Με απόφαση του το ΣΤ’ ποινικό τμήμα του Αρείου Πάγου έκρινε ότι η καταχώριση ενός δυσφημιστικού ρεπορτάζ στο διαδίκτυο δεν στοιχειοθετεί το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμισης δια του Τύπου, αλλά το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμισης κατά τις διατάξεις του κοινού ποινικού δικαίου.

Συνεπώς, η όποια ποινική ευθύνη δεν παραγράφεται στα τρία χρόνια, όπως συμβαίνει με τα του Τύπου συκοφαντικά δημοσιεύματα, άλλα στα πέντε, όπως συμβαίνει και με την τηλεόραση.

Ειδικότερα, ο Άρειος Πάγος στην υπ΄ αριθμ. 192/2017 απόφαση του, αναφέρει ότι οι διατάξεις περί Τύπου καθορίζουν ότι “τύπος και έντυπον, επί των οποίων εφαρμόζονται οι διατάξεις του νόμου τούτου είναι πάν ότι εκ τυπογραφίας ή οιουδήποτε άλλου μηχανικού ή χημικού μέσου παράγεται εις όμοια αντίτυπα και χρησιμεύει εις πολλαπλασιασμόν ή διάδοσιν χειρογράφων, εικόνων, παραστάσεων, μετά ή άνευ σημειώσεων ή μουσικών έργων, μετά κειμένου ή επεξηγήσεων ή φωνογραφικών πλακών” και ότι “ως δημοσίευσις εντύπου θεωρείται η διανομή, πώλησις, καθώς και η εις δημόσιον μέρος ή εν δημοσία συναθροίσει ή εις μέρος προσιτόν εις το κοινόν τοιχοκόλλησις ή έκθεσις παντός εντύπου…αδίκημα του Τύπου υπάρχει όταν λάβει χώρα ή κατά την προηγούμενην παράγραφον δημοσίευσις”.

Για τον Αρειο Πάγο διαδίκτυο και τηλεόραση δεν αποτελούν τυπογραφία, ούτε θεωρούνται μηχανικά μέσα πολλαπλασιασμού χειρογράφων, συνεπώς, δεν στοιχειοθετούν αδίκημα τελούμενο δια του Τύπου».

Αφορμή για την έκδοση της απόφασης, απόφαση δικαστηρίου της Ροδόπης με την οποία συντάκτης του διαδικτύου είχε καταδικαστεί σε φυλάκιση 6 μηνών με τριετή αναστολή.

Μετά από αυτά, ο Άρειος Πάγος αναίρεσε απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ροδόπης με την οποία έπαυσε οριστικά, λόγω παραγραφής, η ασκηθείσα ποινική δίωξη σε βάρος συντάκτη ηλεκτρονικού εντύπου, κατόπιν μεταβολής της κατηγορίας σε συκοφαντική δυσφήμιση δια του Τύπου, από απλή συκοφαντική δυσφήμιση, για την οποία αυτός είχε κριθεί ένοχος και είχε καταδικαστεί σε φυλάκιση 6 μηνών με τριετή αναστολή.

Το Στ’ Τμήμα του Αρείου Πάγου ανέπεμψε την υπόθεση στο ίδιο δικαστήριο για νέα συζήτηση, συγκροτούμενο από δικαστές άλλους, εκτός από εκείνους που δίκασαν την πρώτη φορά.