Ανάμεσα στην αλήθεια και στο ψέμα, ανάμεσα στις οποιεσδήποτε αλήθειες και στα οποιαδήποτε ψέματα, υπάρχει μια γκρίζα περιοχή. Πάντοτε υπήρχε. Τα τελευταία χρόνια όμως έχει όνομα: Λέγεται post-truth. Το 2004, ο συγγραφέας και γνωστός σχολιαστής Ralph Keyes, έδωσε τον τίτλο «Η εποχή της μετα- αλήθειας: Ανεντιμότητα και εξαπάτηση στην καθημερινή ζωή» σε ένα από τα βιβλία του: «Κάποτε είχαμε την αλήθεια και το ψέμα. Τώρα έχουμε την αλήθεια, το ψέμα και κάποιες δηλώσεις που μπορεί να μην είναι αλήθεια αλλά δεν είναι δυνατόν να τις αποκαλέσουμε και ψέμα. Αυτό είναι μετα-αλήθεια. Βρίσκεται ανάμεσα στην αλήθεια και το ψέμα, ανάμεσα στην ανεντιμότητα και την τιμιότητα, ανάμεσα στη μυθοπλασία και την αναφορά σε γεγονότα. Εχει εξελιχθεί σε πάνδημο φαινόμενο. Βιογραφικά επιχειρηματιών, πολιτικών, δημοσιογράφων, δημοσίων λειτουργών, ηθοποιών, διευθυντών μουσείων αποκαλύπτονται συχνά ως περιέχοντα ψεύτικες πληροφορίες ακόμα και σε περιπτώσεις που δεν φαίνεται αναγκαίο. Η τάση η οποία αναπτύσσεται σε ένα εύρος που ξεκινά από τη μεταμοντέρνα περιφρόνηση για την «αλήθεια» και φτάνει μέχρι την ψυχοθεραπευτική απενοχοποίηση και μη-κριτική των πράξεων και των λεγομένων μας, ενθαρρύνει την εξαπάτηση. Υπάρχουν πολλά κίνητρα και ελάχιστες τιμωρίες για τις «βελτιώσεις» που μπορεί να κάνει κάποιος όταν αφηγείται τη ζωή του. Η αυξανόμενη επιρροή των ψυχοθεραπευτών, των πολιτικών, των ακαδημαικών, των δικηγόρων που κινούνται με έναν ευέλικτο κώδικα ηθικής συνεισφέρει στην ενίσχυση της εποχής της μετα-αλήθειας, υποσκάπτοντας τα θεμέλια της εμπιστοσύνης στα οποία βασίζεται ένας υγιής πολιτισμός. Οταν τόσοι πολλοί άνθρωποι παίρνουν τη φαντασία ως γεγονός, ολόκληρη η κοινωνία χάνει την επαφή με την πραγματικότητα».
Την ίδια χρονιά με την κυκλοφορία του βιβλίου «Post-Truth Era», ο Αμερικανός δημοσιογράφος Eric Alterman έγραψε για τη «μετα-αλήθεια στο περιβάλλον της πολιτικής» ενώ, αργότερα, χρησιμοποίησε τον όρο «Η προεδρία της μετα–αλήθειας» στην ανάλυσή του για τις παραπλανητικές δηλώσεις της κυβέρνησης Μπους, μετά τις τρομοκρατικές ενέργειες της 9ης Σεπτεμβρίου του 2011 στους Δίδυμους Πύργους. Το 2000, ο καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο πανεπιστήμιο του Warwick, Colin Crouch, χρησιμοποίησε και καθιέρωσε τον όρο post-democracy, γράφοντας το ομότιτλο βιβλίο, προκειμένου να περιγράψει ένα μοντέλο πολιτικής όπου «οι εκλογές βεβαίως υφίστανται και μπορούν να αλλάξουν τις κυβερνήσεις», αλλά «οι δημόσιες προεκλογικές αναμετρήσεις είναι ένα αυστηρά ελεγχόμενο θέαμα, το οποίο διευθύνεται από ομάδες ειδικών στις τεχνικές της πειθούς και στο οποίο περιλαμβάνονται ελάχιστα σημαντικά θέματα, αυστηρά επιλεγμένα από αυτές τις ομάδες».
Ο όρος, όμως, που επικρατεί σήμερα, post-truth politics, επινοήθηκε από έναν blogger, τον David Roberts, ο οποίος σε μια ανάρτηση, την 1η Απριλίου του 2010, όρισε την έννοιά του ως “μια πολιτική κουλτούρα στην οποία τα πολιτικά, η κοινή γνώμη και οι ιστορίες των ΜΜΕ, έχουν σχεδόν αποσυνδεθεί εντελώς από την ουσία της Πολιτικής”.
2016: το απόγειο (;) των post-truth politics
Η ετικέτα «μετα-αλήθεια» χρησιμοποιείται ευρέως από καθηγητές του Χάρβαρντ για να περιγράψει την εκστρατεία του Τραμπ αλλά και το χειρισμό σημαντικών πολιτικών ζητημάτων, όπως το δημοψήφισμα για το Brexit. Θεωρούνται η απόλυτη ενσάρκωση των post-truth politics αφού ενσωματώνουν τα κύρια χαρακτηριστικά: επαναλαμβανόμενες αναφορές σε συγκεριμένα ζητήματα, ακόμα και όταν η συγκεκριμένη εκδοχή τους έχει διαψευστεί από δημοσιογραφικές έρευνες και ανεξάρτητους ειδικούς επί των θεμάτων. Για παράδειγμα, οι υποστηρικτές του Brexit συνέχιζαν μέχρι τέλους να ισχυρίζονται ότι η συμμετοχή στην ΕΕ κόστιζε στους Αγγλους 350 εκατομμύρια στερλίνες την εβδομάδα, την ίδια στιγμή που το BBC, το channel 4 News, το full fact αλλά και οργανισμοί όπως το Institute for Fiscal Studies, οι επίσημες στατιστικές αρχές έδιναν σαφή στοιχεία που το διέψευδαν.
Το Brexit, ο Τραμπ αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ στηρίζουν τη δημόσια ρητορική τους σε μια βασική αρχή των post-truth politics έτσι όπως την περιέγραψε ο Michael Deacon της Daily Telegraph: «Τα γεγονότα δημιουργούν αρνητική και καταθλιπτική διάθεση. Τα γεγονότα είναι αντεθνικά». Η χρήση συνωμοσιολογικών θεωριών που μπορεί να περιλαμβάνει από τον πόλεμο ενάντια στο κατεστημένο, στους σιωνιστές αλλά και στα συστημικά ΜΜΕ, η έντονη προσφυγή στο συναίσθημα, η αποσύνδεση από τα πραγματικά γεγονότα με την παραποίηση αποτελούν επίσης βασικές αρχές της έννοιας PTP.
Η εμπιστοσύνη εκ μέρους των πολιτών στα σημαντικά ινστιτούτα αναλύσεων της πολιτικής, στους κυβερνητικούς θεσμούς και στα λεγόμενα “συστημικά” ΜΜΕ βρίσκεται παγκοσμίως στο ναδίρ, κι αυτό πιθανώς οδηγεί τα ΜΜΕ να κυνηγούν τους αναγνώστες με ιστορίες που μικρή σχέση έχουν με την αυστηρή δημοσιογραφική διασταύρωση και τους πολιτικούς να επιδιώκουν ψήφους, καταφεύγοντας σε όλο και πιo δραστικά μηνύματα που μικρή σχέση έχουν με την πραγματικότητα. Ομως, για λόγους που δεν είναι της παρούσης, το κοινό, όχι απλώς ανέχεται μια κατάσταση χειρότερη από αυτήν που υποτίθεται ότι το οδηγεί μακριά από το κατεστημένο σύστημα αλλά γίνεται ο πρωταγωνιστής μιας επιπλέον διάστασης του φαινομένου: Μέσω των κοινωνικών δικτύων πολλαπλασιάζει τη διάδοση κάθε είδους φήμης, ψευδούς ή ημι-ψευδούς είδησης, ενώ οι βασικοί πρωταγωνιστές των post-truth politics βασίζονται τόσο σε αυτήν τη δωρεάν προσφορά του κοινού όσο και στην απέχθεια που αυτό εκδηλώνει προς τα συστημικά ΜΜΕ, προκειμένου να ξεφορτωθούν κάθε σοβαρή έρευνα που τους διαψεύδει.
Το θέμα είναι τεράστιας σημασίας και είναι μάλλον αδύνατον ένα δημοσιογραφικό κείμενο, με τον περιορισμό των λέξεων που η έντυπη επικοινωνία επιβάλλει, να ξεπεράσει τους όρους της απλής περιγραφής του. Οι δημοσιογράφοι όμως, είμαστε εκείνοι που πρέπει να φροντίσουμε για τη δημιουργία ισχυρών αντιστάσεων απέναντι σε αυτό το κοινωνικοπολιτικό φαινόμενο.
Ενημέρωση 16/11/2016: Η λέξη post-truth ανακηρύχθηκε ως η λέξη της χρονιάς από τα λεξικά της Οξφόρδης. Η Guardian αναφέρει άλλη χρονολογία από το δικό μας κείμενο. Ως πρώτη αναφορά δίνει ένα κείμενο του 1992 στο περιοδικό Nation που είχε γράψει ο Σερβοαμερικανός Steve Tesich. Συγκεκριμένα είχε γράψει ” Εμείς, ως ελεύθεροι άνθρωποι, ελεύθερα αποφασίσαμε ότι θέλουμε να ζήσουμε σε έναν κόσμο μετα-αλήθειας”.