Τον Δεκέμβριο του 2015, ένα βράδυ που χιόνιζε, στο μικρό ιταλικό εστιατόριο που βρίσκεται πίσω από το Ινστιτούτο Παγκόσμιας Λογοτεχνίας «Μ. Γκόρκι» στο κέντρο της Μόσχας, τύχη αγαθή έφερε έτσι τα πράγματα που γνώρισα τον Αλεξάντρ Τιάνγκι – Ριάντο, γνωστό φωτογράφο της Ρωσίας και τη σύζυγό του Τατιάνα Σερμπινά, ποιήτρια.

14962464_1138095036311235_809400103_nΜε κόκκινο κρασί ξεκίνησε η συζήτησή μας στο εστιατόριο και τελείωσε αργά τη νύχτα με τσάι στην κουζίνα του σπιτιού τους. Άνθρωποι που αγαπούν την Ελλάδα, την έχουν πολυταξιδέψει, φωτογραφίσει και υμνήσει μέσα από το ποιητικό έργο της Τατιάνας, οι δύο Ρώσοι, φιλόξενοι και κοσμοπολίτες, έκαναν τα πάντα για να νιώσω άνετα. Έκτοτε συναντηθήκαμε πολλές φορές στη ρωσική πρωτεύουσα, ανταλλάξαμε απόψεις, γνώσεις και… βιβλία. Σε μια από τις συναντήσεις αυτές είχα με τον Αλεξάντρ την παρακάτω συζήτηση γύρω από τα ζητήματα της φωτογραφίας στις μέρες μας.

 Φέτος γιορτάσατε τα 60α σας γενέθλια. Τα μισά και πλέον από αυτά εργάζεστε ως επαγγελματίας φωτογράφος. Θα μπορούσαμε με μια φράση να διατυπώσετε την ουσία και το περιεχόμενο αυτής της δραστηριότητάς σας;

«Φωτογραφία – τρόπος ζωής – φωτογραφία»- αυτή τη φράση επέλεξα ως τίτλο της τρίτομης έκδοσης, η οποία κυκλοφόρησε με αφορμή την φετινή μου επέτειο. Η φράση, εκ πρώτης όψεως είναι ταυτολογία, έχει όμως διττό νόημα: πρώτον, η φωτογραφία αντικατοπτρίζει τη ζωή και ως εκ τούτου είναι τρόπος ζωής, ενώ όταν με ρωτούν τι σημαίνει για μένα η φωτογραφία, πάντα απαντώ πως είναι ο δικός μου τρόπος ζωής.

 Σπουδάσατε στο Αεροπορικό Ινστιτούτο της Μόσχας. Πώς βρεθήκατε στη φωτογραφία;

Στο Αεροπορικό Ινστιτούτο Μόσχας έζησα μια χαρούμενη φοιτητική ζωή. Ασχολήθηκα με τον αλπινισμό, ανέβηκα σε βουνά, σε βραχώδεις πλαγιές, ταξίδεψα με σκι, με κανό, με ιστιοπλοϊκά, πήγα στη θάλασσα του Αζόφ, στον Καύκασο, στα Καρπάθια όρη, συμμετείχα σε θερινές μπριγράδες εργασίας με όλο τον ρομαντισμό τους. Ταξίδεψα σχεδόν σε όλη την Ρωσία. Ταυτόχρονα φωτογράφιζα. Στη συνέχεια, μετά την αποφοίτησή μου από το Ινστιτούτο, βρέθηκα να δουλεύω σε ένα απόρρητο σχεδιαστικό γραφείο. Από τις οκτώ το πρωί μέχρι τις πέντε το απόγευμα. Κάθε μέρα. Θαρρείς και πήδηξα από κάποιο εν κινήσει τραίνο σε κάποια στάση. Τι να κάνω; Κατάλαβα πως δεν θα αντέξω για πολύ αυτόν τον τρόπο ζωής κι άρχισα να ασχολούμαι με τη φωτογραφία, στοχάστηκα τη ζωή μου, όπως λένε οι μαθηματικοί με την αντίστροφη μέθοδο.

14997208_1138094799644592_1836545703_n

Στα παιδικά μου χρόνια αρχικά και μετά στα χρόνια που σπούδαζα στο Ινστιτούτο με γοήτευε ο κινηματογράφος. Αποφάσισα να δοκιμάσω εκεί την τύχη μου. Κατέθεσα αίτηση στο Πανενωσιακό Κρατικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου. Μου έστειλαν ερωτηματολόγια. Έπρεπε να επιλέξω σχολή. Δεν ήθελα να πάω στη σχολή Υποκριτικής, ήταν πολύ κλειστός και σεμνός. Δεν μπορούσα να γράψω, άρα η σχολή Σεναρίου, Σκηνοθεσίας και Κριτικής απορρίφτηκαν. Απέμενε μόνο της Εικονοληψίας. Για να σε κάνουν όμως δεκτό έπρεπε να στείλεις 20 φωτογραφίες σου. Αποφάσισα λοιπόν να ασχοληθώ με τη φωτογραφία. Από τη στιγμή που το αποφάσισα, ρίχτηκα με τα μούτρα στη δουλειά. Άρχισα από τη Λέσχη Φωτογραφίας «Πράβντα», μετά παρακολούθησα σεμινάρια φωτορεπορτάζ στην Ένωση Δημοσιογράφων της ΕΣΣΔ. Στη συνέχεια η φωτογραφία με απορρόφησε τόσο πολύ που δεν πήγα να σπουδάσω στο Κινηματογραφικό Ινστιτούτο, αλλά στη Σχολή Δημοσιογραφίας του Πανεπιστημίου «Λομονόσοφ» της Μόσχας». Κατά τη διάρκεια των σπουδών μου στο πανεπιστήμιο, άρχισα να εργάζομαι στην εφημερίδα «Επιστημονικο-τεχνική πρόοδος: προβλήματα και λύσεις». Έτσι έγινα επαγγελματίας φωτογραφός.

Ποια είναι η βασική αρχή της φωτογραφικής σας δημιουργίας;

Η πρώτη και βασική, για μένα, αρχή γέννησης της φωτογραφίας είναι η Αγάπη. Η αγάπη, κατά τη γνώμη μου, θα πρέπει να βρίσκεται στα θεμέλια κάθε δημιουργικής δραστηριότητας. Κάθε πράγμα, ακόμη και το πιο έξυπνο, το πιο φωτεινό, το πιο ηχηρό, αν γίνει χωρίς αγάπη, χάνει κάθε νόημα για την ανθρωπότητα. Είτε φωτογραφίζεις ένα πορτραίτο, είτε μια πόλη, θα πρέπει τουλάχιστον κατά τη διάρκεια των λήψεων να αγαπήσεις το αντικείμενο και μόνο τότε θα γεννηθεί μια καλή φωτογραφία.

Φωτογραφίζατε στην εποχή της ΕΣΣΔ αλλά και μετά τη διάλυσή της. Σας θεωρούν χρονικογράφο της εποχή μας. Πώς αντιμετωπίζετε αυτό τον χαρακτηρισμό;

Τον θεωρώ υπερβολικό. Χρονικογράφος της εποχής μπορεί να είναι κάποιος που μπορεί να εξάγει γενικά συμπεράσματα, εξαντλητικά και αντικειμενικά. Εγώ δεν είμαι έτσι. Οι φωτογραφίες μου έχουν προσωπικά χαρακτήρα, είναι ένα μικρό θραύσμα της εποχής μας και μάλιστα δεν ξέρω αν την αποτυπώνουν έντονα ή κάπως αλλιώς.

Ήσασταν παρών και φωτογραφίσατε τα πιο ενδιαφέροντα γεγονότα στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Πώς νιώθει ο άνθρωπος που συμμετέχει στην ιστορία και ταυτόχρονα τη φωτογραφίζει;

Ο φωτογράφος, συμμετέχοντας σε ο,τιδήποτε, συνήθως ενοχλεί τους παριστάμενους και η συνειδητοποίηση της σημασίας της δουλειάς του έρχεται πολύ αργότερα, συνήθως μετά από πολλά χρόνια και αυτό αν οι φωτογραφίες του αξίζουν κάτι και μπορούν να περιμένουν τη στιγμή της αναγνώρισής τους. Όταν φωτογραφίζεις, δεν σκέφτεσαι την ιστορία, τη σημασία ή τον κίνδυνο, πολλώ δε μάλλον τη δόξα ή τα χρήματα. Το μόνο που σκέφτεσαι είναι η φωτογραφία και για να είμαι ακριβέστερος δεν σκέφτεσαι ούτε καν αυτή, μα τη νιώθεις. Και φωτογραφίζεις… όλα τα υπόλοιπα τα σκέφτεσαι μετά.

Αν σας ζητούσα να επιλέξετε μία μόνο φωτογραφία που συνοψίζει όλη σας τη ζωή, ποια θα ήταν αυτή;

Είναι πολύ εύκολο να απαντήσω σ’ αυτήν σας την ερώτηση, αφού για πολλά χρόνια την σκεφτόμουν, κατά τη διάρκεια προετοιμασίας της έκδοσης του τρίτομου λευκώματος. Μετά από πολλές σκέψεις και συζητήσεις, επέλεξα για το εξώφυλλο αυτής της έκδοσης των έργων μου μια φωτογραφία με έναν μοναχικό άνθρωπο που περιπλανιέται στον πλανήτη μας, αφήνοντας πίσω του ένα μικρό ίχνος. Για μένα είναι η μορφή του καλλιτέχνη, και του φωτογράφου θα πρόσθετα, ο οποίος ακολουθεί το δρόμο του και παραμένει άγνωστο που οδηγούν τα ίχνη του στη γη ή αν μετά από μια στιγμή θα σβηστούν από τα κύματα του χρόνου. Ανεξάρτητα όμως από όλα αυτά, ο άνθρωπος πρέπει να προχωράει μπροστά. Εικάζω πως αυτό είναι το σύμβολο ολάκερης της ζωής του φωτογράφου.

Ποιος πολιτικός χαράχθηκε στη μνήμη σας και γιατί;

Ποτέ δεν μου άρεσε ιδιαίτερα να συναναστρέφομαι και να φωτογραφίζω πολιτικούς, γιατί είναι σχεδόν αδύνατο να δεις τον πραγματικό άνθρωπο μέσα τους. Πάντα μου άρεσε πιο πολύ να φωτογραφίζω ανθρώπους της δημιουργίας: συγγραφείς, επιστήμονες, σκηνοθέτες, πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα να διαμορφωθούν με την πάροδο του χρόνου διάφοροι μεγάλοι φωτογραφικοί κύκλοι όπως ο Homoscripus για τους συγγραφείς, ο Поэзия.РУ για τους ποιητές, ο «Δημιουργοί επιστήμης» για τους επιστήμονες, ο «Αδέλφια με την κάμερα στο χέρι» για τους συναδέλφους μου φωτογράφους και άλλοι.

14997236_1138094709644601_115352616_n

Παρόλο που έτυχε να φωτογραφίσω πολιτικούς, όταν εργαζόμουν στην εφημερίδα «Ιζβέστια», για ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα ήμουν διαπιστευμένος στο Κρεμλίνο. Πιο πολύ απ’ όλους θυμάμαι τον Γιέλτσιν. Ήταν η πιο σύντομη φωτογράφιση που έκανα στη ζωή μου. Μου είχε διαθέσει μόνο ένα λεπτό. Το μόνο που πρόλαβα να κάνω ήταν μία πετυχημένη φωτογραφία, η οποία δημοσιεύτηκε κατ’ επανάληψη στη συνέχεια και την οποία συμπεριέλαβα στην μεγάλη επετειακή έκθεση των έργων μου, η οποία ταξιδεύει στη Ρωσία. Έγινε ήδη στην Μόσχα, το Ούγκλιτς, το Ιβάνοβο, το Σουέ και ελπίζω να φτάσει και μέχρι την Ελλάδα.

Πώς θα περιγράφατε τη μετάβαση από την «κατά παραγγελία» φωτογραφία στην ελεύθερη επιλογή;

Εγώ προσωπικά δεν βίωσα τέτοιου είδους μετάβαση. Ήμουν πάντα ελεύθερος στο δημιουργικό μου έργο. Πάντα φωτογράφιζα ό,τι ήθελα, είτε εργαζόμενος κατά παραγγελία είτε απλά περιπλανώμενος με την φωτογραφική μηχανή στο χέρι στις μοσχοβίτικες λεωφόρους. Αρχής γενομένης από τις αποστολές των σοβιετικών εφημερίδων και τελειώνοντας στις κατά παραγγελία φωτογραφίσεις για λευκώματα μεγάλων εταιρειών, μετά την παράδοση του έργου, στο δημιουργικό μου πορτοφόλιο απέμεναν πολλές φωτογραφίες, για τις οποίες είμαι υπερήφανος και μετά χαράς θα τις περιλάμβανα σε κάποια από τις εκθέσεις μου. Ταξιδεύοντας στη σοβιετική εποχή σε όλη τη χώρα, άρχισα να φωτογραφίζω τον κύκλο «Ο Λένιν είναι μαζί μας;» χωρίς να έχω την παραμικρή ελπίδα ότι κάποτε θα δουν το φως της δημοσιότητας αυτές οι φωτογραφίες. Μόνο μετά την Περεστρόικα αυτές οι φωτογραφίες γνώρισαν μεγάλη επιτυχία με τις πολλαπλές τους δημοσιεύσεις, ενώ διοργάνωσα και αρκετές εκθέσεις. Από το τελευταίο, κατά παραγγελία έργο μου για μια μεγάλη μεταλλουργική εταιρεία, βγήκε ένα πολύ ενδιαφέρον και όμορφο κεφάλαιο της τρίτομης μονογραφίας μου με τον ποιητικό τίτλο «Όψεις νικελίου».

Ασπρόμαυρη ή έγχρωμη φωτογραφία και γιατί;

Δεν μπορώ να απορρίψω πλήρως ούτε τη μία ούτε την άλλη. Απλά γνωρίζω πολύ καλά πως είναι δύο διαφορετικά είδη δημιουργίας, ως προς τη γλώσσα, τη δυναμική, το περιεχόμενο. Για το λόγο αυτό είναι αδύνατο να ασχολείσαι και με τα δύο είδη ταυτόχρονα, είναι σχιζοφρενικό. Έτσι, για πολλά χρόνια φωτογράφιζα με ασπρόμαυρα φιλμ και στην έγχρωμη φωτογραφία πέρασα πολύ πρόσφατα. Τα τελευταία έξι, επτά χρόνια φωτογραφίζω έγχρωμα μόνο και σήμερα θεωρώ πως έχει πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον για μένα το τι θα συμβεί μετά, δεν ξέρω, μπορεί μετά από κάποιο διάστημα να επιστρέψω στην ασπρόμαυρη. Αναφορικά με τη φωτογραφία που υπάρχει στο πορτοφόλιό μου δεν ξέρω ποιες αγαπώ πιο πολύ. Είναι αδύνατο να τις διαχωρίσω. Και οι μεν και οι δε είναι παιδιά μου.

Ποιες ήταν οι πιο δύσκολες στιγμές σας ως φωτογράφου;

Οι πιο δύσκολες στιγμές της ζωής ήταν τότε που για τον ένα ή τον άλλο λόγο δεν μπορούσα να ασχοληθώ με τη φωτογραφία και η ζωή έχανε κάθε νόημα. Κατά τη διάρκεια της ζωής μου είχα πολλές φωτογραφίσεις, δύσκολες, επικίνδυνες, νευρικές και απέλπιδες. Οι άσχημες στιγμές όμως λησμονιούνται πιο γρήγορα απ’ ό,τι οι ευχάριστες, οι ευτυχισμένες, οι εμπνευσμένες στιγμές. Τέτοιες στιγμές μου χάρισε πάρα πολλές η φωτογραφία.

Τι νόημα έχει στις μέρες μας να λέει κανείς ότι η φωτογραφία μπορεί να αλλάξει τον κόσμο;

Πολύ αμφιβάλω αν μπορούμε να πούμε ότι μια συγκεκριμένη φωτογραφία μπορεί να αλλάξει σε κάποιο σημείο δραματικά την κατάσταση στον περίπλοκο κόσμο μας. Η φωτογραφία όμως ως τέχνη, ως είδος της ανθρώπινης δραστηριότητας, φυσικά και μπορεί. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να πω ότι η Φωτογραφία και το Κάλλος για μένα είναι έννοιες ταυτόσημες και θα συμφωνήσω με τον Ντοστογιέφκι όταν λέει «Η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο». Αν και το τελευταίο διάστημα πολλοί φωτογράφοι και καλλιτέχνες δημιουργούν τα έργα τους, βασισμένοι σε άλλες αρχές. Πιθανόν ο κόσμος να μην χρειάζεται σωτηρία και αλλαγή κυριολεκτικά. Γιατί όμως να φωτογραφίζεις αν δεν πιστεύεις σε αυτό και το κάνεις μόνο για να κερδίζεις χρήματα; Γι’ αυτό υπάρχουν, νομίζω, πολύ πιο αποτελεσματικοί τρόποι. Κι εφόσον μιλούμε για την ομορφιά θα ήθελα να παραθέσω τα λόγια ενός μεγάλου ανθρώπου. Κάποια στιγμή διάβασα στον Τσάρλι Τσάπλιν κάποιες λέξεις, τις οποίες και έβαλα ως επίγραμμα στον τρίτο τόμο του λευκώματός μου που είναι αφιερωμένος στην έγχρωμη φωτογραφία: «Η ομορφιά είναι το κυριότερο στη ζωή. Αν την βρείτε, έχετε βρει τα πάντα».

Ποιο ρόλο διαδραμάτισε στο έργο σας η πόλη και η επονομαζόμενη street photography;

Όταν άρχισα να φωτογραφίζω δεν υπήρχε η έννοια της street photography εν γένει. Τότε την αποκαλούσαμε «καλλιτεχνική φωτογραφία» και εκτός από το αγαπημένο μου είδος που είναι το πορτραίτο, αφιέρωσα πολύ χρόνο σε αυτό ειδικά το είδος της φωτογραφίας. Η πρώτη μου έκθεση μάλιστα είχε τίτλο «Εγώ με το δαχτυλίδι των λεωφόρων την Μόσχα αρραβωνιάστηκα…», τα έργα της οποίας γεννήθηκαν κατά τις περιπλανήσεις μου στις μοσχοβίτικες λεωφόρους και ήταν φυσικά έκθεση street photography, η οποία όμως, θα ήθελα να σημειώσω κατά τη δεκαετία του 1980 ήταν πολύ διαφορετική από τη σημερινή. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μου, ασχολήθηκα με διάφορα και διαφορετικά είδη φωτογραφίας, αλλά παρόλα αυτά επέστρεφα διαρκώς στην street photography. Μου αρέσει πολύ αυτό το είδος, η αμεσότητα και ο στοχασμός της. Η δουλειά στο δρόμο δίνει πάντα την χαρά των αναπάντεχων συναντήσεων και των ανακαλύψεων. Αυτό δεν ισχύει μόνο για τις μακρινές πόλεις και χώρες, αλλά και για την αγαπημένη μου Μόσχα, την οποία έχω άπειρες φορές διασχίσει οριζοντίως και καθέτως. Τα τελευταία χρόνια ταξιδεύω πολύ, επομένως ασχολούμαι πολύ με την ταξιδιωτική φωτογραφία, αλλά και τότε το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου μου είναι αφιερωμένο στην street photography. Για την ιωβηλαία έκδοση των έργων μου, ολοκλήρωσα ένα κύκλο που κράτησε δέκα χρόνια, με τον τίτλο «50 πόλεις» στον οποίο περιέλαβα φωτογραφίες από τις αγαπημένες μου πόλεις, τις οποίες είχα επισκεφτεί. Τις επέλεξα από τριακόσιες περίπου πόλεις. Ανάμεσα τους, βέβαια, είναι και μερικές ελληνικές πόλεις.

Πώς αντιμετωπίζετε τον κινηματογράφο μυθοπλασίας και πως τον κινηματογράφο τεκμηρίωσης;

Ο κινηματογράφος είναι ο έρωτας της ζωής μου. Δεν ξέρω αν ο κινηματογράφος είναι «η σημαντικότερη» των τεχνών, όπως έλεγε ο Λένιν, για τους φωτογράφους όμως είναι! Για οποιονδήποτε φωτογράφο ο κινηματογράφος είναι μια ανεξάντλητη πηγή εμπειρίας και έμπνευσης. Εκτός από αυτό όλη μου η ζωή συνδέεται στενά με τον κινηματογράφο: από τον «Μπαλαγκάν»(έτσι αποκαλούσε ο κόσμος τον θερινό κινηματογράφο στην Σούε, όπου είδα την πρώτη μου ταινία) και μέχρι τις Κάννες (και τις υπόλοιπες Μέκκες του κινηματογράφου, όπου έτυχε να φωτογραφίσω). Όπως ανέφερα ήδη άρχισα να ασχολούμαι με την φωτογραφία χάρη στον κινηματογράφο.

14971856_1138094832977922_171072879_n

Έχω πολλούς φίλους και γνωστούς ανάμεσα στους κινηματογραφιστές, εργάστηκα ως διευθυντής φωτογραφίας σε αρκετές ταινίες, φωτογράφιζα πολύ μέσα σε κινηματογραφικά στούντιο αλλά και φεστιβάλ. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργήσω ένα μεγάλο φωτογραφικό κύκλο για τους ανθρώπους του κινηματογράφου, με τίτλο «Κινηματογράφος, η ζωή μου…». Ο κύκλος αυτός δημοσιεύτηκε ως ξεχωριστό κεφάλαιο στο τρίτομο λεύκωμα που σας ανέφερα πιο πάνω και για πρώτη φορά εκτέθηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Μόσχας. Στην έκθεση αυτή περιέλαβα περισσότερα από εξήντα πορτραίτα θρύλων του Ρωσικού και του παγκόσμιου κινηματογράφου όπως ο Αλεξέι Γκέρμαν, ο Αλεξάντρ Σοκούροφ, ο Σεργκέι Μπονταρτσούκ, ο Νικήτα Μιχαλκόφ, ο Σεργκέι Μποντρόφ, η Μαργαρίτα Τερέχοβα, ο Ολέγκ γιανκόφσκι, ο Γκρέγκορι Πεκ, ο Ρόμπερτ ντε Νίρο, ο Πιέρ Ρισάρ, η Μαρίνα Βαλτνί, η Αννύ Ζιραντό, ο ΖανΛιουκ Γκοντάρ, ο Τίντο Μπρας, ο Φρανσουά Οζόν και άλλοι. Απλά μου αρέσει να πηγαίνω στο σινεμά και να βλέπω μια καλή ταινία, ρωσική, γαλλική, αμερικανική ή ελληνική. Πρόσφατα είδα την ελληνική ταινία «Αστακός».

Αρκετές φορές αναφερθήκατε στο τρίτομο λεύκωμα με τις φωτογραφίες σας. Μιλήστε μας αναλυτικότερα για αυτή την έκδοση, με βάση ποιο κριτήριο επιλέξατε τις φωτογραφίες;

Όντως αναφέρθηκα ήδη αρκετές φορές στην έκδοση αυτή. Βλέπετε, θα μπορούσα να πω πως το βιβλίο αυτό είναι η ζωή μου ως φωτογράφος, σε αυτή την έκδοση περιέλαβα τις πιο σημαντικές μου δουλειές, από όσες έκανα μέχρι σήμερα. Είκοσι οκτώ κεφάλαια είναι χωρισμένα σε τρεις τόμους. Κάθε κεφάλαιο έχει τη δική του εισαγωγή την οποία έγραψαν συγγραφείς, επιστήμονες, φιλόσοφοι, κινηματογραφιστές, θεατρικοί και κινηματογραφικοί κριτικοί, συνάδελφοι μου δημοσιογράφοι. Με την ευκαιρία θα ήθελα να σας πω πως την εισαγωγή για το κεφάλαιο που αναφέρεται στην Ελλάδα (ναι υπάρχει τέτοιο) την έγραψε η σύζυγός μου, γνωστή Ρωσίδα ποιήτρια, συγγραφέας και δοκιμιογράφος, η Τατιάνα Σερμπινά, με την οποία έχουμε πραγματοποιήσει πολλά ταξίδια σε αυτή την εκπληκτική χώρα. Οι πρώτοι δύο τόμοι περιλαμβάνουν τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες μου, ο ένας τόμος είναι αφιερωμένος στην καλλιτεχνική φωτογραφία και ο άλλος στα πορτραίτα. Ο τρίτος τόμος περιλαμβάνει στις αναζητήσεις των τελευταίων χρόνων στην έγχρωμη φωτογραφία. Από τις χιλιάδες φωτογραφίες που σκάναρα και τις οποίες τράβηξα όλα αυτά τα χρόνια, επιλέχθηκαν και τυπώθηκαν σε μικρό μέγεθος περίπου τρεις χιλιάδες φωτογραφίες και στη συνέχεια από κοινού με τον γραφίστα, τον ιστορικό της τέχνης και τον εκδότη κάναμε την οριστική επιλογή. Στην έκδοση περιλαμβάνονται περίπου εξακόσιες φωτογραφίες, από την πρώτη που τράβηξα το 1979 μέχρι τις τελευταίες που τράβηξα το 2015. Τον πρόλογο της έκδοσης έγραψε μία από τις καλύτερους ιστορικούς της Τέχνης στη Ρωσία, η Βικτωρία Μουσβίκ. Όλη την προηγούμενη χρονιά την είχα αφιερώσει στην προετοιμασία αυτής της έκδοσης.

Ποιες είναι σήμερα οι τάσεις εξέλιξης της φωτογραφίας διεθνώς;

Για πολλά χρόνια ένα σημαντικό τμήμα της φωτογραφίας διεθνώς ήταν το επαγγελματικό φωτορεπορτάζ. Θα έλεγα πως η φωτογραφία περιστρεφόταν στο χώρο της έντυπης δημοσιογραφίας: εφημερίδες, περιοδικά, βιβλία. Σήμερα, ο Τύπος υποχωρεί και στη θέση του έρχονται οι ηλεκτρονικές εκδόσεις και ως γνωστό στο διαδίκτυο το μεγαλύτερο μέρος του περιεχομένου ανήκει στην ερασιτεχνική ή την δωρεάν φωτογραφία. Στην τομή ανάμεσα στη διαφημιστική και την δημοσιογραφική φωτογραφία, γεννήθηκε και άρχισε να αναπτύσσεται γοργά η δημοσιοσχετίστικη φωτογραφία. Στον τομέα αυτό συνωστίζονται επαγγελματίες φωτογράφοι, προερχόμενοι τόσο από τη διαφημιστική όσο και από τη δημοσιογραφική. Οι επαγγελματίες από το χώρο της δημοσιογραφίας φεύγουν καθώς κλείνουν μαζικά οι έντυπες εκδόσεις και μετατρέπονται σε ηλεκτρονικές, όπου η ζήτηση για ενημερωτική φωτογραφία είναι πολύ μικρότερη. Εκτός από αυτό όμως, το μπέρδεμα της ενημερωτικής φωτοδημοσιογραφίας από την μία πλευρά με την τηλεόραση και από την άλλη με την λαϊκή δημοσιογραφία, μέχρι τη φωτογραφία από κινητά τηλέφωνα και ερασιτεχνικές κάμερες, η ποιότητα των οποίων ικανοποιεί απόλυτα τις σημερινές εκδόσεις, μειώνει δραματικά τη ζήτηση για υψηλού επαγγελματικού επιπέδου φωτογραφίες. Απεναντίας, η ζήτηση για ποιητική φωτογράφιση στον κλάδο των δημοσίων σχέσεων αυξάνει καθημερινά. Αυξάνει και ο αριθμός της εταιρικής και κλαδικής τυπογραφικής παραγωγής: λευκώματα, περιοδικά, προσπέκτους, κατάλογοι, αφίσες. Πολύ μεγάλη είναι η ζήτηση στη διακοσμητική φωτογραφία. Είναι δύσκολο να εκτιμηθεί ο ρόλος της φωτογραφίας και στις βιντεοπαρουσιάσεις, χωρίς τις οποίες δεν γίνεται τίποτα σήμερα, ούτε ένα σεμινάριο, συνέδριο ή απλή παρουσίαση κάποιου σχεδίου σε οποιοδήποτε επίπεδο. Πολύ συχνά η επαγγελματική φωτογραφία στην παρουσίαση μπορεί να υποκαταστήσει εκατοντάδες λέξεις και έτσι να κάνει την παρουσίαση πολύ πιο λακωνική και κατανοητή.

Υπάρχει όμως ακόμη και η καλλιτεχνική φωτογραφία. Ποια είναι η κατάσταση σε αυτόν τον τομέα σήμερα;

Η καλλιτεχνική φωτογραφία σήμερα αναπτύσσεται και αυτή με γοργούς ρυθμούς. Αυξάνονται τα ποιοτικά της χαρακτηριστικά αλλά και η σημασία της στην αγορά της τέχνης. Οι επαγγελματίες δημοσιογράφοι μετακινούνται προς αυτό το τμήμα της αγοράς, αλλά θα πρέπει στο σημείο αυτό να μην θεωρήσουμε πως πρόκειται για μαζική μετακίνηση. Μεμονωμένοι φωτορεπόρτερ κάνουν αυτό το βήμα. Συμπερασματικά, μπορούμε εν συντομία να πούμε ότι το κέντρο βάρους της σύγχρονης φωτογραφία μετακινείται από την φωτοδημοσιογραφία προς την πλευρά της φωτογραφίας των δημοσίων σχέσεων και της καλλιτεχνικής φωτογραφίας.

Σήμερα, με την ανάπτυξη της τεχνολογίας, με την εμφάνιση των smart phones και των άλλων συσκευών, προκύπτει μοιραία το ερώτημα: χρειάζεται, γενικά, η φωτοδημοσιογραφία;

Είναι πολύ πρόωρο να μιλάμε για το θάνατο της φωτοδημοσιογραφίας. Δεν πιστεύω, φυσικά, ότι θα πεθάνει ποτέ, θα αλλάξει όμως πολύ. Ακόμη και σήμερα η χρήση από τα διεθνή πρακτορεία φωτογραφιών που έχουν τραβηχτεί από τηλέφωνα ή άλλες συσκευές, από απλούς, καθημερινούς ανθρώπους, οι οποίοι τυχαία βρέθηκαν στο κατάλληλο μέρος την κατάλληλη στιγμή, αγγίζει πλέον το 50%. Η επαγγελματική φωτοδημοσιογραφία υποχωρεί πολύ, πράγμα όμως που δεν έρχεται σε αντίθεση με το γεγονός ότι η ποιότητα των έργων μεμονωμένων εκπροσώπων της αυξάνει και αυτές οι εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα.

Τι θα συμβεί με τους πολεμικούς φωτορεπόρτερ, όταν πλέον ο πόλεμος θα είναι έργο των ρομπότ;

Ο αριθμός των πολεμικών φωτοδημοσιογράφων από καιρό έχει αρχίσει να μειώνεται, τους έχει πιέσει πολύ η τηλεόραση, η οποία έχει μεγάλη ζήτηση στην αγορά και διαθέτει πολύ πιο αποτελεσματική οικονομική και οργανωτική δομή. Αναφορικά με τα ρομπότ του μέλλοντος, νομίζω πως πρόκειται για το πολύ μακρινό μέλλον, αν και σήμερα εκτός από τα στρατιωτικά μη επανδρωμένα σκάφη, έκαναν την εμφάνισή τους και δημοσιογραφικά. Γνωρίζω πολύ καλά ότι τέτοια σκάφη χρησιμοποιούνται στη Συρία από τηλεοπτικούς εικονολήπτες ρωσικών καναλιών. Υπάρχουν και μη επανδρωμένα σκάφη για φωτογραφικές αποστολές. Έτσι κι αλλιώς όμως χρειάζεται ο χειριστής τους, δηλαδή ουσιαστικά το επάγγελμα παραμένει απλά αλλάζει ποιοτικά χαρακτηριστικά, όπως είπα και νωρίτερα.

Ποιο θέμα δεν θα φωτογραφίζατε, σήμερα, μετά την εμπειρία τόσων χρόνων στη φωτογραφία;

Αφήσατε την πιο δύσκολη ερώτηση για επιδόρπιο! Θυμάμαι ότι υπήρξαν πολλές στιγμές που έπρεπε να παραβιάσω, με μεγάλη δυσκολία, κάποια πανανθρώπινα πλαίσια αξιοπρέπειας, προκειμένου να φωτογραφίσω κάτι. Όταν συνέβαινε αυτό, οι γύρω μου, με αντιμετώπιζαν με κατανόηση. Για το δημοσιογράφο είναι πολύ σημαντικό πάντα να έχει αίσθηση εκείνου του ηθικού ορίου, το οποίο δεν μπορεί να ξεπεράσει στη δουλειά του. Όπως είπα ήδη, ελάχιστα ασχολήθηκα με την πολιτική και την «καυτή» δημοσιογραφία, όπου αυτή η ηθική επιλογή είναι κάτι που ο δημοσιογράφος αντιμετωπίζει με ένταση και πολύ συχνά. Μάλλον στάθηκα τυχερός σε αυτό το ζήτημα και δεν μπορώ να θυμηθώ φωτογραφίες, χάριν των οποίων, πέρασα τη μεθόριο, έστω και αν δεν είμαι σίγουρος γι’ αυτό εκατό τοις εκατό. Μπορεί κάποιος τρίτος να το δει από τη σκοπιά του και να το εκτιμήσει διαφορετικά.

Στη μνήμη μου όμως έχουν αποτυπωθεί πολλές φωτογραφίες τις οποίες δεν μπόρεσα τελικά να τραβήξω και δεν πρόκειται να τις τραβήξω ποτέ: χαμένες στιγμές της ζωής, χαμένες οριστικά γωνιές της πόλης, άνθρωποι που έφυγαν από κοντά μας.

Οι καλύτερες φωτογραφίες είναι αυτές που δεν τραβήξαμε.