πιθανότατα καταστράφηκαν.
Στα αρχεία αναφέρεται επίσης ότι ο Picadilly εμπλεκόταν και σε άλλη μια επιχείρηση δολοφονίας στην Ιταλία εναντίων ενός ακόμα Βούλγαρου μετανάστη. Η πρώτη επιχείρηση της Οργάνωσης 7 αφορούσε το Βούλγαρο μετανάστη Μπλάγκο Σλαβένοφ που είχε διαφύγει στην Ιταλία στα τέλη του 1940. Αποτέλεσε στόχο καθώς ήταν ηγετικό μέλος της περίφημης αντικομμουνιστικής οργάνωσης Βούλγαρων μεταναστών, της Εθνικής Επιτροπής της Βουλγαρίας καθώς και αρχηγός του τμήματος της Επιτροπής στην Ιταλία. Σύμφωνα με τα αρχεία, η επιχείρηση με την κωδική ονομασία “Libretto” οργανώθηκε με τη βοήθεια του νοσοκομείου του Υπουργείου Εσωτερικών στη Σόφια. Ο Σλαβένοφ θα έπεφτε θύμα απαγωγής και θα μεταφερόταν από την Τεργέστη στη Βουλγαρία με πλοίο. Την ομάδα της επιχείρησης αποτελούσαν δύο αξιωματικοί και τρία ακόμη μέλη της Βουλγαρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών.
Η κόρη του Σλαβένοφ, Έλζα, μου εξήγησε αργότερα πώς ο πατέρας της κατόρθωσε να ξεφύγει από αυτήν τη σκευωρία. Ένας Ιταλός φίλος του είχε ζητήσει να αναλάβει χρέη διερμηνέα, προκειμένου να βοηθήσει το πλήρωμα ενός βουλγαρικού πλοίου αγκυροβολημένου στην Τεργέστη να αντιμετωπίσει ένα μηχανικό πρόβλημα. Ο Σλαβένοφ, πάντα επιφυλακτικός, υποψιάστηκε ότι επρόκειτο για παγίδα και αρνήθηκε να ανεβεί στο πλοίο. Παρ’ όλο που η επιχείρηση απέτυχε, ένα χρόνο μετά οι αξιωματική την περιέγραψαν σε μια αναφορά ως μια πρώτη και πολύ χρήσιμη εμπειρία. Συνέχισαν να δουλεύουν την υπόθεση Libretto για μερικά ακόμα χρόνια. Μια από τις ιδέες τους ήταν να χρησιμοποιήσουν μια γυναίκα πράκτορα ως δόλωμα που θα παρέσυρε το Σλαβένοφ στη Βιέννη, όπου και θα τον απήγαγαν. Και αυτή η προσπάθεια όμως απέτυχε. Ο Σλαβένοφ πέθανε το 1996. Η Έλζα, που ζει ακόμα στην Ιταλία, επιβεβαιώνει ο πατέρας της γνώριζε για όλες τις σκευωρίες που είχαν στηθεί εναντίον του. Προκειμένου να αποφύγει τους πράκτορες που τον παρακολουθούσαν, άλλαζε συνεχώς τις διαδρομές του και τις ώρες που έφευγε από το σπίτι και επέστρεφε σε αυτό. Επίσης άλλαζε συχνά τις κλειδαριές στις πόρτες του σπιτιού του.
Ακόμα ένας στόχος της Οργάνωσης 7 ήταν ο Τράικο Μπελοπόπσκι, ένας πρώην μυστικός πράκτορας της Βουλγαρίας που είχε σταλεί στη Βρετανία στα τέλη του 1950 με την ψεύτικη ταυτότητα του φοιτητή στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Κάποια χρόνια μετά αποφάσισε να μην επιστρέψει στη Βουλγαρία. Η χώρα του τον καταδίκασε σε θάνατο ερήμην του το 1964. Τότε ο πρώην διευθυντής της Βουλγαρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών Βλάντο Τοντόροφ ανέφερε σε συνέντευξη ότι ο Μπελοπόπσκι ήταν ένας από τους τρείς γνωστούς πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών του Κομμουνιστικού Κόμματος.Ο Μπελοπόφσκι βρέθηκε στη Νέα Υόρκη το 2006, πολύ πριν αποκαλυφθεί ότι βρισκόταν στο στόχαστρο της οργάνωσης 7. Ωστόσο, αρνήθηκε να μιλήσει δημοσίως, λέγοντας ότι φοβόταν για την ασφάλεια των παιδιών του. Αλλά σε μια κατ’ ιδίαν επικοινωνία μας ανέφερε ότι υπήρχε στη Βουλγαρία Μυστική Υπηρεσία Πληροφοριών τύπου SMERSH και ότι ήταν στόχος τους. Για παράδειγμα, θυμήθηκε ότι τα πρώτα χρόνια της λιποταξίας του, τον επισκέφθηκε ο πατέρας του στο Λονδίνο και του έφερε ένα σαλάμι από τη Βουλγαρία, το λεγόμενο «λουκάνκα». Γνωρίζοντας τις μεθόδους της βουλγαρικής κατασκοπείας, ο Μπελοπόπσκι μπήκε σε υποψίες. Έδωσε το σαλάμι σε ένα αδέσποτο σκυλί και το ζώο βρήκε οδυνηρό θάνατο λίγα λεπτά μετά. Όταν ρωτήθηκε για την υπόθεση, ένας υψηλόβαθμος αξιωματικός της Βουλγαρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών και πρώην αφεντικό του Μπελοπόπσκι, ο Συνταγματάρχης Ντίμο Στάνκοφ αρνήθηκε πως η οργάνωση είχε λάβει «δραστικά μέτρα» εναντίων του Μπελοπόσκι. Αρνήθηκε ακόμα και ότι γνώριζε πως ο λιποτάκτης είχε καταδικαστεί σε θανατική ποινή. «Θέλαμε και προσπαθούσαμε να τον φέρουμε πίσω στέλνοντας τον πατέρα του εκεί για να τον πείσει να επιστρέψει, αλλά όταν απέτυχε η προσπάθεια, παραιτηθήκαμε», δήλωσε.
Τα αρχεία της μυστικής υπηρεσίας που βγήκαν προσφάτως στο φως, διαψεύδουν πλήρως τους ανωτέρω ισχυρισμούς. Επιβεβαιώνουν μάλιστα ότι ο Μπελοπόπσκι ήταν ένας από τους στόχους της Οργάνωσης 7, με δύο διαφορετικές κωδικές ονομασίες: «Μπλακ» (Μαύρος) και «Μαυρόφ». Κατάφερε να επιζήσει μετακομίζοντας από τη Βρετανία στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου ξαναπαντρεύτηκε. Η πρώτη του γυναίκα και η κόρη τους, που έμειναν πίσω στη Βουλγαρία μετά τη μετανάστευσή του, δεν τον ξαναείδαν πότε από τότε. Ο Μπελοπόπσκι δεν πρόλαβε να ζήσει και να δει τα ντοκουμέντα που στηρίζουν τις υποψίες του ότι αποτελούσε ένα από τα υποψήφια θύματα μυστικής υπηρεσίας. Πέθανε το 2008, δύο χρόνια πριν βρω αποδεικτικά στοιχεία για την Οργάνωση 7. Τα αρχεία περιείχαν οκτώ ακόμα υποθέσεις μεταναστών που αποτελούσαν στόχους της μυστικής υπηρεσίας ανάμεσα στο 1963 και το 1974, αλλά δε βρέθηκαν περισσότερα στοιχεία που να δείχνουν ποια ήταν η εξέλιξη της Υπηρεσίας 7. Πολλοί υποθέτουν ότι συνέχισε τις δράσεις της, αλλά τα αντίστοιχα αρχεία πιθανότατα να καταστράφηκαν μαζί με άλλες 3.000 περίπου σελίδες όπου καταγράφονταν οι κινήσεις της οργάνωσης μέχρι το 1974. Τα στοιχεία που ήρθαν στο φως αποτελούν αδιάψευστη απόδειξη ότι η Υπηρεσία Πληροφοριών της Βουλγαρίας είχε τέτοια μυστική μονάδα. Αυτά άλλωστε διασταυρώνονται και με κάποια αρχεία της Αμερικής σχετικά με τη Βουλγαρία στον Ψυχρό Πόλεμο τα οποία βρήκα και χρησιμοποίησα χάρη στο νόμο περί ελεύθερης πληροφόρησης που ισχύει στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Σύμφωνα με αυτά τα αρχεία, τέσσερεις Βούλγαροι ήταν μέλη ενός «κύκλου απαγωγών προωθούμενου από τη Σοβιετική Ένωση». Συγκαταλέγονταν σε μια λίστα 698 Βουλγάρων και των συγγενών τους που ζούσαν στην Αυστρία και ήταν ύποπτοι εμπλοκής σε βουλγαρική ή Ρωσική μυστική υπηρεσία ή εικονική οργάνωση.Το νούμερο 586 του καταλόγου με τα ονόματα περιγράφεται ως «Βούλγαρος μυστικός πράκτορας, υπεύθυνος για την εξαφάνιση αρκετών Βουλγάρων που θεωρούνταν απαχθέντες». Στο νούμερο 645, ένας Βούλγαρος, εργαζόμενος στην Εμπορική Επιτροπή της Αυστρίας, κατηγορείται για την απαγωγή αρκετών Βουλγάρων στη Βιέννη το 1949. Στο νούμερο 676 βρίσκεται ο διευθυντής της βουλγαρικής αντικατασκοπείας στην πρωτεύουσα της Αυστρίας. Υπάρχουν κατηγορίες ότι ήταν υπεύθυνος για την απαγωγή πολλών Βουλγάρων στη Βιέννη.Τα αμερικανικά αρχεία δεν περιείχαν άλλες πληροφορίες για τον κύκλο των απαγωγών.