Ο Βλαντίμιρ Ριμπακόφ είναι ένας θεόρατος γίγαντας, πραγματικός γιος της αχανούς πατρίδας του. Καλόκαρδος άνθρωπος, γελαστός, ευπροσήγορος με μια θλίψη στο γαλανό του βλέμμα που δεν φεύγει ακόμη κι όταν γελάει βροντερά.

14741880_1117163075071098_515756985_n

Γνωριστήκαμε μέσω ενός κοινού φίλου, δημοσιογράφου και κάτσαμε να τα πούμε σε ένα μικρό καφέ σε μια από τις κεντρικές πλατείες της Μόσχας. Είχα να του κάνω πολλές ερωτήσεις, αλλά το μετάνιωσα, νιώθοντας άβολα εγώ ως άκαπνος να ρωτάω αδιάκριτα πράγματα σε έναν μπαρουτοκαπνισμένο δημοσιογράφο. Πίνοντας αρχικά καφέ και στη συνέχεια κόκκινο κρασί, ο Βλαντίμιρ διστακτικά στην αρχή, πιο χαλαρά στη συνέχεια μου αφηγήθηκε διάφορες ιστορίες από την πολυτάραχη δημοσιογραφική του ζωή.

Κάποια στιγμή του είπα ότι θα ήθελα ένα βιογραφικό του, για να το βάλω στο τέλος της συνέντευξης. Τότε μου διηγήθηκε την παρακάτω ιστορία:

«Κάναμε ένα ρεπορτάζ για ένα τηλεοπτικό σταθμό, αλλά δεν θυμάμαι σε ποια χώρα. Νομίζω πως ήταν σε κάποια αφρικανική. Ένα πλήθος αφρικανών χτυπάει έναν άνθρωπο. Αυτός είναι πεσμένος στη γη, τον κλωτσούν δυνατά. Μέσα στο πλήθος βρίσκονται αρκετοί λευκοί οπερατέρ, με ακριβές κάμερες και τραβάνε πλάνα μανιωδώς. Το πλήθος χτυπάει τον άνθρωπο για να τον σκοτώσει. Ο τελευταίος μόλις που κουνιέται. Εκείνη τη στιγμή ένας οπερατέρ κλείνει την κάμερα, πέφτει στο έδαφος και με το σώμα του καλύπτει τον πεσμένο άνθρωπο. Δεν αφήνει να τον σκοτώσουν. Αποφάσισε μόνος του να αποτρέψει τη δολοφονία, σταματώντας να κάνει τη δουλειά για την οποία τον πληρώνουν. Αν με ρωτούσαν ποτέ πως πρέπει να είναι το μνημείο του Άγνωστου οπερατέρ, θα τους έλεγα αυτή την ιστορία».

Από τη συζήτηση που είχα με τον Βλαντίμιρ Ριμπακόφ επέλεξα ορισμένα σημεία και τα μεταφέρω στον Έλληνα αναγνώστη του Journalists about Journalism.

 Σε ποιους πολέμους συμμετείχατε ως οπερατέρ καταγράφοντας πολεμικές συγκρούσεις;

Άρχισα να καταγράφω με την κάμερά μου τον πόλεμο στο Ναγκόρνο Καραμπάχ το 1993. Στη συνέχεια ήταν ο πρώτος πόλεμος στην Τσετσενία, το Κοσσυφοπέδιο, ο δεύτερος πόλεμος στην Τσετσενία,  Ιράκ, Αφγανιστάν, Ντονμπάς. Κατέγραψα τα γεγονότα του 1993 στην Μόσχα και το 2002 στο θέατρο Νορντ – Όστ με την ομηρία των θεατών.

Ποια είναι η πιο δύσκολη στιγμή όταν καταγράφετε με την κάμερά σας;

Το αλεξίσφαιρο γιλέκο και το κράνος (γελάει). Εν μέρει αστειεύομαι. Υπάρχουν διάφορες δύσκολες στιγμές στον πόλεμο. Υπάρχουν δύσκολες σε ηθικό και ψυχολογικό επίπεδο, υπάρχουν σε ζητήματα εργασίας ή καθημερινότητας. Είναι πολύ δύσκολο να καταγράφεις ανθρώπους που πενθούν επειδή έχει σκοτωθεί ένας συγγενής, ένας κοντινός τους άνθρωπος. Το ρεπορτάζ όμως απαιτεί την καταγραφή των συναισθημάτων αυτών των ανθρώπων. Αυτή είναι η αλήθεια του πολέμου. Αυτό το πένθος πρέπει να το μεταδώσουμε στον θεατή, για να μπορέσει να καταλάβει αυτός που είναι μακριά από τον πόλεμο τι συμβαίνει και πόσο τρομερό είναι. Είναι πολύ δύσκολο όμως κρατώντας την κάμερα να πλησιάζεις ανθρώπους υπ’ αυτές τις συνθήκες. Πάντα προσπαθούσα να καταγράφω τέτοια πράγματα από τη μέγιστη δυνατή απόσταση, χωρίς να εστιάζω.

14657769_1117162868404452_1824195217_n

Υπάρχουν όμως στιγμές που, πολύ απλά, είναι τρομακτικά. Δεν ξέρεις αν θα επιζήσεις ή όχι. Στο αεροδρόμιο του Ντονέτσκ μας πυροβολούσαν λες κι ήμασταν στόχοι στο σκοπευτήριο. Ήμασταν σε ανοιχτό χώρο, είχα μια μεγάλη κάμερα, από μακριά φαινόταν πως είμαστε δημοσιογράφοι. Από την πλευρά που βρίσκονταν οι ένοπλες δυνάμεις της Ουκρανίας άρχισαν να μας πυροβολούν. Στην αρχή εκτόξευσαν ένα αντιαρματικό βλήμα μα αστόχησαν. Πέρασε σε απόσταση δύο μέτρων, το βλέπαμε. Στη συνέχεια άρχισαν πυρά όλμων. Προλάβαμε να καλυφθούμε. Στην επιστροφή μπήκαμε σε τεθωρακισμένο όχημα μεταφοράς προσωπικού, αλλά και αυτό δέχτηκε πυρά. Ήμασταν μέσα ξαπλωμένοι ο ένας πάνω στον άλλο, κάναμε τον σταυρό μας και προσευχόμασταν. Όλοι καταλάβαιναν πολύ καλά ότι αυτή τη φορά η αντιαρματική ρουκέτα μπορεί να βρει το στόχο της και εμείς θα καούμε. Υπάρχει ένας στίχος στο τραγούδι του Γιεγκόρ Λετόφ «Ο ήλιος έλαμπε μέρα και νύχτα, δεν υπάρχουν άθεοι στα χαρακώματα». Αυτό ζήσαμε σε εκείνο το περιστατικό. Προσευχόμασταν στον Θεό εκείνη τη στιγμή. Ο Θεός μας προστάτεψε. Καταφέραμε να φτάσουμε σώοι σε μέρος ασφαλές.

14725169_1117162298404509_574898662_o

Και κάτι ακόμη σχετικά με το επεισόδιο αυτό. Όταν βγήκαμε από το τεθωρακισμένο όχημα μεταφοράς προσωπικού, ήθελα να καπνίσω απεγνωσμένα. Έβγαλα ένα πακέτο τσιγάρων, έπιασα ένα και βλέπω ότι τα χέρια μου έτρεμαν. Κοίταξε το πακέτο κι έγραφε: «Το κάπνισμα σκοτώνει!». Άρχισα να γελάω…

Σπουδάσατε στο διάσημο Κινηματογραφικό Ινστιτούτο της Μόσχας. Πώς βρεθήκατε στη δημοσιογραφία και μάλιστα ως πολεμικός ανταποκριτής;

Γεννήθηκα στο Λένινγκραντ, το σπίτι μου ήταν κοντά στα θρυλικά κινηματογραφικά στούντιο «Λενφίλμ». Ως μαθητής είχα καταφέρει να εργάζομαι κατά τη διάρκεια των διακοπών μου στα στούντιο ως απλός εργάτης. Κουβαλούσα σκηνικά και μηχανήματα, ήμουν παρόν σε γυρίσματα. Τότε κατάλαβα πως αυτός είναι ένας κόσμος που με ενδιαφέρει πολύ.

logotype_grey

photo credits

Ασχολήθηκα με την φωτογραφία επί έξι χρόνια. Εμφάνιζα φιλμ και τύπωνα φωτογραφίες. Ήταν φυσικό λοιπόν το επάγγελμα του εικονολήπτη να είναι το πιο οικείο για εμένα. Αμέσως μετά την αποφοίτηση από το σχολείο, έκανα αίτηση στο Ινστιτούτο Κινηματογράφου. Πέρασα την πρώτη εξέταση και στη δεύτερη πήρα καλούς βαθμούς γενικά, κάτω από τη βάση όμως στο μάθημα της Έκθεσης. Δεν πέρασα. Έδωσα άλλη μια φορά ανεπιτυχώς εξετάσεις. Την τρίτη φορά τα κατάφερα και έγινα δεκτός. Αυτό συνέβη στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Εκείνη την εποχή σχεδόν δεν γυρίζονταν ταινίες στη Ρωσία, δεν υπήρχαν χρήματα. Δεν υπήρχε δουλειά στον κινηματογράφο. Βρήκα δουλειά στην τηλεόραση και έτσι έγινα τηλεοπτικός οπερατέρ.

Τι θα συμβουλεύατε στο νεαρό δημοσιογράφο που θα ήθελε να ακολουθήσει τα βήματά σας;

Ειλικρινά μιλώντας δεν θα συμβούλευα σήμερα ένα νεαρό δημοσιογράφο να γίνει πολεμικός ανταποκριτής. Ένας άνθρωπος χωρίς μεγάλη σκευή γνώσεων και εμπειρίας είναι πολύ εύκολο να πάρει το μέρος της μίας ή της άλλης πλευράς του πολέμου, είναι πολύ δύσκολο να διατηρήσει κανείς νηφαλιότητα απέναντι στα γεγονότα. Γιατί θα πρέπει να αξιολογήσει και να εκτιμήσει τις πληροφορίες που έρχονται και από τις δύο πλευρές και να μεταδώσει όχι προπαγάνδα αλλά σκέτες πληροφορίες, χωρίς να αναμειχθούν τα συναισθήματα ή οι υποδείξεις της διεύθυνσης.

14696753_1117162838404455_1804509598_n

Πέρασε εκείνη η εποχή, κατά την οποία οι δημοσιογράφοι μπορούσαν να διασχίζουν το μέτωπο μεταξύ των δύο αντιμαχόμενων πλευρών. Σήμερα μπορείς να δουλεύεις είτε με τη μία είτε με την άλλη πλευρά. Είναι ουσιαστικά αδύνατον να δουλεύεις ως ανεξάρτητος δημοσιογράφος εργαζόμενος σε μια πλευρά. Εξαρτάσαι από εκείνους τους ανθρώπους, στο έδαφος των οποίων βρίσκεσαι. Από την στιγμή όμως που υπάρχει εξάρτηση, αρχίζει η λογοκρισία. Είτε η εξωτερική είτε η εσωτερική, η αυτολογοκρισία. Αυτό δεν είναι κάτι που θα το χαρακτήριζα ως το καλύτερο σχολείο για ένα νεαρό δημοσιογράφο. Γιατί είτε συνηθίζει να δουλεύει υπό έλεγχο, να γράφει δηλαδή «σωστά» για εκείνη την πλευρά, είτε θα αρχίσει να αυτολογοκρίνεται για να μην τον διορθώνουν οι άλλοι. Αυτό πια δεν είναι δημοσιογραφία, είναι κάτι άλλο.

Τι είναι εκείνο που πρέπει οπωσδήποτε να γνωρίζει ο δημοσιογράφος που ετοιμάζεται να πάει στον πόλεμο;

Αν μιλάμε για τα πρακτικά, τότε θα πρέπει να ξέρει πώς να καλυφθεί τη στιγμή της μάχης, τι είναι το Celox, πως το χρησιμοποιούν καίγοντάς το για να σταματήσει η αιμορραγία, τι πρέπει να περιέχει το φαρμακείο που πρέπει να έχει πάντα μαζί του. Θα πρέπει να ξέρει τα όπλα, να καταλαβαίνει πως δουλεύουν, πως πυροβολείς με αυτά. Να κατανοεί από πού έρχονται τα πυρά και τι είδους είναι. Θα πρέπει να ξέρει ότι αν το τεθωρακισμένο πρέπει να ρίξει μια βολή κι εσύ είσαι κοντά, τότε η κώφωση μπορεί να διαρκέσει μέχρι και δέκα χρόνια.

Αν μιλάμε για το ανθρώπινο επίπεδο, θα πρέπει να θυμάται την διδαχή των γιατρών «μην κάνεις κακό». Μεταδίδοντας πληροφορίες κατά τη διάρκεια της απευθείας μετάδοσης, στο διαδίκτυο, θα πρέπει να ξέρεις πως πίσω από κάθε πλάνο, πίσω από κάθε λέξη βρίσκονται άνθρωποι. Εσύ ήρθες, τράβηξες κάποιο έντονα συναισθηματικό πλάνο, αυτό άρεσε στη διεύθυνση και το μετέδωσε. Φεύγεις. Οι άνθρωποι όμως μένουν πίσω, γιατί απλά εκεί ζουν.

Θα πρέπει ακόμη να ξέρεις ότι ως δημοσιογράφος έχεις όνομα και τιμή. Αν εκτιμάς τις δύο αυτές έννοιες, θα πρέπει να θυμάσαι πως αν δημοσιοποιήσεις ψέματα, αν γνωρίζεις ότι είναι ψέματα και τα μεταδίδεις συνειδητά, τότε αυτό θα το κουβαλάς για πάντα.

Υπάρχει η ρωσική παροιμία «Πρόσεχε τη φήμη σου απ’ όταν είσαι νέος». Υπάρχουν διάφορες συνθήκες, πιέσεις από διάφορες πλευρές. Ελίσσεσαι, αποφεύγεις, το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να παρουσιάζεις τα γεγονότα χωρίς σχόλια, αν έχεις αυτή τη δυνατότητα. Μπορείς να το κάνεις αυτό, έστω και ως τα γεγονότα που συμβαίνουν στη μία πλευρά. Δεν πρέπει όμως να λες ψέματα. Αυτό είναι όμως το αλφάβητο της δημοσιογραφίας. Δεν λέω κάτι καινούριο.

Υπάρχει η άποψη ότι το πρώτο θύμα του πολέμου είναι η αλήθεια. Συμφωνείτε;

Και ναι και όχι. Υπάρχουν πράγματα τα οποία δύσκολα μπορείς να αμφισβητήσεις. Να, σε αυτό το σπίτι έπεσε ένα βλήμα, το τραβήξαμε με την κάμερα, υπάρχουν τα πλάνα. Αυτό είναι ένα γεγονός, αυτή είναι η αλήθεια. Στο ερώτημα όμως: τίνος το βλήμα έπεσε σε αυτό το σπίτι; Η απάντηση της κάθε πλευράς δεν είναι άλλη από το να δείχνει τον αντίπαλο. Στα δικά της ΜΜΕ, εννοείται.

Δεν μπορώ να συμφωνήσω με την άποψη ότι το πρώτο θύμα του πολέμου είναι η αλήθεια. Θα έλεγα ότι στον πόλεμο ο καθένας έχει τη δική του αλήθεια. Πρώτα απ’ όλα εκείνοι που βρέθηκαν σε τούτο τον πόλεμο. Αυτό αφορά και τον άμαχο πληθυσμό και τους ενόπλους. Στις εφημερίδες όμως και στους τηλεοπτικούς σταθμούς δεν ισχύει αυτό, εκεί έχουμε τη δημοσιογραφία, η οποία μπορεί να είναι έντιμη, μπορεί και όχι, με όλα τα αμαρτήματα που κουβαλάει αυτό το επάγγελμα.

Με ποιον τρόπο ο δημοσιογράφος, όταν είναι στη ζώνη των πολεμικών συγκρούσεων, μπορεί να αποφύγει την παραπληροφόρηση από την πλευρά των αρχών;

Είναι δύσκολο αυτό. Είναι αδύνατον να δουλέψεις ανεξάρτητος στη ζώνη των πολεμικών συγκρούσεων. Χρειάζεσαι άδειες, διαπιστεύσεις και διάφορα άλλα έγγραφα. Αυτό είναι κατανοητό. Καμιά πλευρά της σύγκρουσης δεν θα αφήσει να κυκλοφορούν ανεξάρτητοι δημοσιογράφοι έτσι απλά. Θα έχεις μονίμως κάποιον δίπλα σου, κάποιον που τον όρισαν ως συνοδό σου. Μπορείς να αποφύγεις την παραπληροφόρηση μόνο με ένα τρόπο: να επικοινωνείς με τους απλούς ανθρώπους, τους ντόπιους και να μην περιοριστείς μόνο σε εκείνους που σε συνοδεύουν. Δεν πρέπει να πιστεύεις κάθε πληροφορία που σου δίνουν οι επίσημες αρχές. Επαναλαμβάνω όμως ότι όλα αυτά δεν είναι τίποτα άλλο παρά η αλφαβήτα της δημοσιογραφίας.

Και τι γίνεται με τα απλά, ανθρώπινα αισθήματα κατά τη διάρκεια του ρεπορτάζ την ώρα της μάχης;

Είναι δύσκολο να μην φορτιστείς συναισθηματικά σε τέτοια μέρη. Για τον οπερατέρ είναι λίγο πιο απλό: μέσω της κάμερας η εικόνα των γεγονότων απομακρύνεται. Περιορίζεται στο πλάνο και δεν είναι τόσο οικεία (για τον οπερατέρ). Ο εγκέφαλος δεν αντιδρά έτσι όπως θα αντιδρούσε αν έβλεπε τα γεγονότα με τα μάτια του. Η μυρωδιά των τυμπανιαίων πτωμάτων δεν φεύγει από το μυαλό σου. Ποτέ. Ούτε για μια μέρα.

Τα αισθήματα μπορείς να τα καταπνίξεις. Με ένα τρόπο στον πόλεμο μπορείς να πνίξεις τα αισθήματά σου: με την βότκα. Στον πόλεμο πίνουν πολύ. Μισό λίτρο βότκα την ημέρα είναι μια συνηθισμένη ποσότητα που πίνει κανείς. Μέσα στην εβδομάδα πίνεις δύο, τρία λίτρα. Άλλος λιγότερο, άλλος περισσότερο. Δεν υπάρχει όμως πάντα βότκα, αλκοόλ όμως εν γένει υπάρχει. Είναι ένα τεράστιο θέμα. Ένα θέμα μια άλλης, μεγάλης συζήτησης (γελάει μελαγχολικά).

Πώς εκτιμάτε την πολιτική των κρατών για περιορισμό της ελευθερίας του δημοσιογράφου, με πρόσχημα τους κινδύνους για τη ζωή του;

Στο επάγγελμά μας υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι ζουν στα άκρα, ανεξάρτητα από τους περιορισμούς. Στο μέτωπο του πολέμου δεν λειτουργούν τα διατάγματα και οι συστάσεις, αλλά οι προσωπικές σχέσεις και η εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του ανταποκριτή. Αυτό ως προς το πώς έχουν τα πράγματα.

Ο περιορισμός της ελευθερίας του δημοσιογράφου είναι δυνατός μόνο από την πλευρά των τοπικών αρχών και γίνεται με διάφορα προσχήματα. Αυτό συνέβαινε πάντα και, φευ, θα ισχύει για πάντα.

Αν σας πρότειναν να μιλήσετε στους φοιτητές της σχολής Δημοσιογραφίας, ποιο θέμα θα επιλέγατε και γιατί;

Μου αρέσει μια φράση που την λέω συχνά : ο οπερατέρ δεν είναι ομιλητής. Συνήθως μιλάω μέσω της κάμεράς μου, τραβάω και αυτό βλέπουν οι άνθρωποι. (γελάει).

Στις δημοσιογραφικές σας «περιπλανήσεις» συνεργαστήκατε με συναδέλφους από άλλες χώρες; Ποιες εντυπώσεις έχετε από αυτή τη συνεργασία;

Δυστυχώς δεν μπορώ να πω κάτι ιδιαίτερα γλαφυρό. Εννοείται πως επικοινωνούσαμε με τους συναδέλφους στις διάφορες χώρες του κόσμου. Σε ανθρώπινο επίπεδο άλλος ήταν συμπαθητικός, άλλος απόμακρος, με κάποιους γίναμε φίλοι, με κάποιους μεθύσαμε στο εστιατόριο του ξενοδοχείου που μέναμε (γελάει). Δεν διαφέρουμε καθόλου μεταξύ μας ξέρετε. (γελάει).

Σήμερα παρατηρούμε μια ιδιότυπη προπαγανδιστική αντιπαράθεση ανάμεσα στη Ρωσία και τη Δύση. Ποια η θέση του δημοσιογράφου που είναι αφιερωμένος στις αρχές του επαγγέλματος;

Ξαναγυρίζουμε στην αλφαβήτα του επαγγέλματος. Ο πραγματικός δημοσιογράφος πρέπει να εξετάζει και τις δύο πλευρές, να ελέγχει τις πληροφορίες των πηγών του, τα γεγονότα. Μόνο τότε μπορεί να μιλήσει για όλα όσα ξέρει. Αν ο δημοσιογράφος έχει κάποια άποψη στην αντιπαράθεση, τότε απλώς κάνει προπαγάνδα για κάποια από τις δύο πλευρές. Εξάλλου, η λέξη δημοσιογραφός στη ρωσική γλώσσα έχει μια ευρύτατη έννοια. «Δημοσιογράφος» σημαίνει ρεπόρτερ, αλλά και ανταποκριτής, σχολιαστής αλλά και αναλυτής. Συνεπώς, θα πρέπει να προσδιορίζουμε αρχικά υπό ποία εκ των παραπάνω ιδιοτήτων μιλάει, ο δημοσιογράφος.

Αν αποφασίζατε να γράψετε τις αναμνήσεις σας, ποιο τίτλο θα δίνατε στο βιβλίο σας;

Δεν σκοπεύω, προς το παρόν, να κάνω κάτι τέτοιο.

Τι σας θυμίζει το τραγούδι του Βισότσκι «Δεν γύρισε από την μάχη»;

Θυμάμαι έναν συνάδελφο, έναν οπερατέρ του πρακτορείου Reuters στο Κίεβο. Ο Ταράς Προτσιούκ, εκπληκτικός οπερατέρ και θαυμάσιος άνθρωπος. Την τελευταία φορά ήμασταν μαζί στη νυχτερινή βάρδια στο θέατρο στην Ντουμπρόφκα της Μόσχας που είχαν καταλάβει οι τρομοκράτες. Μοιραστήκαμε λίγα σάντουιτς μαζί. Μέχρι τότε είχε τύχει να συναντηθούμε σε διάφορες αποστολές.

Το 2003 ξέσπασε ο δεύτερος πόλεμος στο Ιράκ. Ήμουν στο Κουβέιτ. Πηγαίναμε στο νότο του Ιράκ, στο μέτωπο των πολεμικών επιχειρήσεων, ενώ ο Ταράς ήταν στην Βαγδάτη. Στις 8 Απριλίου μάθαμε για το κακό. Ο Ταράς τραβούσε πλάνα με την κάμερά του από το μπαλκόνι του ξενοδοχείου του την ώρα που έμπαιναν στην πόλη τα αμερικανικά τεθωρακισμένα. Κάποιος σκέφτηκε ότι αυτό που φαίνεται στο μπαλκόνι δεν είναι κάμερα, αλλά κάτι επικίνδυνο. Ένα από τα τεθωρακισμένα έριξε μια βολή, σκοπεύοντας το μπαλκόνι. Ο Ταράς σκοτώθηκε. Οι πραγματικοί δημοσιογράφοι δεν πολεμούν, πολλοί όμως σκοτώνονται στην μάχη.

Σήμερα η Ρωσία έχει πολύ δύσκολες σχέσεις με την Ουκρανία. Πώς μπορούν οι δημοσιογράφοι των δύο πλευρών να συμβάλουν στην αλληλοκατανόηση ανάμεσα στους ανθρώπους και τις κοινωνίες;

Δυστυχώς, προς το παρόν δεν βλέπω να υπάρχουν τέτοιες προϋποθέσεις. Κυριαρχούν τα συναισθήματα, το ψέμα, οι προσβολές.