Η παγκόσμια στάση την οποία επέβαλε η εξάπλωση της πανδημίας θα διαρκέσει για κάποιο ακόμη διάστημα αλλά όπως όλα δείχνουν αργά ή γρήγορα η κανονικότητα ή, καλύτερα, μια άλλη κανονικότητα θα επανέλθει. Ωστόσο, κανείς δεν περιμένει ότι αυτή η δραματική αλλαγή στον τρόπο λειτουργίας του πλανήτη δεν θα επηρεάσει αν δεν καθορίσει τη συμπεριφορά κρατών και κοινωνιών. Ας μείνουμε στο πρώτο σκέλος: ποιες αλλαγές θα επέλθουν στη συμπεριφορά κρατών και πως θα επηρεάσουν τις διεθνείς εξελίξεις.
Η πανδημία ανέδειξε τον αυξανόμενο ανταγωνισμό ΗΠΑ και Κίνας με παρατηρητές την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Ρωσία. Το γεγονός ότι οι δύο τελευταίες δεν έχουν κανένα ρόλο στη διαχείριση της κρίσης παγκοσμίως αποδεικνύει την αδυναμία τους να παίξουν επί ίσοις όροις με τις άλλες δύο δυνάμεις και οι μελλοντικές εξελίξεις θα επιβεβαιώσουν δυστυχώς για εμάς τους Ευρωπαίους την υποχώρηση της ΕΕ ως διεθνούς παίκτη.
Δυστυχώς, όμως η πανδημία ανέδειξε και τη δραματική απροετοιμασία των ΗΠΑ να την αντιμετωπίσουν. Δεν οφείλεται αυτό μόνο στην ιδιοσυγκρασία του Τραμπ και την αδυναμία του να σκέπτεται και να δρα πιο σύνθετα και στρατηγικά από τους 140 χαρακτήρες του twitter. Οφείλεται και στην ανυπαρξία ενός ενιαίου εθνικού συστήματος υγείας. Ο Ομπάμα προχώρησε σε μια πολύ ριζική αλλαγή επιβάλλοντας ένα σύστημα κοινωνικής ασφάλισης για όλους ή περίπου (Οbamacare) το οποίο ο Τραμπ κατήργησε μόλις εξελέγη. Aκόμη όμως και αν είχε διατηρηθεί η μεταρρύθμιση Ομπάμα, το σύστημα υγείας και κοινωνικής ασφάλισης στις ΗΠΑ είναι κατά βάση ιδιωτικό και σε μεγάλο βαθμό ταξικό αφού τα υψηλά εισοδήματα μπορούν να έχουν καλύτερη περίθαλψη.
Αυτή και άλλες πολλές ανισότητες στις ΗΠΑ, διαχρονικά σε βάρος των χαμηλών εισοδημάτων, ήταν η αιτία της μετακίνησης Δημοκρατικών ψηφοφόρων από τα λευκά μεσαία στρώματα που ένιωθαν εγκατάλειψη από την Ουάσιγκτον, στο Tea Party και το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα. Αυτά τα στρώματα έδωσαν τη νίκη στον Τράμπ, όπως έξοχα περιγράφεται στο βιβλίο της Arlie Russell “Hochschild “Strangers in their own land” (The New Press, 2016).
Kαι υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να του την ξαναδώσουν το Νοέμβριο. Αυτά τα στρώματα ταυτίζονται με τον Τραμπ και ως προς τη σχέση των ΗΠΑ με τον υπόλοιπο κόσμο και γι’αυτό το σύνθημα America First τα εκφράζει απολύτως. Πιστεύουν ότι τα δεινά τους, κυρίως η υποβάθμιση του βιοτικού τους επιπέδου, οφείλεται στην παγκοσμιοποίηση, τη μεταφορά εργοστασίων στην Κίνα, τους μετανάστες από τη Λατινική Αμερική. Δεν επιθυμούν τα κοινωνικά αυτά στρώματα να έχουν οι ΗΠΑ ρόλο στην παγκόσμια σκηνή ούτε να επιδεικνύουν αλληλεγγύη και να παρέχουν βοήθεια σε φίλους και συμμάχους. Με άλλα λόγια, επιθυμούν μια Αμερική κλεισμένη στον εαυτό της, μια “μικρή” δηλαδή Αμερική σε πλήρη αντίφαση με το κεντρικό σύνθημα του Τραμπ “Μake America Great Again”.
Απέναντι σε αυτή την Αμερική που θα βγει τραυματισμένη ούτως ή άλλως από την κρίση βρίσκεται η Κίνα που μπορεί να ελέγξει τις απώλειες γιατί το αξιακό της σύστημα είναι τελείως διαφορετικό. Η Κίνα έχει συμπεριφερθεί με βαναυσότητα στο λαό της πολλές φορές στην ιστορία της, τόσο τη σύγχρονη, επί Μάο, όσο και την αρχαιότερη. Δεν μετράει η ανθρώπινη ζωή όσο στο δυτικό σύστημα αξιών γιατί δεν υπάρχει ατομικότητα. Επιπλέον, το κράτος είναι υπεράνω όλων, η ενότητα και ισχύς του είναι η απόλυτη αξία του κινεζικού μοντέλου, όπως εξίσου έξοχα αναλύεται από τον Martin Jacques στο βιβλίο του “When China Rules the World”, (Penguin, 2012).
H επόμενη ιστορική φάση έχει λοιπόν ξεκινήσει. Δεν είναι προβλέψιμη η έκβασή της. Οι ΗΠΑ έχουν ακόμη την πρωτοκαθεδρία στην παγκόσμια σκηνή, έχουν τεχνολογική και στρατιωτική ισχύ αλλά η Κίνα ακολουθεί σε απόσταση αναπνοής. Είναι για το λόγο αυτό εξαιρετικά κρίσιμη η επόμενη προεδρική εκλογή. Αν ο Τραμπ επανεκλεγεί ο ανταγωνισμός με την Κίνα μπορεί να προσλάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Αντίθετα, η εκλογή ενός Δημοκρατικού προέδρου θα σημάνει την επιστροφή στη διπλωματία και την αναζήτηση λύσεων σε συνεργασία με τους συμμάχους των ΗΠΑ στην Ευρώπη και την Ασία.
Γιατί πρέπει να μας ενδιαφέρει στην Ευρώπη πως θα εξελιχθούν οι σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας; Παρότι είναι προφανές ότι μας αφορά, ακόμη και αν η Κίνα επενδύει περισσότερο από τις ΗΠΑ, ας δανειστούμε τη φράση του Henry Kissinger: “Χωρίς τη διατλαντική σχέση η Ευρώπη θα βρίσκεται στο έλεος της Κίνας, ένα παράρτημα της Ευρασίας”.
Εκανε μνεία σ’αυτήν και η Άνγκελα Μέρκελ σε μια ομιλία της τον Ιανουάριο. “Θα πρέπει, είπε, να ξαναδούμε το χάρτη και ως Ευρωπαίοι να σκεφθούμε πολύ σοβαρά πως θα τοποθετηθούμε” (Νoah Barkin)
Για να το ξαναπούμε: το μέλλον είναι εδώ.