Η παραπληροφόρηση, ως λέξη και έννοια, που άφηνε πίσω τις ιστορίες της παλιάς καλής προπαγάνδας ενδυόμενη νέες μορφές και απαιτούσα νέες προσεγγίσεις, έκανε το δημοσιογραφικό και πολιτικό ντεμπούτο της στις αρχές του 2016. Τότε ο Μπαράκ Ομπάμα είχε αναθέσει στο Global EngagementCenter την καταπολέμηση της παραπληροφόρησης.

Το Κέντρο Παγκόσμιας Δέσμευσης, μια οιονεί διυπουργική υπηρεσία που υπάγεται στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, έχει αυτοπροσδιοριστεί ως «ένας «φορέας με γνώμονα τα δεδομένα» ο οποίος χρησιμοποιεί ψηφιακές αναλύσεις για την κατανόηση των αφηγήσεων που μπορεί να διαδίδονται από ξένους παράγοντες, ενώ παράλληλα συμβάλλει στην εισαγωγή της τεχνολογίας για την κατανόηση αυτού του είδους του λόγου στην κυβέρνηση».

Λίγους μήνες μετά, τον Νοέμβριο του 2016, σε συνέντευξη τύπου Ομπάμα και Μέρκελ, είχαν αναγορεύσει τα fake news σε υπ’ αριθμόν ένα κίνδυνο για τη Δημοκρατία και τις δημοκρατίες. Σε λίγο, ο Ντόναλντ Τραμπ θα αναγορευόταν νέος πρόεδρος των ΗΠΑ, εν μέσω αποκαλύψεων για τη χρήση ψευδών ειδήσεων που περιλάμβαναν τη συμμετοχή της Κλίντον σε όργια σε υπόγειο πιτσαρίας.

Κάτι νεαροί στο Βέλες της Β. Μακεδονίας και οι πανταχού παρόντες Ρώσοι αποκαλύφθηκε ότι βρίσκονταν πίσω από τα πλήκτρα της διαδικτυακής διάδοσης προκειμένου να επηρεάσουν τους ψηφοφόρους οι οποίοι, πράγματι τελικώς, επέλεξαν τον MAGA πρόεδρο.

Το 2018 εμφανίστηκε το misinformation (αθέλητη παραπληροφόρηση) ως λέξη της χρονιάς και το 2019 το disinformation (σκόπιμη παραπληροφόρηση) πήρε τη θέση του στις καρδιές και το μυαλό των απανταχού ερευνητών, προγραμμάτων, πανεπιστημίων, δημοσιογράφων, απλών πολιτών, κοινωνικών δικτύων.

Στις αρχές του 2024, η Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν επιβεβαίωσε στο Νταβός ότι η κορυφαία ανησυχία της ευρωπαϊκής κοινότητας είναι η «παραπληροφόρηση» με την απόλυτη πλέον παραδοχή ότι το βάθος και το εύρος της προσβασιμότητας του διαδικτύου έχει καταστήσει οποιαδήποτε άλλη μορφή μαζικής επικοινωνίας σε ουραγό της ψηφιακής.

Το 2022, πανεπιστημιακοί ερευνητές σε συνεργασία με τη Google, παρουσίασαν το pre-bunking, μια στρατηγική σχεδιασμένη να προλαμβάνει την παραπληροφόρηση.

de-bunking και pre-bunking

Αντίθετα από το de-bunking, τη διαδικασία ελέγχου και αποκάλυψης των ψευδών ειδήσεων, έναν αγώνα στον οποίο αποδύονται εδώ και χρόνια οργανισμοί ελέγχου γεγονότων (Fact checking) και ανεξάρτητοι factcheckers, το «νέο» σύστημα αναχαίτισης της παραπληροφόρησης, το pre-bunking βασίστηκε σε μια ιδέα γνωστή ως «θεωρία εμβολιασμού» η οποία υποδηλώνει ότι η έκθεση των ανθρώπων στο πώς λειτουργεί η παραπληροφόρηση, μπορεί να ενισχύσει την άμυνά τους στους ψευδείς ισχυρισμούς.

Σύντομα βίντεο που έμοιαζαν με ανακοίνωση δημόσιας υπηρεσίας και εστίαζαν σε συγκεκριμένες τεχνικές παραπληροφόρησης – χαρακτηριστικά που παρατηρούνται σε πολλούς κοινούς ψευδείς ισχυρισμούς περιλαμβάνοντας συναισθηματικά φορτισμένη γλώσσα, προσωπικές επιθέσεις ή ψευδείς συγκρίσεις μεταξύ δύο άσχετων στοιχείων, δημιουργήθηκαν προκειμένου να διδάξουν στους θεατές πώς λειτουργούν οι ψευδείς ισχυρισμοί γενικώς.

«Η μέθοδος χτίζει ανθεκτικότητα στον γενικό πληθυσμό» μας λέει ο Νίκος Παναγιώτου, καθηγητής στο τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του Αριστοτελείου, ο οποίος διδάσκει εδώ και χρόνια Ειδησεογραφικό Γραμματισμό ή ειδησεογραφική παιδεία -ας μου επιτραπεί η προτίμηση στον όρο- ή News literacy αγγλιστί. Στόχος και αυτής της μεθόδου είναι μαθητές, φοιτητές και πολίτες να αναπτύξουν δεξιότητες κριτικής σκέψης και να αποκτήσουν εργαλεία και γνώσεις προκειμένου να κρίνουν την αξιοπιστία των ειδήσεων και των πληροφοριών, είτε αυτές προέρχονται από μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τηλεόραση, ειδησεογραφικούς ιστότοπους, έντυπες εφημερίδες και περιοδικά ή οποιοδήποτε άλλο μέσο.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι από τη στιγμή που αναγνωρίστηκε η δύναμη του διαδικτύου στη διαμόρφωση εκλογικών αποτελεσμάτων και πολιτικών εξελίξεων, το καθήκον των αναδυόμενων θεσμών κατά της παραπληροφόρησης ήταν να οικοδομήσουν ένα τέτοιο πολυμεθοδολογικό σύστημα.

Ωστόσο, οι έρευνες (sciencemag.org, Pew Research) που ακολούθησαν την εκλογική περίοδο του 2016 και την πρώτη νίκη Τραμπ το 2017, ημερομηνία που συμβολικά τουλάχιστον σηματοδότησε τη συσπείρωση των δημοκρατικών φιλελεύθερων δυνάμεων εναντίον των σύγχρονων μορφών παραπληροφόρησης, απέδειξαν ότι ένα πολύ μικρό ποσοστό των ψηφοφόρων επηρεάστηκε από την -επίσης αποδεδειγμένη- ρωσική ανάμειξη στις αμερικανικές εκλογές.

Κι αυτό υποδεικνύει μια πρώτη «παγίδα»: Εάν θεωρείς ότι για όλα φταίει η, υπαρκτή, φτηνή κυριολεκτικά και μεταφορικά, ανελέητη και αδιάλειπτη από τις μέρες της Σοβιετικής Ενωσης, προσπάθεια των Ρώσων να κλονίσουν το δυτικό οικοδόμημα αξιών, τη Δημοκρατία και τις δημοκρατίες μας, αποφεύγεις μια κριτική ματιά στα ενδότερα του οικοδομήματος.

Οι βάρβαροι είναι ένα υπαρκτό πρόβλημα και κατά περίπτωσιν μια κάποια λύσις αλλά όχι πάντοτε η ενδεδειγμένη, συνήθως προσωρινή και ενίοτε βλαπτική αφού μπορεί να οδηγήσει και σε μια δεύτερη «παγίδα» και παγίδα χωρίς εισαγωγικά για όσους συνοδοιπορούν ή θέλουν να λογίζονται -ακόμη- συνοδοιπόροι με το μεταπολεμικό φιλελεύθερο ιδεώδες του οποίου τα πεδία ανησυχίας επικεντρώνονταν σε ό,τι απειλούσε τον πλουραλισμό, τις προοπτικές των διαβουλεύσεων στα κοινωνικά ζητήματα, τον λαϊκισμό της δημαγωγίας.

Οι εκστρατείες που ενθαρρύνουν την κριτική σκέψη, επισημαίνουν τις τακτικές χειραγώγησης, αποκαλύπτουν ψευδείς ειδήσεις, αντιμετωπίζουν προληπτικά ψευδείς αφηγήσεις αν και στοχεύουν στην υπεράσπιση των παραπάνω οδηγούνται στην πραγματικότητα από την άρρητη αλλά σχεδόν ολοκληρωτική αμφισβήτηση της ορθολογικής πλευράς των ανθρώπων και τελικώς, μετά λόγου γνώσεως ή όχι, απαιτούν ή οδηγούν στην αλλαγή των βασικών κανόνων.

Σαν η πόρτα που άνοιξε το διαδίκτυο στα εκατομμύρια των πεποιθήσεων να οδήγησε στη γνωριμία εκ του σύνεγγυς με την άβυσσο της «ανθρώπινης κατάστασης» σαρώνοντας την εμπιστοσύνη στους βασικούς πυλώνες του διαφωτισμού. Τώρα, με την εμπιστοσύνη στην ορθολογική πειθώ πληγωμένη μέχρι θανάτου, ένα πλήθος νοητικών ευαλωτοτήτων και προβληματικών για τις αξίες μας πεποιθήσεων χτυπάει συνεχώς αλάρμ, υποχρεώνει σε συνεχή παρακολούθηση και αναπροσανατολισμό για να διατηρηθεί ο έλεγχος του δικού μας, πολύτιμου δυτικού αφηγήματος.

Πολλοί γιόρτασαν (μεταξύ αυτών κι εγώ που για να είμαι ειλικρινής οτιδήποτε εμποδίζει το απεχθές παιχνίδι του Πούτιν κερδίζει τη συμπάθειά μου) την απόφαση του συνταγματικού δικαστηρίου της Ρουμανίας να ακυρώσει το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών που ανέδειξε νικητή τον ακροδεξιό, φιλορώσο Καλίν Γκεοργκέσκου, βάσει στοιχείων που αποδείκνυαν ρωσική «παρέμβαση» στην εκλογική διαδικασία. Αλλά με μια δεύτερη σκέψη…ήταν οι μυστικές υπηρεσίες, σε συνεργασία με το δικαστικό σώμα, που ενήργησαν για την αναστολή του συντάγματος. Όχι το κοινοβούλιο που σε μια συνταγματική δημοκρατία, όπως η Ρουμανία, είναι ο μόνος θεσμός που υποτίθεται ότι ενσαρκώνει τον λαό και έχει διαδικασίες και δικλείδες ασφαλείας για την αντιμετώπιση τέτοιων καταστάσεων μέχρι το δημοψήφισμα. Το κοινοβούλιο δεν είχε λόγο. Κι αυτό είναι η παγίδα χωρίς εισαγωγικά…

πηγή κεντρικής φωτογραφίας