Στις 20 Ιουλίου, δολοφονήθηκε στο κέντρο του Κιέβου, πρωτεύουσας της Ουκρανίας, ο γνωστός, απείθαρχος και ανεξάρτητος δημοσιογράφος Πάβελ Σερεμέτ. Η ρωσική δημοσιογραφία θρηνεί έναν άξιο εργάτη της ενημέρωσης, έναν τολμητία, έναν έντιμο άνθρωπο.

Ο γνωστός δημοσιογράφος, βγήκε από το σπίτι του και αφού διέσχισε λίγες δεκάδες μέτρα με το αυτοκίνητο της συζύγου του, ιδιοκτήτριας του διαδικτυακού ειδησεογραφικού πρακτορείου UrkaniskayaPravda, ανατινάχθηκε.

Η δολοφονία προκάλεσε σάλο σε τρεις χώρες. Στην Ουκρανία, όπου ο πρόεδρος της χώρας Πετρό Ποροσένκο μίλησε για «ξένο δάχτυλο» στην υπόθεση, στη Λευκορωσία, όπου ο εκλιπών ήταν προσωπικός εχθρός του ηγέτη της χώρας Λουκασένκο και στη Ρωσία, απ’ όπου είχε εκδιωχθεί εξαιτίας της αποκαλυπτικής του δημοσιογραφίας.

Το τελευταίο διάστημα ο Πάβελ Σερεμέτ, μέσα από τα ρεπορτάζ του, αποκάλυψε πλήθος υποθέσεων διαφθοράς στην Ουκρανία, αναφέρθηκε στις περιπτώσεις των ταγμάτων μισθοφόρων «Αβόζ» αλλά και στην Υπηρεσία Ασφαλείας της χώρας. Ιδιαίτερη εντύπωση προκάλεσαν οι αποκαλύψεις του για το λιμάνι της Οδησσού, εκεί όπου είναι κυβερνήτης ο πρώην πρόεδρος της Γεωργίας Σαακασβίλι (!), αλλά και το σκάνδαλο με την κρατική εταιρεία φυσικού αερίου.

Ο Πάβελ Σερεμέτ ήταν απλά ένας ακόμη ενοχλητικός δημοσιογράφος που έπρεπε να βγει από την μέση.

Ο Πάβελ Σερεμέτ είναι ένας ακόμη σταυρός στον μακρύ δρόμο με τα μνήματα των δημοσιογράφων που έπεσαν την ώρα του καθήκοντος στις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ, όπου η άσκηση του δημοσιογραφικού λειτουργήματος ισοδυναμεί με θανατική καταδίκη.

Άνθρωποι που τον γνώριζαν προσωπικά και είχαν δουλέψει μαζί του, μου είπαν πως ήταν ένας γελαστός, χαρούμενος άνθρωπος, ένας δημοσιογράφος με επιμονή και υπομονή, ένας αδέκαστος και έντιμος άνθρωπος. Μόνο καλά λόγια είχαν να πουν εκείνοι με τους οποίους δούλεψε ο Πάβελ Σερεμέτ, υπογραμμίζοντας πάντα ότι ως δημοσιογράφος ποτέ δεν επέλεγε τον εύκολο και ακίνδυνο δρόμο της συνδιαλλαγής με την εξουσία, πράγμα που τον οδήγησε σε μεγάλες περιπέτειες, διώξεις και τελικά στο θάνατο.

Ο Πάβελ Σερεμέτ γεννήθηκε στις 28 Νοεμβρίου 1971 στο Μινσκ, πρωτεύουσα της Λευκορωσίας. Ήταν απόφοιτος της Σχολής Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων του Κρατικού Πανεπιστημίου της Λευκορωσίας.

Μέχρι το 1992 εργάστηκε στο τμήμα συναλλάγματος μιας τράπεζας, στη συνέχεια απασχολήθηκε ως σύμβουλος οικονομικών προγραμμάτων και παρουσιαστής εβδομαδιαίας τηλεοπτικής εκπομπής στην τηλεόραση της πατρίδας του.

Το 1996 ανέλαβε τη θέση του διευθυντή σύνταξης της μεγαλύτερης οικονομικής εφημερίδας της Λευκορωσίας, ενώ τη διετία 1996 – 1998 ήταν ο διευθυντής του γραφείου ανταποκριτών της Ρωσικής Κοινωνικής Τηλεόρασης (ΟΡΤ), η οποία σήμερα έχει μετονομαστεί σε Πρώτο Κανάλι.

Την 7η Ιουνίου 1997 ακυρώθηκε η διαπίστευσή του ως δημοσιογράφου, κατ’ απαίτηση του προέδρου της Λευκορωσίας Αλεξάντρ Λουκασένκο, «για διαστρέβλωση των ειδήσεων», σχετικά με τα γεγονότα που είχαν συγκλονίσει τότε τη χώρα. Λίγες ημέρες αργότερα, στις 26 Ιουλίου συνελήφθη με την κατηγορία της παράνομης διέλευσης των συνόρων με τη Λιθουανία, δωροληψίας από ξένες μυστικές υπηρεσίες και παράνομης άσκησης του δημοσιογραφικού επαγγέλματος. Στις 28 Ιανουαρίου 1998 καταδικάστηκε σε δύο χρόνια φυλάκιση με αναστολή.

Το 1998 ήταν ειδικός ανταποκριτής του δελτίου ειδήσεων και της εκπομπής Εποχή του τηλεοπτικού σταθμού ΟΡΤ. Το 1999 ήταν ο αρχισυντάκτης του δικτύου Ρώσων και ξένων ανταποκριτών του ΟΡΤ, ενώ για ένα εξάμηνο ήταν και ο παρουσιαστής της πολιτικής εκπομπής Εποχή.

Το 1999 μηνύθηκε  από τον γενικό εισαγγελέα της Ρωσίας, Γιούρι Σκουράτοφ, για προσβολή της προσωπικότητας και της τιμής του, όταν αποκάλυψε ότι ο εν λόγω αξιωματούχος διαθέτει κατοικία στην περιοχή του Ορλόφ που δεν είχε δηλώσει.

Τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο του 2000 ήταν ο παρουσιαστής της εβδομαδιαίας εκπομπής που έφερε το όνομά του στον τηλεοπτικό σταθμό ΟΡΤ. Από το 2000 μέχρι το 2008 ήταν ο επικεφαλής του τμήματος ειδικών προγραμμάτων του Πρώτου Καναλιού της ρωσικής τηλεόρασης, με ευθύνη την παραγωγή ντοκιμαντέρ και προγραμμάτων ερευνητικής δημοσιογραφίας.

Το 2009 – 2011 ήταν διευθυντής του τμήματος πολιτικής και κοινωνίας του περιοδικού Ογκονιόκ. Το 2010 του αφαιρέθηκε η υπηκοότητα της Λευκορωσίας, με το πρόσχημα ότι ήταν πολίτης της Ρωσίας. Το 2011 παρουσίαζε την εκπομπή Ποινή στη ρωσική τηλεόραση, ενώ το 2013 και 2014 την εκπομπή Έχεις δίκιο; Ναι!

Το 2011 μετακόμισε στην Ουκρανία. Το 2014 ανέλαβε καθήκοντα εκτελεστικού διευθυντή του ειδησεογραφικού πρακτορείου UkrainskayaPravda, ιδρυτής του οποίου είναι η Αλιόνα Πριτούλα, μετέπειτα σύζυγός του, ο συνεταίρος της οποίας,  Γκεόρκι Γκονγκάτζε, είχε δολοφονηθεί στις 17 Σεπτεμβρίου 2000. Το 2015, ο Πάβελ Σερεμέτ ξεκινάει τη δική του εκπομπή στην ουκρανική τηλεόραση με τίτλο Διάλογοι, ενώ παράλληλα διατηρεί δική του εκπομπή στο ουκρανικό ραδιόφωνο με τίτλο Ειδήσεις.

Ο Πάβελ Σερεμέτ είχε τιμηθεί με το βραβείο της Διεθνούς Επιτροπής Υπεράσπισης των Δημοσιογράφων και με το βραβείο του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Δημοκρατία στην Ευρώπη. Είχε γράψει τα βιβλία Τυχαίος πρόεδρος, Τα μυστικά της Πετρούπολης του Βλαντίμιρ Γιάκοβλεφ, Σαακασβίλι – Γεωργία. Τα πεθαμένα όνειρα.

Σύμφωνα με τη Διεθνή Επιτροπή Υπεράσπισης Δημοσιογράφων που εδρεύει στις ΗΠΑ, τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, στις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ, έχουν δολοφονηθεί 46 δημοσιογράφοι. Στη Ρωσία, από το 2000 και μετά, έχουν χάσει τη ζωή τους, ως αποτέλεσμα βίαιων ενεργειών, 13 δημοσιογράφοι. Το αξιοσημείωτο είναι ότι καμία από τις δολοφονίες αυτές δεν έχει εξιχνιαστεί μέχρι σήμερα, ούτε φυσικά οι ηθικοί και φυσικοί αυτουργοί έχουν παραπεμφθεί στη δικαιοσύνη. Συνολικά, από το 1991 και μετά 237 δημοσιογράφοι δολοφονήθηκαν στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.

Πηγή: http://booksjournal.gr/slideshow/item/2230-πάβελ-σερεμέτ-ήταν-ένας-ακόμα-ενοχλητικός-δημοσιογράφος

φωτό: By Okras (Own work) [CC BY-SA 4.0 (http://creativecommons.org/licenses/by-sa/4.0)], via Wikimedia Commons