Το τραίνο ξεκίνησε από το σταθμό «Καζάνσκι» με κατεύθυνση την Πένζα, στην ευρύτερη περιοχή του ποταμού Βόλγα μόλις σκοτείνιασε. Η ονομασία «Σουρά» της αμαξοστοιχίας δόθηκε προς τιμήν του μεγάλου παραπόταμου του θρυλικού υδάτινου δρόμου της Κεντρικής Ρωσίας. Φτάσαμε την άλλη ημέρα το πρωί, στην πρωτεύουσα του Κυβερνείου της Πένζα, με στόχο να λάβουμε μέρος στους εορτασμούς για τα 200 χρόνια από τη γέννηση του Μιχαήλ Λέρμοντοφ, του μεγάλου Ρώσου ποιητή που καταγόταν από εκείνα τα μέρη. Μετά από μία ημέρα διαρκών μετακινήσεων, εκδηλώσεων, ομιλιών και συζητήσεων, ο αναπληρωτής διευθυντής της τοπικής βιβλιοθήκης, ζήτησε να πάμε να γνωρίσουμε τον μοναδικό δημοσιογράφο και εκδότη της περιοχής που δεν χρηματοδοτείται από τον ρωσικό κρατικό προϋπολογισμό. Έτσι γνώρισα τον Βαλεντίν Μανουίλοφ, ο οποίος μου έδειξε το σπίτι όπου έμενε εξόριστος ο Μάρκος Βαφειάδης, συζητήσαμε για ώρες πολλές για την περιοχή, τη Ρωσία, τη Δύση, το διάλογο αλλά και τη λογοτεχνία. Έτσι ξεκίνησε η σχέση μας, η φιλία μας μπορώ να πω, η οποία συνεχίζεται με την αλληλογραφία και με τις τηλεφωνικές μας επικοινωνίες.

Άνθρωπος καλλιεργημένος, γενναίος και ελευθερόφρων ο Βαλαντίν Μανουίλοφ, δέχτηκε με χαρά να απαντήσει στις ερωτήσεις μου.

Θεωρείτε πως ένα ή μερικά άρθρα μπορούν να απειλήσουν πραγματικά την εξουσία;

Όχι φυσικά. Η εμπειρία της δημοσιογραφίας στις ΗΠΑ δείχνει ότι χρειάζεται ένας κύκλος άρθρων, τα οποία θα δημοσιεύονται καθημερινά επί έξι μήνες σε εφημερίδα προκειμένου να επηρεάσουν τις αποφάσεις της εξουσίας. Δύο ή τρία άρθρα δεν ασκούν την παραμικρή πίεση και δεν επηρεάζουν κανέναν, πολύ περισσότερο δε, δεν αποτελούν καμιά απειλή για την εξουσία.

Σκεφτήκατε ποτέ να εγκαταλείψετε τη δημοσιογραφία;

Όχι, ποτέ.

Υπήρξαν περιπτώσεις που στη Ρωσία η εξουσία προσπάθησε να ελέγξει τα ΜΜΕ και τον τρόπο με τον οποίο δουλεύουν;

Φυσικά. Η πιο απλή, βολική και διαδεδομένη μέθοδος είναι να δίνουν στα ΜΜΕ χρήματα, να τα μετατρέπουν κατ’ αυτόν τον τρόπο σε Μέσα Μαζικής Προπαγάνδας.

Ποια είναι τα μέσα που χρησιμοποιείτε ως δημοσιογράφος και εκδότης;

Τα πιο απλά. Προσπαθούμε να δημοσιεύουμε ρεπορτάζ που να ενδιαφέρουν το κοινό μας. Το κοινό μας είναι η μεσαία τάξη, είναι δραστήριοι άνθρωποι, είναι αξιωματούχοι και η επιχειρηματική κοινότητα, είναι άνθρωποι έντονα πολιτικοποιημένοι. Έχουμε μια αμφίδρομη σχέση με τους αναγνώστες, αλλά και τις πηγές μας. Όλα αυτά τα κάνουμε στα πλαίσια της στρατηγικής της εφημερίδας «Οδός Μόσχας» ώστε να είναι ένα βήμα για την υλοποίηση της ιδέας της «ανοιχτής ελίτ» σε αντίθεση με την προσέγγιση της «κλειστής ελίτ». Νομίζω πως χάρη σε αυτή τη γραμμή της εφημερίδας όλα αυτά τα 13,5 χρόνια της κυκλοφορίας της έχει μετατραπεί σε ένα πολιτισμικό κεφάλαιο, το οποίο είναι ικανό στο χώρο των ΜΜΕ της πόλης Πένζα να ανταγωνιστεί άλλα παρόμοια κεφάλαια και πηγές.

map

Πώς συνδυάζετε τη δραστηριότητα του δημοσιογράφου με εκείνη του συγγραφέα;

Αυτό συνέβη πολύ πρόσφατα και δεν κράτησε για πολύ. Κυριολεκτικά μέσα σε έξι μήνες έγραψα ένα βιβλίο αυτοβιογραφικού χαρακτήρα. Δούλευα τις νύχτες, όταν είχα το κουράγιο. Ώθηση μου έδωσε η ανάγνωση του «Αλφάβητου» του Τσέσλαβ Μίλος, μα στη συνέχεια, όταν η δημιουργική παύση κράτησε για ένα μεγάλο διάστημα, μια νέα ώθηση μου έδωσε το μυθιστόρημα του Ρόμπερτ Πέρσινγκ «Το Ζεν και η τέχνη συντήρησης της μοτοσικλέτας». Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να γράψω ένα πειραματικό κείμενο, στο οποίο τα αυτοβιογραφικά κεφάλαια εναλλάσσονται με εννοιολογικά κεφάλαια.

Επιλέξατε ως τίτλο του περιοδικού σας το «Πάρκο Μπελίνσκι» προς τιμή του παγκοσμίως διάσημου συμπατριώτη σας. Ο υπότιτλος όμως μας πληροφορεί πως πρόκειται για «Περιοδικό ελευθεροφροσύνης». Αυτό είναι το πιστεύω σας;

Ναι. Γιατί αυτό ακριβώς που δεν υπάρχει σε επάρκεια στην κοινωνία μας είναι η ελευθεροφροσύνη. Βέβαια, η ελευθεροφροσύνη είναι εκείνος ο τρόπος αναστοχασμού της πραγματικότητας και διατύπωσης των σκέψεων και των αισθημάτων σου, τον οποίο έχουν μεγάλη ανάγκη σήμερα και οι δυτικίζοντες και οι πατριώτες, και οι συντηρητικοί και οι φιλελεύθεροι.

14796130_1125033820950690_1685989662_o

Σας ανακήρυξαν «ξένο πράκτορα» γιατί λάβατε επιδότηση από το ανεξάρτητο ίδρυμα υποστήριξης των ΜΜΕ «Σρεντά» (Περιβάλλον). Πώς αποτιμάτε αυτή την υπόθεση;

Νομίζουμε πως η απόφαση στερείται λογικής και είναι αντίθετη με το νόμο. Δεν μπορεί να έχει ο νόμος αναδρομική ισχύ. Η ΜΚΟ μας υπέγραψε συμφωνία με το ΄Ίδρυμα «Σρεντά» και έλαβε χρηματική ενίσχυση τον Απρίλιο του 2015. Εκείνη την εποχή το Ίδρυμα «Σρεντά» ήταν ένας συνηθισμένος ρωσικός μη κερδοσκοπικός οργανισμός. Στον κατάλογο των ξένων πρακτόρων καταγράφηκε μετά από τρεισήμισι μήνες, στα τέλη Ιουλίου. Με την αφορμή αυτή μας έγινε έλεγχος, βρέθηκε η συμφωνία και η απόδειξη καταβολής των χρημάτων, πράγμα που εμείς δεν κρύψαμε ποτέ. Στη συνέχεια μας χαρακτήρισαν ως ξένους πράκτορες και μας συμπεριέλαβαν στην κατάσταση των ΜΚΟ που λειτουργούν ως ξένοι πράκτορες.

Το κοινό σας πως αντιμετώπισε αυτό το ζήτημα; Σας συμπαραστέκεστε στον αγώνα σας κατά των αρχών;

Φυσικά, νιώθουμε την ηθική υποστήριξη του κοινού, οι αναγνώστες μας δηλώνουν σε όλους τους τόνους πως είναι μαζί μας.

Σας υποστήριξαν οι Ενώσεις Δημοσιογράφων σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο στον αγώνα σας για μια ανεξάρτητη δημοσιογραφία;

Οι δημοσιογράφοι που παράγουν το περιεχόμενο της εφημερίδας «Οδός Μόσχας», δεν ανήκουν σε καμία ένωση δημοσιογράφων. Ο επικεφαλής όμως του περιφερειακού παραρτήματος της Ένωσης Δημοσιογράφων Πάβελ Σίσκιν έχει δηλώσει την υποστήριξή του προς εμάς.

Μπορεί ο δημοσιογράφος να αλλάξει τον κόσμο;

Όχι φυσικά, μπορεί όμως να εκτονώσει την ένταση ή να διαμορφώσει προσδοκίες.

Το βιβλίο σας έχει τίτλο “Το αλφάβητό μου”. Ποιες σκέψεις θέλατε να εκφράσετε με αυτό το βιβλίο που δεν μπορούσατε να εκφράσετε ως δημοσιογράφος;

Μάλλον, προσπάθησα να επικεντρώσω σε αυτό ένα μικρό απόσπασμα της σημερινής μου κοσμοθεωρίας και προσπάθησα να το κάνω έτσι ώστε ο αναγνώστης να νιώσει ότι μπορεί να επαναλάβει την εμπειρία μου.

Διαβάζοντας το βιβλίο σας, ένιωσα ότι έχω μια καλειδοσκοπική εικόνα της μεταβατικής εποχής από το ένα κοινωνικό και πολιτικό σύστημα στο άλλο. Αυτός μήπως ήταν ο στόχος σας, να γίνετε δηλαδή ο χρονικογράφος αυτής της δύσκολης και συνάμα ενδιαφέρουσας εποχής;

Δε νομίζω πως είχα τη φιλοδοξία να γίνω χρονικογράφος. Μάλλον ήταν ένας τρόπος προσωπικής έκφρασης. Στην πραγματικότητα η ιστορία είναι πριν απ’ όλα η καθημερινή ζωή των συνηθισμένων ανθρώπων, με τους οποίους πολλές φορές συμβαίνουν ασυνήθιστες ιστορίες. Όταν έγραφα το «Αλφάβητό» μου, έμαθα ότι ο παππούς μου, Μιχαήλ Αλεξάντροβιτς Μανουίλοφ σε ηλικία 15 ετών ως κλητήρας μετέφερε τα έγγραφα στο γραφείο του Λένιν.

Έχετε μια ενδιαφέρουσα ιστορία με τον Μάρκο Βαφειάδη, τον οποίο το ΚΚΕ μαζί με το ΚΚΣΕ εξόρισαν στην Πένζα, όπου έζησε για πολλά χρόνια. Πώς ανακαλύψατε αυτή την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα σελίδα της νεότερης ιστορίας;

Για πολλά χρόνια ήμουν φίλος με τον γιο του Μάρκου Βαφειάδη, τον Βλαδίμηρο. Τελικά, κατάφερα να τον πείσω να μου δώσει πληροφορίες για τον πατέρα του, πληροφορίες βιογραφικού και προσωπικού χαρακτήρα. Τις πληροφορίες για την πολιτική και στρατιωτική δράση του Μάρκου Βαφειάδη, για το ρόλο που διαδραμάτισε στο κίνημα της εθνικής αντίστασης αλλά και στα χρόνια του Εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα, τις άντλησα κατά κύριο λόγο από το Διαδίκτυο και από αγγλικά βιβλία.

14803112_1125033264284079_1713461357_o

Είναι δυνατή η λογοκρισία στην εποχή του Διαδικτύου, μπορούν να έχουν κάποιο αποτέλεσμα οι απόπειρες ελέγχου των δημοσιογράφων;

Απόπειρες μπορούν να γίνονται, αμφιβάλλω όμως πολύ αν θα μπορέσει να επιβληθεί πλήρης έλεγχος της εξουσίας στα ΜΜΕ ή ακόμη και να επιβληθεί μια μορφή λογοκρισίας. Στις σημερινές συνθήκες θα υπάρχουν πάντα τρόποι να μεταδοθεί η πληροφορία και οι ελεύθερες σκέψεις και να φτάσουν μέχρι τους αποδέκτες τους.

Σε ποια πολιτισμική παράδοση θεωρείτε πως ανήκετε;

Στην ευρωπαϊκή φυσικά. Εφόσον γίνεται λόγος για τη λογοτεχνική παράδοση. Μεγάλωσα με τον Πούσκιν, τον Λέρμοντοφ, τον Τουργκένιεφ και όλοι τους ήταν Ευρωπαίοι συγγραφείς τόσο ως προς το πνεύμα όσο και ως προς τις διαστάσεις τους. Από τους αλλόγλωσσους συγγραφείς θεωρώ πως μου είναι πολύ οικείοι ο Πολωνοί Τσέσλαβ Μίλος και Κορνέλ Φιλιππόβιτς, οι Γερμανοί Χάινριχ Μπελ και Ντίτερ Φόρτε, οι Βρετανοί Τζον Φάουζλ και Άντονι Μπέρτζες.

Ποιον τίτλο θα δίνατε στην αυτοβιογραφία σας και γιατί;

Αναζητώντας εαυτόν. Κάθε ζωή είναι πάντα η αναζήτηση του εαυτού. Ο άνθρωπος ποτέ δεν βρίσκει τον εαυτό του, μπορεί να ψάχνει όλη του τη ζωή μα δεν το βρίσκει. Αυτό το κατάφερα σχεδόν αμέσως. Ή σχετικά γρήγορα. Αυτό πια το κατανοείς στα δυσμάς της δημιουργικής σου ζωής.

Με ποιον Ρώσο ή ξένο δημοσιογράφο θα θέλατε να συναντηθείτε;

Με τον Άνταμ Μίχνικ.

Αν είχατε την ευκαιρία να μετακομίσετε στην πρωτεύουσα, θα το κάνατε;

Όχι πια. Δεν με ενδιαφέρει καθόλου κάτι τέτοιο.

ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ

Ο Βαλεντίν Ίγκορεβιτς Μανουίλοφ, γεννήθηκε το 1958 στην Μόσχα . Ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στο σχολείο Νο 55 της ρωσικής πρωτεύουσας και στη συνέχεια σπούδασε στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο «Β. Γ. Μπελίνσκι» της πόλης Πένζα. Ανακηρύχθηκε διδάκτωρ της Φιλοσοφίας στο Ινστιτούτο Φιλοσοφίας της ΕΣΣΔ το 1987 και είναι υφηγητής από το 1993.

14808660_1125034080950664_557767835_o

Εργάστηκε από το 1978 έως το 1980 ως δάσκαλος σε σχολεία της Πένζα και στη συνέχεια ως βοηθός στην έδρα της Φιλοσοφίας στο Ινστιτούτο Κατασκευών της Πένζα. Υπηρέτησε στο σοβιετικό στρατό στο σώμα του Μηχανικού.

Από το 1988 μέχρι το 1994 ήταν διευθυντής της έδρας Ιστορικής και Κοινωνικοπολιτικής Επιστήμης στο Ινστιτούτο Επιμόρφωσης δασκάλων και καθηγητών της Πένζα.

Το 1993 ίδρυσε το περιοδικό «Ζέμστβο» και το 1995 το περιοδικό «Κυβερνείο», στα οποία ήταν και ο διευθυντής του μέχρι που έκλεισαν. Από το 1997 ίδρυσε και ανέλαβε τη διεύθυνση της ΜΚΟ «Ινστιτούτο Περιφερειακής Πολιτική», θέση που κατέχει μέχρι σήμερα. Το 2002, μετά την κυκλοφορία της εφημερίδας «Οδός Μόσχας» είναι ο εκδότης και διευθυντής της μέχρι σήμερα.

Το 2010 έφτιαξε τον εκδοτικό οίκο που φέρει το όνομά του και το 2012 κυκλοφόρησε υπό τη διεύθυνσή του το πρώτο τεύχος του περιοδικού «Πάρκο Μπελίνσκι». Είναι παντρεμένος και έχει τρία παιδιά.