Κρίσιμα ερωτήματα που για να απαντηθούν πρέπει να πρώτα να απαντηθούν κάποιες άλλες ερωτήσεις.

Ανάλυση του Ευάγγελου Αρεταίου (ΕΛΙΑΜΕΠ)

Ποιοι είναι σήμερα οι κεμαλιστές; Είναι οι ίδιοι παραδοσιακοί κεμαλιστές όπως τους ξέραμε παλιά;

Από το 2010 και την εκλογή του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου στην προεδρία του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), το παραδοσιακό κόμμα του Κεμάλ Ατατούρκ εισήλθε σε μια δυναμική βαθιών αλλαγών που έχουν αλλάξει και τον βαθύ χαρακτήρα του κόμματος αλλά και το ύφος του. Με τον Κιλιτσντάρογλου, που είναι Αλεβίτης, μια μορφή προοδευτικού Ισλάμ το οποίο θεωρείται ακόμα «αιρετικό» από τους συντηρητικούς Ισλαμιστές, το CHP έχει βάλει στην άκρη τους σκληρούς κρατικιστές εθνικιστές που αποτελούσαν την πλειοψηφία και έχει ενισχύσει πολύ την αριστερή του πτέρυγα. Μέσα στην δυναμική αυτή, το κόμμα κατάφερε να σπάσει ένα τεράστιο ταμπού δεκαετιών και να έρθει κοντά στους Κούρδους, κάτι που μέχρι πρότινος ήταν ανάθεμα και για τους δυο.

Αν εκλεγεί τελικά ο Κιλιτσντάρογλου, θα έχει εκλεγεί χάρη στην απόφαση του φιλοκουρδικού HDP να τον στηρίξει.

Το Καλό Κόμμα (ΙΥΙ) της Μεράλ Ακσενέρ, που αποσχίστηκε από το Κόμμα της Εθνικιστικής Δράσης (ΜΗΡ), είναι και αυτό σε μια δική του δυναμική βαθιών μεταλλάξεων, με έναν πόλεμο να μαίνεται διαρκώς ανάμεσα στην εθνικιστική πλειοψηφία των στελεχών του και τους λιγότερους φιλελεύθερους και με την Ακσενέρ να ακροβατεί διαρκώς ανάμεσα τους αλλά να υιοθετεί πιο συχνά τις απόψεις των φιλελεύθερων.

Οι βαθιές αλλαγές στους κόλπους της κεμαλικής αντιπολίτευσης αλλά και της εκλογικής της βάσης αναδεικνύονται και από δυο έγκριτες πρόσφατες μελέτες που καταγράφουν ότι οι ψηφοφόροι του ΑΚΡ είναι σαφώς πιο εθνικιστές από τους ψηφοφόρους των κομμάτων της αντιπολίτευσης και για τα ελληνοτουρκικά.

Συνεπώς, σήμερα ο όρος «κεμαλιστές» έχει χάσει την σημασία του και τη θέση του έχει πάρει μια δυναμική αλλαγών και κυρίως εθνικού ορθολογισμού, δηλαδή η ιδέα ότι η Τουρκία πρέπει πάση θυσία να επιστρέψει σε έναν ορθολογισμό, στην οικονομία, στην εξωτερική πολιτική αλλά και στο εσωτερικό, με βασικό μέτωπο το κουρδικό.

Αρα, ποια θα είναι η εξωτερική πολιτική αν η αντιπολίτευση γίνει κυβέρνηση;

Ο Unal Cevikoz, πρέσβης ε.τ. και επικεφαλής σύμβουλος του Κιλιτσντάρογλου σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, είπε στο Middle East Eye ότι μια κυβέρνηση υπό την ηγεσία του Κιλιτσντάρογλου θα είναι αποφασισμένη να εξομαλύνει τις σχέσεις της με τη διεθνή κοινότητα, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ.

Και τόνισε ότι η εξωτερική πολιτική του Κιλιτσντάρογλου θα βασίζεται στη “μη παρέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις των γειτόνων, την αμερόληπτη εξωτερική πολιτική και την τήρηση των διεθνών κανόνων”.

Ουσιαστικά, η πρώτη μεγάλη αλλαγή της εξωτερική πολιτικής θα είναι η προσπάθεια να επιστρέψει η Τουρκία σε μια δυτική τροχιά, διατηρώντας πάντως τις δικές της προτεραιότητες σε ορισμένα θέματα και κυρίως να επιστρέψει σε μια θεσμική και ορθολογική εξωτερική πολιτική, μακριά από την προσωποπαγή και γεμάτη «κωλοτούμπες» του Ερντογάν.

«Αν ο Κιλιτσντάρογλου έρθει στην εξουσία, η κυβέρνησή του είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα καταβάλει ειλικρινή και επιτυχημένη προσπάθεια να βελτιώσει τις σχέσεις με τους δυτικούς συμμάχους της Τουρκίας […] Μια δημοκρατική Τουρκία που θα χαράσσει την εξωτερική της πολιτική με βάση τα συμφέροντα των πολιτών της και όχι τα συμφέροντα ενός ανθρώπου θα είναι ένας ισχυρότερος και πιο αξιόπιστος παράγοντας στην παγκόσμια σκηνή» εκτιμά ο Αμερικανός αναλυτής Nicholas Danforth σε έκθεση του για το ΕΛΙΑΜΕΠ.

Αναλύοντας το έγγραφο με τις κοινές πολιτικές της αντιπολίτευσης, ο Τούρκος αναλυτής Edgar Sar έγραψε για το γερμανικό think tank SWP ότι «αν και το κοινό έγγραφο δεν φαίνεται να διακηρύσσει μεγάλες αλλαγές στις προσεγγίσεις σε δυσεπίλυτα ζητήματα, οι δεσμεύσεις για την προτεραιότητα της διπλωματίας και της έξυπνης ισχύος στην επίλυση συγκρούσεων και για την επιστροφή στη βασισμένη σε κανόνες, θεσμοθετημένη αντίληψη των σχέσεων της Τουρκίας με τους διατλαντικούς εταίρους της, μπορούν να θεωρηθούν ως ένα παράθυρο ευκαιρίας για ουσιαστικές αλλαγές που προσανατολίζονται σε πιο εποικοδομητικές σχέσεις μεταξύ αυτών των μελών της ΕΕ και της Τουρκίας».

Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι στις Βρυξέλλες και τις μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες καθώς και στην Ουάσινγκτον έχει σήμερα διαμορφωθεί ένα κλίμα θετικής προσμονής υπέρ του Κιλιτσντάρογλου και την αντιπολίτευσης.

Αλλαγή κλίματος στα ελληνοτουρκικά;

Μέσα λοιπόν στο πλαίσιο μιας Τουρκίας που θα προσπαθήσει να επανέλθει πιο κοντά στην Δύση, περνώντας φυσικά μέσα από την ΕΕ μέλος της οποίας είναι η Ελλάδα, αλλά παράλληλα που θα προσπαθήσει να χαράξει μια εξωτερική πολιτική με τους θεσμούς και τα αρμόδια υπουργεία της και όχι μέσα από ένα σκιώδες Παλάτι, το ύφος και η στάση της Αγκυρας θα αλλάξουν. Και θα φύγουν από τις εθνικιστικές ιαχές και κυρίως από τις καθημερινές σχεδόν απειλές κατά της Δύσης και της Ελλάδας. Ανοίγοντας έτσι ένα μεγάλο παράθυρο ευκαιρίας για την Αθήνα να διαμορφώσει μια κενοτόμα πολιτική με ορίζοντα την σταθερή εξομάλυνση.

Για τα ελληνοτουρκικά, σύμφωνα με το έγγραφο κοινών πολιτικών, οι πάγιες θέσεις της Αγκυρας δεν αλλάζουν αλλά η αντιπολίτευση «θα δώσει προτεραιότητα στις πολυμερείς διαπραγματεύσεις για την αναζήτηση λύσεων στις διαφωνίες σχετικά με την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών και τη διασφάλιση δίκαιης κατανομής των πόρων», όπως έγραψε ο πολύπειρος Τούρκος αναλυτής Ahmet Tasgetiren στο Al Monitor.

Χωρίς απειλές ότι η Τουρκία «θα έρθει  μια νύχτα» ή ότι θα βομβαρδίσει την Αθήνα αλλά κυρίως μέσα σε μια νέα σημασία που η Τουρκία θα δώσει στην προσέγγιση της με την ΕΕ, ανοίγεται αναμφισβήτητα ένας νέος ορίζοντας για μια εξομάλυνση με την Αθήνα.

Οι πάγιες θέσεις της Αγκυρας δεν θα αλλάξουν αλλά θα αλλάξει η ατμόσφαιρα και το κλίμα στα ελληνοτουρκικά, κάτι που, όπως προηγούμενες εμπειρίες έχουν δείξει, έχει την δυναμική να είναι μια πολύ καλή αρχή. Και το κυριότερο, δεν θα υπάρχει πια αυτή η διαρκής αβεβαιότητα της στάσης της Αγκυρας και οι ιλλιγγιώδεις διακυμάνσεις από «μίσος» σε «αγάπη» και τούμπαλιν.