Ο Robert Redford θυμάται το Watergate και αναρωτιέται αν η αλήθεια θα άντεχε σήμερα.
Τον Ιούλιο του 1972, ήμουν σε ένα τρένο, σε μια τουρνέ στη Φλόριντα, για την προώθηση της ταινίας The Candidate – Ο Υποψήφιος. Μαζί μας ήταν πολλοί δημοσιογράφοι του πολιτικού και του πολιτιστικού ρεπορτάζ και τους άκουσα κάποια στιγμή να συζητούν μεταξύ τους για μια διάρρηξη στα Κεντρικά Γραφεία του Δημοκρατικού Κόμματος στο κτιριακό συγκρότημα Watergate. Το θέμα κάλυπταν δύο νεαροί δημοσιογράφοι της Washington Post, ο Bob Woodward και ο Carl Bernstein.
Είχαν στα σπάργανα την έρευνα, που, λίγο καιρό αργότερα θα γινόταν γνωστή ως σκάνδαλο Watergate, το μεγαλύτερο πολιτικό σκάνδαλο στην ιστορία της σύγχρονης Αμερικής. Ως τότε, όμως, το μόνο που ξέραμε ήταν μερικά δημοσιεύματα για κάποια διάρρηξη.
Όσο περνούσε ο καιρός παρακολουθούσα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την εξέλιξη της ιστορίας. Είχα την εντύπωση πως θα γινόταν μια πολύ ωραία ταινία: δύο σκληρά εργαζόμενοι δημοσιογράφοι αγωνίζονται να αποκαλύψουν την αλήθεια. Η αρχική ιδέα ήταν να κάνω απλώς μια ταινία για δύο δημοσιογράφους, τη σημασία της δημοσιογραφίας και της ελευθερίας του τύπου. Χρειάστηκε να περάσει αρκετός καιρός ώσπου να αποκαλυφθεί το εύρος του σκανδάλου Watergate.
Προσπάθησα να έρθω σε επαφή με τους Woodward και Bernstein. Δεν πήγε και πολύ καλά. Στην αρχή δεν δέχονταν καν τα τηλεφωνήματά μου, φοβούμενοι ότι επρόκειτο για κάποια παγίδα που τους έστηνε η διοίκηση του Νίξον. Τελικά, καταφέραμε να έρθουμε σε επαφή και συν τω χρόνω κάναμε την ιστορία τους κινηματογραφική ταινία: Όλοι οι άνθρωποι του Προέδρου
Φέτος, συμπληρώνονται 45 χρόνια από το Σκάνδαλο Watergate. Εξαιτίας του ρόλου μου στην ταινία, (σ.σ. Ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ έπαιζε το ρόλο του Woodward) πολλοί μου ζητούν να εντοπίσω ομοιότητες της εποχής εκείνης, του 1972, με το 2017. Υπάρχουν πολλές: η πιο μεγάλη ομοιότητα είναι η σημασία της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας των Μέσων Ενημέρωσης στην υπεράσπιση της Δημοκρατίας.
Όταν ο Πρόεδρος Τραμπ δηλώνει ότι βρίσκεται σε ένα διαρκή πόλεμο με τα media, αποκαλεί τους δημοσιογράφους «τους μεγαλύτερους ψεύτες στον πλανήτη» και τουιτάρει ότι οι δημοσιογράφοι είναι οι μεγαλύτεροι εχθροί του αμερικανικού λαού,
The FAKE NEWS media (failing @nytimes, @NBCNews, @ABC, @CBS, @CNN) is not my enemy, it is the enemy of the American People!
— Donald J. Trump (@realDonaldTrump) February 17, 2017
τότε το μόνο που καταφέρνει είναι να αναγάγει σε άλλα ύψη, τις ψευδείς κατηγορίες της διοίκησης Νίξον περί «άθλιας και ευτελούς δημοσιογραφίας». Υψη, πολύ πιο επικίνδυνα.
H έντιμη και ακριβής δημοσιογραφία υπερασπίζεται τη Δημοκρατία μας. Είναι ένα από τα πιο αποτελεσματικά όπλα που έχουμε για να αντιμετωπίσουμε όσους διψούν για εξουσία. Πάντα θεωρούσα ότι η ταινία «Ολοι οι άνθρωποι του Προέδρου» ήταν μια βίαιη ταινία. Μπορεί να μην είχε πυροβολισμούς αλλά οι λέξεις χρησιμοποιούνταν σαν όπλα.
Στην πραγματικότητα είχα δυσκολευτεί να κάνω τους παραγωγούς να ενδιαφερθούν για αυτή την ταινία. «Εφημερίδες, γραφομηχανές, δημοσιογράφοι. Δεν υπάρχει και πολύ δράση εδώ», μου έλεγαν. Προφανώς δεν είχα την ίδια γνώμη. Για μένα ήταν μια υπόθεση, όπου δύο δημοσιογράφοι περνούσαν δια πυρός και σιδήρου προκειμένου να φτάσουν στην αλήθεια. Και αυτή ήταν η ταινία. Στη ζωή όμως, δεν ήταν απλώς δυο άνθρωποι που αναζητούσαν την αλήθεια, αλλά μια πλειάδα ανθρώπων, με μικρότερο ή μεγαλύτερο ρόλο, όπου ο καθένας διαπραγματευόταν με τη συνείδησή του. Ο σύμβουλος του Νίξον, John Dean, η κατάθεση του οποίου άνοιξε τις ακροάσεις στο Κογκρέσο. Ο γενικός εισαγγελέας Elliot Richardson και ο Αναπληρωτής του William Ruckelshaus, που αμφότεροι, παραιτήθηκαν από τις θέσεις τους όταν ο Νίξον απαίτησε να διώξουν τον Ειδικό Κατήγορο Archibald Cox. Και πάνω από όλους, τα μέλη του Κογκρέσου, Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι.
Στην ουσία, ο Νίξον εξαναγκάστηκε σε παραίτηση επειδή στην αρμόδια επιτροπή της Γερουσίας για το σκάνδαλο, όλα τα μέλη –Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι- έκαναν σωστά τη δουλειά τους. Σήμερα, μπορεί να πει κανείς ότι η υπόθεση Watergate ήταν ένα απλό ζήτημα. Κάθε άλλο. Χρειάστηκε 26 μήνες για να ξεδιπλωθούν οι πτυχές της ιστορίας, γεγονός που απαίτησε την επίδειξη γενναιότητας και εντιμότητας από ανθρώπους σε όλο το πολιτικό φάσμα.
Το σύστημα είχε δουλέψει σωστά. Οι δικλείδες ασφαλείας που το Σύνταγμα της Χώρας είχε σχεδιαστεί να ενεργοποιεί στις πιο δύσκολες στιγμές, λειτούργησαν. Αν χρειαζόταν να λειτουργήσουν σήμερα, τι θα συνέβαινε;
Και έρχομαι στο δεύτερο ήμισυ της ερώτησης: ποιες είναι διαφορές του τότε με το σήμερα;
Η χώρα μας είναι χωρισμένη στα δύο και εμείς έχουμε μια πολύ αδύναμη αντίληψη του τι είναι αλήθεια.
Υπήρχαν εποχές όπου μια εθνική πολιτική κρίση συνένωνε τους πολιτικούς από όλες τις πλευρές, προκειμένου να ανακαλυφθεί η αλήθεια. Υπήρχαν εποχές που, Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι έβαζαν στην άκρη τις διαφορές τους για να οδηγήσουν τη χώρα μακριά από μια διεφθαρμένη, εγκληματική προεδρία.
Τώρα, η εποχή είναι διαφορετική. Αν τύχει ένα ακόμα Watergate, πώς θα πλοηγηθεί η χώρα; Το Μάιο του 1973, ο John Dean είχε πει ότι η προσπάθεια να θεωρηθεί ανυπόληπτη η μαρτυρία του, στηρίχθηκε στην κατασυκοφάντηση του ίδιου. «Σε κάθε περίπτωση, η αλήθεια πάντα νικάει».
Έχω ισχυρές αμφιβολίες για τις πιθανότητες που έχει να νικήσει, σήμερα.
*O Robert Redford είναι ηθοποιός, σκηνοθέτης, κινηματογραφικός παραγωγός και περιβαλλοντικός ακτιβιστής.