Η δημοσιογράφος Τζινέθ Μπεντόγια Λίμα, που έχει τιμηθεί με το παγκόσμιο βραβείο της UNESCO για την ελευθερία του Τύπου, κατηγόρησε χθες το κράτος της Κολομβίας ότι ευθυνόταν για την απαγωγή, τον βιασμό και τα βασανιστήρια που είχε υποστεί πριν από είκοσι και πλέον χρόνια, καταθέτοντας στο Διαμερικανικό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
«Η ζωή μου καταστράφηκε, με σκότωσαν το πρωί της 25ης Μαΐου (2000)», αλλά «βρήκα το κουράγιο να καταφύγω στη δημοσιογραφία, το οξυγόνο μου για να μπορέσω να προχωρήσω», είπε η κυρία Μπεντόγια κατά τη διάρκεια ψηφιακής ακροαματικής διαδικασίας ενώπιον των μελών του δικαστηρίου του Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών (ΟΑΚ), το οποίο έχει έδρα το Σαν Χοσέ, στην Κόστα Ρίκα.
Η κυρία Μπεντόγια, νεαρή ρεπόρτερ της εφημερίδας El Espectador τότε, είχε απαχθεί από παραστρατιωτικούς μπροστά στη φυλακή Λα Μοδέλο, στην πρωτεύουσα της Κολομβίας. Βιάστηκε και βασανίστηκε για δεκαέξι ώρες, προτού οι απαγωγείς της να την πετάξουν στην άκρη ενός δρόμου.
Έκανε έρευνα για δίκτυο διακίνησης όπλων στη φυλακή όταν απήχθη, με τη συνέργεια κρατικών λειτουργών, ειδικά ενός στρατηγού της αστυνομίας «με επιρροή», σύμφωνα με την κατάθεσή της.
Οι παραστρατιωτικοί, ορισμένοι από τους οποίους έχουν καταδικαστεί για την επίθεση σε βάρος της, ανήκαν στα ακροδεξιά τάγματα που πολεμούσαν εναντίον των αριστερών ανταρτών στην Κολομβία ωσότου επισήμως αφοπλίστηκαν και διαλύθηκαν το 2006.
Η ακροαματική διαδικασία είναι ακόμη σε εξέλιξη. Δεν είναι γνωστό πότε θα εκδοθεί η ετυμηγορία.
Η Τζινέθ Μπεντόγια τόνισε ότι είναι στόχος εδώ και πάνω από είκοσι χρόνια «κατατρεγμού, εκφοβισμού, συνεχών απειλών» για να μη χυθεί φως στην υπόθεση.
Ζήτησε να ληφθούν μέτρα για την προστασία της ιδίας και της μητέρας της, καθώς και να κλείσει η φυλακή Μοδέλο, γι’ αυτήν «το γραφείο σύνδεσης όλων των εγκληματιών της εποχής» και «σύμβολο ατιμωρησίας».
Η Διαμερικανική Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, αυτόνομος βραχίονας του ΟΑΚ, διαβίβασε τον φάκελο της υπόθεσης της κυρίας Μπεντόγια στο δικαστήριο το 2019, εκτιμώντας ότι το κράτος της Κολομβίας δεν ακολούθησε τις προτροπές της να διενεργήσει έρευνα για τα γεγονότα, να λάβει μέτρα προστασίας και πρόληψης, καθώς και να αποζημιώσει το θύμα.
Σύμφωνα με την Επιτροπή, το κράτος γνωρίζει τους κινδύνους που διατρέχει η δημοσιογράφος, αλλά δεν παίρνει μέτρα για την προστασία της.
Αντιδρώντας σε αυτή που χαρακτήρισε «έλλειψη αντικειμενικότητας» από πλευράς των δικαστών, ο εκπρόσωπος του κολομβιανού κράτους, ο Καμίλο Γκόμες, αποφάσισε να αποχωρήσει από την ακροαματική διαδικασία και να ζητήσει εξαίρεση του δικαστηρίου.
Η υπόθεση της κυρίας Μπεντόγια χαρακτηρίζεται εμβληματική της σεξουαλικής βίας στο πλαίσιο της εμφύλιας σύρραξης που μαίνεται για σχεδόν 60 χρόνια στην Κολομβία.
Οι αποφάσεις του δικαστηρίου αυτού είναι τελεσίδικες, χωρίς να υπάρχει περιθώριο να ασκηθεί έφεση.