Η διαίρεση ανάμεσα σε «πατριώτες” και “προδότες”, η μανιχαϊστική προσέγγιση περί καλού και κακού επικρατεί στους δύσκολους καιρούς σε όλες τις χώρες και δημιουργεί ζητήματα εκμετάλευσης από τους λαϊκιστές-ένθεν και ένθεν του πολιτικού φάσματος- ή από όσους νιώθουν αδύναμοι απέναντι στο λαϊκισμό. Στην Ελλάδα ανεβοκατεβάζει κυβερνήσεις και σαρώνει καλές πολιτικές προθέσεις και πρακτικές σε όλους τους καιρούς. Είτε ως ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς είτε ως δεξιός υπερπατριωτισμός, διαχρονικά παραμένει ένα εθνικό χαρακτηριστικό που μόνο δεινά έχει επιφέρει. Υπερπατριώτες ήταν εκείνοι που οδήγησαν τη χώρα στον εθνικό διχασμό και τη Μικρασιατική καταστροφή, υπερπατριώτες οι Απριλιανοί πραξικοπηματίες, υπερπατριώτες και εκείνοι που με το πραξικόπημα στην Κύπρο ευθύνονται για τη δημιουργία του νεότερου “Κυπριακού Ζητήματος”, την τουρκική εισβολή και τη διαίρεση του νησιού με τα γνωστά αποτελέσματα.
Οι υπερπατριώτες που με την ανακίνηση του “Μακεδονικού” αναδείχθηκαν εκ νέου επιθυμώντας πάντοτε ρυθμιστικό ρόλο στα πολιτικά ζητήματα (ολέθριες οι συνέπειες της έλλειψης εθνικής συναίνεσης στο θέμα αυτό), αρέσκονται να αυτοαναγορεύονται σε θεματοφύλακες των ιερών και οσίων του έθνους ενώ ευθύνονται για σωρεία εθνικών τραγωδιών. Δεν αναγνωρίζουν καμμία αξία σε θεσμούς και υπερεθνικά σύνολα που διαχρονικά έχουν διαφυλάξει την εθνική ακεραιότητα και τη θέση της Ελλάδας ως ισότιμου μέλους των ισχυρότερων σχηματισμών του κόσμου, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Ενωση και το ΝΑΤΟ, ενώ συχνάκις ομνύουν σε φιλίες και συμμαχίες (όπως για παράδειγμα με τη Ρωσία), οι οποίες ουδέποτε επέφεραν οιοδήποτε όφελος στη χώρα. Οι περισσότεροι είναι συγκεκαλυμμένα η και ανοιχτά φασιστικής νοοτροπίας αλλά, για λόγους προφανούς συμφέροντος, προτιμούν αντί μικρών και καθαρών ιδεολογικά σχηματισμών να βολεύονται κάτω απο τη στέγη μεγάλων πολιτικών σχηματισμών που, με τη σειρά τους, θεωρούν ότι έτσι δεν χάνουν ψήφους.
Αυτός ο γάμος συμφέροντος έχει –ή τουλάχιστον θα έπρεπε να έχει- τα όρια του, ειδικά τώρα που στην Ευρώπη οι ακροδεξιές δυνάμεις δίνουν μάχη για να διεκδικήσουν ρόλο σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Αν αυτό το εγχείρημα -η συμμαχία που συνέπηξαν πρόσφατα ο Σαλβίνι, το γερμανικό AFD, οι Δανοί και οι Φινλανδοί ακροδεξιοί- έχει επιτυχία, ασφαλώς θα ξεπηδήσει και στην Ελλάδα τέτοιο μόρφωμα. Και τότε θα πληρωθεί το μέγα πολιτικό σφάλμα που έκανε η ηγεσία της ΝΔ συρόμενη πίσω από την εθνικιστική ατζέντα για το μακεδονικό.
Αφορμή για τις σκέψεις αυτές μας δίνει και η χυδαία επίθεση που δέχεται ως υποψήφιος βουλευτής της ΝΔ, ο καθηγητής Δημήτρης Καιρίδης. Με φιλελεύθερες θέσεις ενοχλεί εκείνους που αυτοπροσδιορίζονται ως εγγυητές της ιδεολογικής καθαρότητας της συντηρητικής παράταξης. Η επίθεση στον Καιρίδη είναι επίθεση εναντίον της ελεύθερης έκφρασης, της κριτικής σκέψης και της επιστημονικής προσέγγισης και ανάγνωσης της ιστορίας. Είναι, με άλλα λόγια, επίθεση στα δημοκρατικά κεκτημένα χωρίς δεξιό ή αριστερό πρόσημο. Η ευκολία διάχυσης μέσω κοινωνικών δικτύων αυτών των απόψεων και η κατασκευή ψευδών ειδήσεων, καθιστά αυτού του είδους το λόγο εξαιρετικά επικίνδυνο.
Αν δεν υπάρξει αντίδραση και αντίσταση, αυτός ο φασιστικός λόγος και η μεταχείριση πολιτικών αντιπάλων, θα πάρει διαστάσεις. Και η πρώτη που θα υποστεί τις συνέπειες θα είναι η κεντροδεξιά παράταξη.